Α. Πουλάς: Ανάγκη μακροπρόθεσμων πολιτικών για την ενίσχυση του αγροδιατροφικού τομέα

Ο βουλευτής Ν. Αργολίδας, Υπεύθυνος Κοινοβουλευτικού Τομέα Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής, Ανδρέας Πουλάς παρουσιάζει στο Εργοληπτικόν Βήμα τις πολιτικές που θα μπορούσαν να αλλάξουν το τοπίο του αγροδιατροφικού τομέα.

ΠΡΩΤΟΓΕΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ

Η κυβέρνηση οφείλει να επιταχύνει το βήμα της προς την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και την πράσινη ανάπτυξη καθώς  και να ενεργοποιήσει επειγόντως εθνικό διάλογο για την διασφάλιση μεσο-μακροπρόθεσμα επισιτιστικής ασφάλειας, τονίζει ο Βουλευτής Ν. Αργολίδας, Υπεύθυνος Κοινοβουλευτικού Τομέα Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής, κ. Ανδρέας Πουλάς. Σημειώνει, δε, πως το σχέδιο του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής έχει ως επίκεντρο την έμπρακτη ενίσχυση του  Έλληνα παραγωγού και κτηνοτρόφου, την δημιουργία νέων χρηματοδοτικών εργαλείων, την βελτίωση  των μηχανισμών του ΕΛΓΑ, την επιτάχυνση των καταγραφών και της καταβολής των αποζημιώσεων, την είσοδο της τεχνολογίας σε κάθε έκφανση της παραγωγής, την ενθάρρυνση των εξαγωγών ιδίως σε νέες αγορές, την μείωση του ενεργειακού κόστους μέσω ΑΠΕ, την διασφάλιση της άρδευσης, την στήριξη της μικρομεσαίας καλλιέργειας και μονάδας εκτροφής που συνιστά την ραχοκοκαλιά της ελληνικής γεωργίας και κτηνοτροφίας. Όπως εξηγεί ο κ. Πουλάς, ο αγροδιατροφικός τομέας έχει ανάγκη μακροπρόθεσμων πολιτικών για να παραμείνει πυλώνας ανάκαμψης της εθνικής μας οικονομίας και να μπορέσει να υποστηρίξει την διατροφική επάρκεια της χώρας. «Το ενδεχόμενο βεβαίως, να βρεθούμε σε κατάσταση επισιτιστικής κρίσης τον φετινό χειμώνα, είναι ένα σενάριο εφιαλτικό, ιδίως  σε συνδυασμό με την ενεργειακή κρίση και τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, εξηγεί ο κ. Πουλάς και τονίζει ότι για την ενίσχυση της παραγωγής είναι καθοριστική η ενθάρρυνση των παραγωγών να επιστρέψουν στο χωράφι, να αποτραπεί με μέτρα τολμηρά η ερημοποίηση της γης και να μειωθεί η εξάρτηση της χώρας από τις εισαγωγές. «Και φυσικά να επιταχύνει η τοπική αυτοδιοίκηση εκείνα τα έργα υποδομής  που μπορούν να αποτρέψουν ή να περιορίσουν την καταστροφή των καλλιεργειών και των κτηνοτροφικών μονάδων από τα ακραία καιρικά φαινόμενα εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής» τονίζει. Ερωτώμενος για το θέμα των πρότυπων προτάσεων ο κ. Πουυλάς τονίζει ότι αντί για προσλήψεις και την πρόβλεψη πόρων στην κατεύθυνσητης υλοποίησης έργων υποδομής, η κυβέρνηση επιλέγει να μεταφέρει δημόσιο χρήμα στους ιδιώτες μέσω των πρότυπων προτάσεων, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του ν.4412/2016 με τον κίνδυνο της στρέβλωσης του ανταγωνισμού, της αδιαφάνειας και της διασπάθισης δημοσίου χρήματος να ελλοχεύει.«Είναι βάσιμος ο κίνδυνος τα έργα να υλοποιούνται αποσπασματικά, να μην αποτελούν μία συνέχεια και να μην εντάσσονται σε έναν συγκεκριμένο περιφερειακό ολοκληρωμένο σχεδιασμό» σημειώνει και υπενθυμίζει ότι η πρόταση του ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ είναι η ενεργοποίηση των τοπικών κοινωνιών, η εκπόνηση μετά από διαβούλευση ενός τοπικού αναπτυξιακού σχεδιασμού που θα συμπεριλαμβάνει μία σειρά έργων υποδομής και το οποίο θα συνδέεται σε συγκεκριμένους άξονες με τον περιφερειακό σχεδιασμό και η ταυτόχρονη ενίσχυση των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης με νέους επιστήμονες ώστε να μπορέσει να ανασυγκροτηθεί η ύπαιθρος με όρους διαφάνειας και κοινωνικής δικαιοσύνης.

Πανδημία, πόλεμος στην ευρωπαϊκή γειτονιά και ενεργειακή ακρίβεια. Εν μέσω διαδοχικών κρίσεων η οικονομία – ελληνική και παγκόσμια- αντιμετωπίζει ισχυρές προκλήσεις, ενώ το αυξημένο κόστος παραγωγής και ο υψηλός πληθωρισμός συμπιέζουν τα περιθώρια ανάπτυξης. Έχετε σημειώσει πως, μέσα στο γενικότερο περιβάλλον οικονομικής και παραγωγικής ρευστότητας, η ανάπτυξη του αγροδιατροφικού τομέα για τη χώρα μας αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία και εξακολουθεί να αποτελεί πολύ βασικό πυλώνα για την ισόρροπη ανάπτυξη της χώρας υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρξουν άμεσα, ριζικές αλλαγές με βάση ένα ολοκληρωμένο εθνικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης και πράσινης ανάπτυξης. Ποιο είναι το σχέδιο που προτείνετε;

Πραγματικά, η γενικότερη γεωπολιτική και οικονομική αστάθεια έχουν δημιουργήσει ένα εκρηκτικό κοκτέιλ ανασφάλειας και αβεβαιότητας. Παρόλα αυτά σταθερό ζητούμενο είναι η διασφάλιση κατά το δυνατόν, επισιτιστικής επάρκειας.Ως προς αυτό, η χώρα μας βασίζεται στον αγροδιατροφικό τομέα της, στα ποιοτικά της προϊόντα, στην μεσογειακή διατροφή. Σαφώς, η ισχυροποίηση του αγροδιατροφικού τομέα ως ανάχωμα στην απειλή μίας ενδεχόμενης έλλειψης τροφίμων, απαιτεί σύνθετο σχεδιασμό, γνώση των προβλημάτων και πρόνοια για το μέλλον. Το σχέδιο του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής έχει ως επίκεντρο την έμπρακτη ενίσχυση του  Έλληνα παραγωγού και κτηνοτρόφου, την δημιουργία νέων χρηματοδοτικών εργαλείων, την βελτίωση  των μηχανισμών του ΕΛΓΑ, την επιτάχυνση των καταγραφών και της καταβολής των αποζημιώσεων, την είσοδο της τεχνολογίας σε κάθε έκφανση της παραγωγής, την ενθάρρυνση των εξαγωγών ιδίως σε νέες αγορές, την μείωση του ενεργειακού κόστους μέσω ΑΠΕ, την διασφάλιση της άρδευσης, την στήριξη της μικρομεσαίας καλλιέργειας και μονάδας εκτροφής που συνιστά την ραχοκοκαλιά της ελληνικής γεωργίας και κτηνοτροφίας. Με άλλα λόγια, ο αγροδιατροφικός τομέας έχει ανάγκη μακροπρόθεσμων πολιτικών για να παραμείνει πυλώνας ανάκαμψης της εθνικής μας οικονομίας και να μπορέσει να υποστηρίξει την διατροφική επάρκεια της χώρας.

Η πολεμική σύρραξη μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας, χωρών που αποτελούν από τους μεγαλύτερους παραγωγούς σιτηρών στον κόσμο εντείνει το ζήτημα της επισιτιστικής επάρκειας και τις ευρύτερες προκλήσεις στον Αγροδιατροφικό τομέα. Κατά πόσο βρισκόμαστε μπροστά σε μία επισιτιστική κρίση και με ποιους τρόπους θα μπορούσε να διασφαλιστούν οι προμήθειες και η παραγωγή;

Η διάρκεια του πολέμου φαίνεται πλέον ξεκάθαρα ότι θα είναι μεγάλη και οι συνέπειες του πολύ βαθιές σε όλο το οικονομικό φάσμα. Σαφώς και επηρεάζουν την επισιτιστική αλυσίδα σε ολόκληρητην Ευρωπαϊκή Ένωση εκτοξεύοντας το κόστος παραγωγής στα ύψη και μειώνοντας τη μέση γεωργική παραγωγή, με αποτέλεσμα να βρισκόμαστε ήδη σε διαδικασία αναθεώρησης της νέας ΚΑΠ με βάση τα νέα δεδομένα. Το ενδεχόμενο βεβαίως, να βρεθούμε σε κατάσταση επισιτιστικής κρίσης τον φετινό χειμώνα, είναι ένα σενάριο εφιαλτικό, ιδίως  σε συνδυασμό με την ενεργειακή κρίση και τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Η κυβέρνηση οφείλει να επιταχύνει το βήμα της προς την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας καιτην πράσινη ανάπτυξη καθώς  και να ενεργοποιήσει επειγόντως εθνικό διάλογο για την διασφάλιση μεσο-μακροπρόθεσμα επισιτιστικής ασφάλειας. Σε κάθε περίπτωση, καθοριστική είναι η ενθάρρυνση των παραγωγών να επιστρέψουν στο χωράφι, να αποτραπεί με μέτρα τολμηρά η ερημοποίηση της γης και να μειωθεί η εξάρτηση της χώρας από τις εισαγωγές. Και φυσικά να επιταχύνει η τοπική αυτοδιοίκηση εκείνα τα έργα υποδομής  που μπορούν να αποτρέψουν ή να περιορίσουν την καταστροφή των καλλιεργειών και των κτηνοτροφικών μονάδωναπό τα ακραία καιρικά φαινόμενα εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής.

Πράσινη μετάβαση, επενδύσεις σε ΑΠΕ, εξοικονόμηση ενέργειας, ανακύκλωση, ψηφιακός μετασχηματισμός, καινοτομία και έρευνα, εξωστρέφεια και εναλλακτικός αγροτουρισμός, είναι κάποιες από τις τάσεις που μπαίνουν όλο και πιο δυναμικά στον αγροδιατροφικό τομέα. Ποια είναι η σημερινή ελληνική πραγματικότητα και με ποιες πρωτοβουλίες και πολιτικές θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν με τον βέλτιστο τρόπο αυτές οι τάσεις;

Είναι γεγονός ότι ο αγροδιατροφικός τομέας δεν μπορεί να συνεχίζει να αντιμετωπίζεται με όρους του παρελθόντος. Νέες τάσεις και νέες προοπτικές  μπορούν να του δώσουν νέα πνοή ενταγμένες μέσα σε έναν συνολικό, ολιστικό σχεδιασμό. Δυστυχώς, σήμερα δεν βλέπουμε τα προβλήματα του αγροτικού τομέα να λύνονται, ούτε να δίνεται προοπτική στους αγρότες μας. Η κυβέρνηση περιορίζεται σε μία διαχειριστική λογική χωρίς σχέδιο και χωρίς όραμα. Η δική μας πρόταση αφορά στην συνολική αναδιοργάνωση του αγροδιατροφικού τομέα με βάση την εξωστρέφεια, την ισχυροποίηση του αγρότη και κτηνοτρόφου, με έμφαση στην ποιότητα και με πρωταγωνιστικό ρόλο στην οργάνωση του σχεδιασμού και στην εφαρμογή του να δίνεται στην τοπική αυτοδιοίκηση, που γνωρίζει τις τοπικές ιδιαιτερότητες και κυρίως, τις τοπικές ανάγκες των παραγωγών. Ο επανασχεδιασμός του αγροδιατροφικού τομέα απαιτεί πολιτική βούληση και ολοκληρωμένη στρατηγική, κάτι που δεν βλέπουμε να διαθέτει η κυβέρνηση.

 Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της ΕΥ στη χώρα μας ο αγροτικός κλάδος χαρακτηρίζεται από χαμηλή παραγωγικότητα συγκριτικά με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, η οποία αποδίδεται στο χαμηλό επίπεδο γεωργικής εκπαίδευσης των αγροτών στην χώρα -από τα χαμηλότερα που καταγράφονται στην ΕΕ, φαινόμενο που συνδέεται με τη μεγάλη ηλικία των αγροτών – στο μικρό μέγεθος των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και το χαμηλό επίπεδο συνεργασίας και τέλος στο χαμηλό επίπεδο υιοθέτησης τεχνολογικής καινοτομίας. Πως θα μπορούσε να αντιστραφεί αυτή η κατάσταση και ποιες είναι οι δικές σας προτάσεις για την αύξηση της παραγωγικότητας;

Η χαμηλή παραγωγικότητα είναι ένα από τα σοβαρά προβλήματα της ελληνικής γεωργίας. Η οικονομική κρίση και τώρα η ενεργειακή κρίση σπρώχνουν μακριά από το χωράφι τους αγρότες. Η γήρανση και συρρίκνωση τουπληθυσμού της υπαίθρου, η έλλειψη κινήτρων προς τους νέους να γυρίσουν στο χωράφι, η συγκέντρωση της γης στα χέρια των λίγων, οι χαμηλές επενδύσεις στην έρευνα και την ανάπτυξη και η αδυναμία άμεσης υιοθέτησης των τεχνολογικών εξελίξεων  είναι ορισμένες από τις παθογένειες της σημερινής κατάστασης. Λύση είναι η ενθάρρυνση των νέων και καλύτερα εκπαιδευμένων αγροτών να μπουν στην παραγωγή, η αύξηση του αγροτικού κλήρου και η πρόσβαση σε ψηφιακά εργαλεία, καινοτόμους τρόπους παραγωγής και υψηλή τεχνολογία αιχμής. Το να μένουν οι αγρότες μας πίσω εξυπηρετεί μόνο τα συμφέροντα που λυμαίνονται τον αγροτικό μόχθοκαι χειραγωγούν τις τιμές πώλησης των προϊόντων τους. Και στην περίπτωση αυτή, η βελτίωση των χρηματοδοτικών εργαλείων είναι σημαντικός παράγοντας. Στο σημείο αυτό είναι κρίσιμο να δοθεί χρηματοδοτική διέξοδος στους αγρότες, τους κτηνοτρόφους και τους αλιείς μας, να μπουν νέοι και καλύτερα εκπαιδευμένοι αγρότες στην παραγωγή, να υπάρχει πρόσβαση σε πιο εξελιγμένο τεχνολογικό εξοπλισμό ώστε να αντιμετωπιστεί το ζήτημα της ερημοποίησης και να αυξηθεί η παραγωγή. Για τα στοιχειώδη αυτά, μετά από τρία χρόνια διακυβέρνησης δεν έχουμε δει τίποτα ακόμα από την κυβέρνηση.

Το Ταμείο Ανάκαμψης σε συνδυασμό με άλλα χρηματοδοτικά εργαλεία, που είναι διαθέσιμα ταυτόχρονα, συνθέτουν μία ιστορική ευκαιρία για τη χώρα προκειμένου να επενδύσει στην αναβάθμιση των υποδομών της Ποια είναι τα έργα που προγραμματίζονται και σε ποιο στάδιο βρίσκεται η υλοποίηση τους; Πως μπορεί να εξασφαλιστεί ότι το όφελος από την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης και των υπολοίπων κοινοτικών προγραμμάτων να διαχυθεί με ισορροπημένο τρόπο σε όλες τις επιχειρήσεις και ειδικά στις μικρότερες που είναι και πολλές αλλά και σημαντικές για τις τοπικές κοινωνίες;

Πραγματικά, η αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης έχει δημιουργήσει προσδοκίες στον αγροτικό κόσμο. Εντούτοις, για τον προγραμματισμό και την υλοποίηση των έργων η κυβέρνηση κρατάει κλειστά τα χαρτιά της ενώ μέχρι στιγμής καμία ενημέρωση δεν έχει γίνει στη Βουλή γι’ αυτό. Αντί για προσδοκίες και κούφιες υποσχέσεις, στην πράξη η κυβέρνηση μένει μετεξεταστέα: η οικονομική ενίσχυση που χορηγήθηκε στους αγρότες μας κατά την περίοδο της πανδημίας με τη μορφή της επιστρεπτέας προκαταβολής πρέπει να επιστραφεί στο κράτος εν μέσω ενεργειακής κρίσης, πρωτοφανούς για χώρα του ευρώ ακρίβειας, εκτόξευσης των τιμών των λιπασμάτων και των ζωοτροφών και φτώχιας. Αντί για οικονομική ελάφρυνση οι αγρότες μας μπαίνουν πιο βαθιά στο σπιράλ της ύφεσης, έρμαια στο έλεος των ατελείωτων οικονομικών τους δυσχερειών.Οι αγρότες της χώρας δεν αντέχουν πια τις υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα της κυβέρνησης για μέτρα οικονομικής ελάφρυνσής τα οποία στην πράξη δεν λαμβάνει ποτέ ή όταν τα λάβουν βγαίνουν ακόμη πιο ζημιωμένοι και οικονομικά εξαθλιωμένοι από πριν. Η δε, έλλειψη πολιτικής βούλησης και συνολικού αναπτυξιακού σχεδιασμού μας καθιστά απαισιόδοξους για την ισόρροπη και δίκαιη αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης και των υπολοίπων κοινοτικών εργαλείων προς όφελος των αγροτικών περιφερειών της χώρας.

Περσινή έρευνα της διαΝΕΟσις αναδεικνύει την κακή κατάσταση στην οποία βρίσκονται πολλές οι υποδομές που διαχειρίζονται οι τοπικοί και γενικοί οργανισμοί εγγείων βελτιώσεων (ΤΟΕΒ και ΓΟΕΒ), οργανισμοί που λειτουργούν και διαχειρίζονται μεγάλο μέρος των συλλογικών έργων άρδευσης που είναι απαραίτητα για να καλυφθούν οι ανάγκες άρδευσης εκατομμυρίων στρεμμάτων αγροτικής γης επηρεάζοντας την αποτελεσματικότητα της κατανάλωσης του νερού συνολικά στη χώρα και όχι μόνο στον κλάδο της γεωργίας. Πως θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα; Ποιες είναι οι προτάσεις σας;

Σίγουρα τρόπος δεν είναι ο διπλασιασμός των τελών άρδευσης από ορισμένους ΤΟΕΒ, ιδίως στην παρούσα χρονική περίοδο! Πέραν της δημιουργίας  μηχανισμού εξυγίανσης τους με σαφές χρονοδιάγραμμα και της ορθολογικής λειτουργίας τους, οι ΤΟΕΒ και ΓΟΕΒ πρέπει να αναβαθμιστούν και να ενταχθούν σε έναν ευρύτερο στρατηγικό σχεδιασμό, με τη μεταφορά των απαραίτητων πόρων στην τοπική αυτοδιοίκηση, στην ευθύνη των οποίων ανήκουν. Η αξιοποίηση των πηγών και εν γένει του υδάτινου ορίζοντα με τη χρήση των νέων τεχνολογιών και με βάση τις γεωργικές ανάγκες κάθε περιοχής συνιστά έναν σημαντικό πυλώνα της αγροτικής παραγωγής. Επίσης, ηβελτίωση των αρδευτικών μεθόδων, η ολοκλήρωση αρδευτικών έργων που έχουν κολλήσει και η συντήρηση εκείνων των εγγειοβελτιωτικών υποδομών που ρημάζουν και η πρόσληψη εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού είναι μέρος της λύσης – στο πλαίσιο ενός γενικότερου αναπτυξιακού σχεδιασμού ανά Περιφέρεια.

Όπως έχετε αναφέρει η κυβέρνηση με πρόσχημα την καινοτομία και την πολυπλοκότητα των προς υλοποίηση έργων υποδομών επιτρέπει σε ιδιωτικούς φορείς να προτείνουν μελέτες και κατασκευές παρακάμπτοντας την εθνική νομοθεσία περί δημοσίων έργων, μέσω των ‘πρότυπων προτάσεων’. Παράλληλα έχετε υπογραμμίσει τους κινδύνους από την αποσύνδεση της ωρίμανσης των έργων από τον περιφερειακό και τοπικό σχεδιασμό για την ανάπτυξη κάθε περιοχής. Ποια είναι τα προβλήματα που εντοπίζετε ότι εγείρονται από τις παραπάνω διαδικασίες και ποιες οι δικές σας προτάσεις;

Η κυβέρνηση προσπαθεί να θεραπεύσει τις παθογένειες είτε αγνοώντας τις  βάζοντας τα προβλήματα κάτω από το χαλί, είτε μέσα από το δεκανίκι του ιδιωτικού τομέα. Αιτία είναι οι πολιτικές εμμονές της, το νεοφιλελεύθερο όραμά της και μία άνευ όρων εμπιστοσύνη στους νόμους της αγοράς – κάτι που δυστυχώς, δεν μπορεί να αποδώσει χωρίς τον ρυθμιστικό ρόλο του κράτους.Αντί για προσλήψεις και την πρόβλεψη πόρων στην κατεύθυνσητης υλοποίησης έργων υποδομής,επιλέγει να μεταφέρει δημόσιο χρήμα στους ιδιώτες μέσω των πρότυπων προτάσεων, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του ν.4412/2016 με τον κίνδυνο της στρέβλωσης του ανταγωνισμού, της αδιαφάνειας και της διασπάθισης δημοσίου χρήματος να ελλοχεύει. Είναιβάσιμοςο κίνδυνος τα έργα να υλοποιούνται αποσπασματικά, να μην αποτελούν μία συνέχεια και να μην εντάσσονται σε έναν συγκεκριμένο περιφερειακό ολοκληρωμένο σχεδιασμό. Πρότασή μας είναι η ενεργοποίηση των τοπικών κοινωνιών, η εκπόνηση μετά από διαβούλευση ενός τοπικού αναπτυξιακού σχεδιασμού που θα συμπεριλαμβάνει μία σειρά έργων υποδομής και το οποίο θα συνδέεται σε συγκεκριμένους άξονες με τον περιφερειακό σχεδιασμό και η ταυτόχρονη ενίσχυση των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης με νέους επιστήμονες ώστε να μπορέσει να ανασυγκροτηθεί η ύπαιθρος με όρους διαφάνειας και κοινωνικής δικαιοσύνης.

Τόσο ο αγροδιατροφικός όσο και ο κατασκευαστικός κλάδος αποτελούν δύο κομβικούς τομείς για τη χώρα που καλύπτουν τεράστιο κομμάτι της οικονομίας και της απασχόλησης. Στο σημερινό τοπίο, πως μπορεί ο ένας κλάδος να είναι υποστηρικτικός στον άλλο;

Είναι γενικά αποδεκτό ότι η χώρα μας υπολείπεται σε υποδομές ακόμα και σήμερα. Στην βελτίωση των υποδομών, ο κατασκευαστικός κλάδος διαδραματίζει καίριο ρόλο. Την ώρα που ζητούμενο είναι η μεγαλύτερη δυνατή εξωστρέφεια του αγροδιατροφικού τομέα, η βελτίωση των συγκεκριμένων επιδόσεων περνάει αναπότρεπτα από τη βελτίωση του οδικού δικτύου και τον εκσυγχρονισμό των πυλών εισόδου στην χώρα (βλέπε λιμάνια, αεροδρόμια, προβλήτες, μαρίνες). Την ώρα που ζητάμε από τους αγρότες μας να χρησιμοποιήσουν περισσότερη τεχνολογία στο χωράφι, αυτό δεν γίνεται χωρίς υποδομές, χωρίς ενεργειακό δίκτυο, χωρίς ρεύμα. Σε όλη αυτήν την αλυσίδα, ο ρόλος του κατασκευαστικού τομέα είναι κρίσιμος, απαραίτητος και καίριος. Παράλληλα και ο ίδιος ο κατασκευαστικός τομέας πρέπει να είναι προσηλωμένος στην κατεύθυνση αυτή και να εξυπηρετήσει έναν συνολικό ολιστικό αναπτυξιακό σχεδιασμό.

πηγή: Εργοληπτικόν Βήμα Νο_130 της ΠΕΣΕΔΕ

Διαβάστε επίσης

Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για λόγους επισκεψιμότητας και στατιστικών. Συνεχίζοντας την περιήγηση, αποδέχεστε τη χρήση αυτών των cookies Αποδοχή Περισσότερα