Στρατής Ευστρατιάδης: Η χώρα είναι προετοιμασμένη για τους σεισμούς

Ο Πολιτικός Μηχανικός και Πρόεδρος της Ελληνικής Μελετητικής Στρατής Ευστρατιάδης, μιλάει στο Εργοληπτικόν βήμα No_133 για το επίπεδο προετοιμασίας του κτιριακού αποθέματος της χώρας απέναντι στην απειλή των σεισμών και σημειώνει ότι δεν υπάρχει περίπτωση να ζήσουμε τις ακραίες καταστάσεις με τόσες χιλιάδες νεκρούς και ξεσπιτωμένους που βλέπουμε στη γειτονική Τουρκία.

Σίγουρος για την ασφάλεια της χώρας απέναντι σε ένα πιθανό μεγάλο σεισμό εμφανίζεται ο Πολιτικός Μηχανικός και Πρόεδρος της Ελληνικής Μελετητικής μιλώντας στο Εργοληπτικό Βήμα με αφορμή τον καταστροφικό σεισμό της Τουρκίας. Αναφερόμενος στους κανονισμούς και προβλέψεις για την αντισεισμική προστασία του κτιριακού αποθέματος της χώρας, ο κ. Ευστρατιάδης τονίζει ότι η Ελλάδα δεν έχει τίποτε να ζηλέψει από χώρες που αποτελούν παραδείγματα, όπως η Ιαπωνία. «Απλά “ξυπνήσαμε” κάπως αργά και ο κανονισμός μας επέβαλε καθαρά δυναμικές αναλύσεις σεισμικής απόκρισης στο τέλος του περασμένου αιώνα» σημειώνει υπογραμμίζοντας, ωστόσο, ότι μέχρι στιγμής υπάρχει ένα πρόγραμμα προσεισμικού ελέγχου μόνον για τα σχολεία και τα λοιπά δημόσια κτίρια όπως νοσοκομεία.«Μέχρι το ’11, αν δεν κάνω λάθος, είχε ελεγχθεί ένα 20% αυτών. Μετά το πρόγραμμα ατόνησε και πρόσφατα, μόλις την περασμένη εβδομάδα, άκουσα κυβερνητική εξαγγελία για την επανεργεποίησή του. Βέβαια, πρόκειται για πρωτοβάθμιους ελέγχους σεισμικής τρωτότητας προκειμένου να εκτιμηθεί η πραγματική σεισμική επικινδυνότητα. Δεν πρόκειται για μελέτες στατικής και αντισεισμικής αποτίμησης» σημειώνει. Αναφερόμενος στο κόστος ενίσχυσης ενός κτιρίου που μελετήθηκε προς του ’85 κυμαίνεται μεταξύ των 150 έως 250 €/μ2. «Αυτή η δαπάνη αφορά στις δαπάνες αμιγώς δομοστατικού αντικειμένου. Το κόστος θα αυξηθεί κατά περίπτωση για την επανόρθωση καταστροφών καθαρά οικοδομικού αντικειμένου. Πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι η σεισμική αναβάθμιση επεμβαίνει στον φέροντα οργανισμό. Δεν πρόκειται δηλαδή για κάποιο «ψεκασμό» που αφήνει άθικτα τα οικοδομικά ‘’τελειώματα΄΄» τονίζει και αναφέρει πως το κόστος του ελέγχου είναι της τάξης του 10% της ως άνω δαπάνης. Και μιλάω για τριτοβάθμιο έλεγχο στατικής και σεισμικής επάρκειας και προτάσεων ενίσχυσης. Τέλος, μιλώντας για τα υπόσκαφα κτήρια σημειώνει ότι δεν αποτελούν ευάλωτες κατασκευές αρκεί να αντιμετωπίζονται μελετητικά ως υπόγεια έργα κατά τον κανονισμό.

Ποια είναι η πραγματική εικόνα της ετοιμότητας και προετοιμασίας της χώρας απέναντι σε έναν πιθανό μεγάλο σεισμό αναφορικά με το κτιριακό της απόθεμα; Πόσο κινδυνεύουμε να δούμε να επαναλαμβάνονται οι θλιβερές εικόνες της Τουρκίας;

Η χώρα είναι προετοιμασμένη για τους σεισμούς. Εδώ και 25 χρόνια εφαρμόζει έναν πολύ αυστηρό και προηγμένο κανονισμό, τελευταία, δε, όπως όλη η Ευρώπη, ακολουθεί μέσω των Εθνικών Προσαρτημάτων τον σχετικό Ευρωκώδικα EC8. Πιο πριν από το 1985 είχε καθιερωθεί το λεγόμενο προσάρτημα του Κανονισμού του 1959 που ουσιαστικά εισήγαγε όλο το εξελιγμένο έως τότε γνωστικό αντικείμενο. Βέβαια, θα μου πείτε ότι τα παραπάνω αφορούν ένα 30% των κτιρίων«Νέας Τεχνολογίας». Αυτό δεν σημαίνει ότι τα υπόλοιπα, παρ’ όλον ότι είναι πλέον ευάλωτα, δεν θα αντέξουν.

Τα Νομίμως υφιστάμενακτίρια που μελετήθηκαν και κατασκευάστηκαν με αυτό που λέμε “κανόνες της επιστήμης και της τέχνης”, σε εδαφικό υπόβαθρο που έχει ελεγχθεί και έχει γίνει αποδεκτό από τον μελετητή και οι μελέτες έχουν εφαρμοστεί χωρίς αυθαιρεσίες, στην πλειονότητά τους θα καταφέρουν. Τα πολυώροφα εκείνης της εποχής είναι τα πλέον ευάλωτα γιατί ο κανονισμός του ’59 είχε συνταχθεί με τη λογική του “μονόροφου μοντέλου”, δηλαδή ένα ισόγειο επάνω σε άλλο και όχι αυτό του πολυώροφου χωρικού σχηματισμού.

Τέλος για να απαντήσω στο ερώτημά σας θα έλεγα ότι παρ’ όλον ότι η εικόνα που περιέγραψα παραπάνω ίσως δεν είναι ενθαρρυντική,δεν υπάρχει περίπτωση να ζήσουμε τέτοιες ακραίες καταστάσεις με τόσες χιλιάδες νεκρούς και ξεσπιτωμένους.Από πλευράς σεισμολογίας, θεωρώ, ότιτα επικίνδυνα ρήγματα που δίνουν τους μεγάλους σεισμούς στην Ελλάδα δεν είναι στα αστικά κέντρα, η δε θάλασσα που μεσολαβεί είναι μέγας ευεργέτης που δρα ως αποσβεστήρας.Εξ άλλου από πλευράς αντισεισμικής μηχανικής,θεωρώ, ότι είμαστε πιο μπροστά από την Τουρκία.

Με το 70% των κτιρίων της χώρας να έχουν χτιστεί πριν του Αντισεισμικού Κανονισμού του 1985, πώς κρίνετε την ανθεκτικότητα των κτιρίων και πού βρισκόμαστε σε σχέση με τη διενέργεια προληπτικών ελέγχων στατικότητας;

Άθελά μου νομίζω ότι απάντησα στο πρώτο σκέλος της ερώτησής σας. Όσο αφορά στο δεύτερο, έχω να σας πληροφορήσω τα εξής:

Μέχρις στιγμής υπάρχει ένα πρόγραμμα προσεισμικού ελέγχου μόνον για τα σχολεία και τα λοιπά δημόσια κτίρια όπως νοσοκομεία. Μέχρι το ’11, αν δεν κάνω λάθος, είχε ελεγχθεί ένα 20% αυτών. Μετά το πρόγραμμα ατόνησε και πρόσφατα, μόλις την περασμένη εβδομάδα, άκουσα κυβερνητική εξαγγελία για την επανεργεποίησή του. Βέβαια, πρόκειται για πρωτοβάθμιους ελέγχους σεισμικής τρωτότητας προκειμένου να εκτιμηθεί η πραγματική σεισμική επικινδυνότητα. Δεν πρόκειται για μελέτες στατικής και αντισεισμικής αποτίμησης. Στην τελευταία περίπτωση απαιτούνται δαπανηρές μελέτες αποτυπώσεων, διερευνητικών, εργαστηριακών και ιδιαίτερωνυπολογισμών επάρκειας υπό τα σεισμικά φορτία του νυν θεσμοθετημένου σεισμικού χάρτη της χώρας. Σε αυτή τη θέση θα διευκρινίσω ότι η διαφορά μεταξύ των τρεχόντων και παρελθόντων κανονισμών δεν περιορίζεται μόνο στην αναβάθμιση του γνωστικού αντικειμένου που πηγάζει από την επιστήμη της Αντισεισμικής Μηχανικής αλλά και στα νέα δεδομένα της Σεισμολογίας για τον Ελλαδικό χώρο.Ο τελευταίος σεισμικός χάρτης της Χώρας, με αναβαθμισμένες σχετικά με το παρελθόν σεισμικές επιβαρύνσεις,ισχύει από το 2003.

Το ΤΕΕ προχώρησε πρόσφατα στην κατάθεση μίας πρότασης για τη δημιουργία ενός προγράμματος στα πρότυπα του Εξοικονομώ προκειμένου να δοθεί η ίδια έμφαση στον αντισεισμικό έλεγχο με εκείνη που δίνεται για την ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων. Πώς κρίνετε τις έως σήμερα αποφάσεις και κινήσεις της Πολιτείας και πώς θα μπορούσε να λειτουργήσει ένα τέτοιο πρόγραμμα;

Μία τέτοια πρόταση, διάβασα σε Κυριακάτικη εφημερίδα, έγινε από τον Πρόεδρο μας του ΤΕΕ κ. Στασινό. Για να είμαι ειλικρινής δε νομίζω ότι κάτι τέτοιο μπορεί να “περπατήσει” σε επίπεδο επιδότησης από το κράτος. Η υπόλοιπη δαπάνη, που θα πρέπει να καλυφθεί από τον ιδιώτη, θα είναι μεγάλη με συνέπεια να μην είναι δυνατόν να συμπληρωθεί. Μιλάμε, βέβαια, για το κόστος των σχετικών εργασιών ενίσχυσης.

Η δαπάνη αυτών καθ’ αυτών των μελετών θα μπορούσε να ενταχθεί σε ένα πρόγραμμα, αλλά τι να το κάνεις; Να σου πει ο γιατρός ότι χρειάζεσαι μεταμόσχευση καρδιάς και εσύ να μην μπορεί να καλύψεις τα έξοδα της επέμβασης; Καλύτερα να μη το μάθεις ποτέ ότι υπάρχει ένα τόσο σοβαρό πρόβλημα. Καλύτερα το κράτος να πιέσει προς αυτή την κατεύθυνση για την αναβάθμιση των αυθαίρετων τα οποία εξ ορισμού έχουν πρόβλημα. Οι πρώτες «νομιμοποιήσεις» (βάσει Ν. 4014/11, 4178/12, 4497/17) είχαν εισπρακτική λογική. Ο Ν. 4178 προέβλεπε την εκπόνηση μελέτης στατικής επάρκειας για κάποια ζωτικής σημασίας κτίρια συνάθροισης κοινού με εξαίρεση όμως των προ του ’83 κτιρίων (;;;)

Ο Ν. 4497/17 το επεκτείνει τις περιπτώσεις κατά τις οποίες απιτείται μελέτη στατικής επάρκειας.

Οι ως άνω μελέτες αποτίμησης υποβάλλονται βάσει του Νόμου με χρονικό ορίζοντα 3 ή 5 ετών ανάλογα με τη σπουδαιότητα (ΦΕΚ β1643/18) η δε μελέτη επεμβάσεων στην περίπτωση ανεπάρκειας καθώς και η υλοποίηση της είχε άλλα τρία χρόνια περιθώριο. Αυτές τις σίγουρα εκκρεμείς και ευάλωτες περιπτώσεις θα πρέπει να βοηθήσει το κράτος δεδομένου ότι οι επεμβάσεις δεν υλοποιούνται ενώ η «τακτοποίηση»εξακολουθεί να ισχύει και δεν ανακαλείται!!

Το κόστος της καταστροφής μετά από έναν σεισμό μπορεί να είναι ανυπολόγιστο όταν πρόκειται για την απώλεια ανθρώπινων ζωών. Ποιο είναι όμως το κόστος σήμερα για την αντισεισμική θωράκιση μίας νέας κατασκευής; Και ποιο θα είναι το κόστος προκειμένου να ελέγξει η Πολιτεία όλα τα παλαιά κτήρια της χώρας;

Πράγματι το κόστος της καταστροφής μετά από σεισμό είναι ανυπολόγιστο δεδομένου ότι, εκτός από τις υλικές ζημιές, που στο κάτω κάτω έχουν ένα “ταβάνι”, το «κόστος» απειρίζεται λόγω του συνυπολογισμού ανθρωπίνων ζωών. Από την άλλη όμως η «νέτη» δαπάνη ενίσχυσης ενός κτιρίου που μελετήθηκε προς του ’85 κυμαίνεται μεταξύ των 150 έως 250 €/μ2. Αυτή η δαπάνη αφορά στις δαπάνες αμιγώς δομοστατικού αντικειμένου. Το κόστος θα αυξηθεί κατά περίπτωση για την επανόρθωση καταστροφών καθαρά οικοδομικού αντικειμένου. Πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι η σεισμική αναβάθμιση επεμβαίνει στον φέροντα οργανισμό. Δεν πρόκειται δηλαδή για κάποιο «ψεκασμό» που αφήνει άθικτα τα οικοδομικά «τελειώματα».

Όσο αφορά στο δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας θα απαντήσω ότι το κόστος του ελέγχου είναι της τάξης του 10% της ως άνω δαπάνης. Και μιλάω για τριτοβάθμιο έλεγχο στατικής και σεισμικής επάρκειας και προτάσεων ενίσχυσης. Αυτός ο έλεγχος όμως απαιτεί καταστροφικές μεθόδους στατικής αποτύπωσης και εργαστηριακών κατά τη φάση μελέτης. Κατά τη φάση, δε, εφαρμογής,η ενόχληση γίνεται αφόρητη.

Δεν είμαι σίγουρος για την προθυμία του «Έλληνα»να υποστεί κάτι τέτοιο έστω και αν του χαρίζουν χρήματα γι’ αυτό. Το κακό είναι ότι στα κτίρια αυτής της εποχής ουδέποτε βρίσκουμε να έχει τηρηθεί η στατική μελέτη που συνοδεύει την οικοδομική άδεια.Επομένως οι πρόδρομες μελέτες είναι απαραίτητες και ενδελεχείς.

Κοιτώντας τις διεθνείς πρακτικές, η Τουρκία αποτελεί ένα αρνητικό παράδειγμα ενώ, στον αντίποδα, μία άλλη σεισμογενής χώρα, η Ιαπωνία αποτελεί σημείο αναφοράς για το επίπεδο της προετοιμασίας της έναντι πιθανών σεισμών. Ποια είναι τα διδάγματα που έχουμε να μάθουμε από την Ιαπωνία;

Ειλικρινά δηλώνω ότι δεν έχουμε να ζηλέψουμε τίποτα από την Ιαπωνία σχετικά με τις τρέχουσες διατάξεις. Απλά “ξυπνήσαμε” κάπως αργά και ο κανονισμός μας επέβαλε καθαρά δυναμικές αναλύσεις σεισμικής απόκρισης στο τέλος του περασμένου αιώνα. Πολύ έξυπνα ο Νομοθέτης με το ΦΕΚ 350/17-02-16 παραπέμπει σε μελέτες συνολικής ενίσχυσης, εργασίες προσθηκών ή εσωτερικών αναδιαρρυθμίσεων εάν δεν τηρούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Πολύ σωστά θεωρεί τέτοιες περιπτώσεις ως ευκαιρία σεισμικής αναβάθμισης.Έρχεται και λέει δηλαδή στον Επενδυτή.Αφού βάζεις κεφάλαιο, π.χ. για να μου μετατρέψεις ένα κτίριο του ’60 σε ξενοδοχείο και μου επεμβαίνεις σε διάφορα (που κατονομάζει),θα βάλεις το χέρι στην τσέπη για να μου το φέρεις στον 21ο αιώνα.Εκείνο που πρέπει να διδαχθούμε από την Ιαπωνία είναι η αντίδραση του καθ’ ενός από εμάς, της Πολιτείας μη εξαιρουμένης, κατά τη διάρκεια και μετά από το σεισμικό γεγονός. Στον σεισμό του ’81 το προσωπικό του Hilton είχε ξαφνιαστεί που είδε κάποιους Ιάπωνες να «τρέχουν» προς την ταράτσα του Galaxy!!Και βέβαια,πλήν των παραπάνω, θα πρέπει να διδαχτούμε από την τεχνολογία που διαθέτουν(όχι μόνον αυτοί βέβαια)στη σεισμική μόνωση που στην Ελλάδα έως την κατίσχυση των Ευρωκωδίκων δεν είχε κανονιστική αποδοχή.

Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε όλο και περισσότεροι, πολίτες αλλά και αρχιτέκτονες να στρέφονται στην επιλογή των υπόσκαφων κατοικιών. Πόσο θωρακισμένα είναι τέτοια κτήρια; Έχουν εξετασθεί και μελετηθεί επαρκώς οι απαιτήσεις στατικότητας των ειδικών αυτών κτιρίων; Υπάρχουν περιοχές στις οποίες, ενδεχομένως, να αντενδείκνυται μία τέτοια επιλογή;

Τα υπόσκαφα δεν αποτελούν ευάλωτες κατασκευές αρκεί να αντιμετωπίζονται μελετητικά ως υπόγεια έργα κατά τον κανονισμό. Θα πρέπει δηλαδή εκτός από την αδρανειακή δύναμη που αναπτύσσεται από τα υπερκείμενα, θα πρέπει να λογίζονται και οι δυναμικές δράσεις ωθήσεων γαιών στην περίμετρο. Έχουν όμως ικανή δυσκαμψία λόγω των τοιχωμάτων τους. Οι περιοχές στις οποίες αντεδείκνυται η κατασκευή υποσκάφων θεωρώ ότι συμπίπτουν με αυτές της,ας πούμε, της συμβατικής δόμησης.

πηγή: Εργοληπτικόν Βήμα Νο_133 της ΠΕΣΕΔΕ

Αυτά και άλλα πολλά άκρως ενδιαφέροντα στο περιοδικό της ΠΕΣΕΔΕ που κυκλοφορεί – ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ! Καλή ανάγνωση!
Διαβάστε επίσης

Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για λόγους επισκεψιμότητας και στατιστικών. Συνεχίζοντας την περιήγηση, αποδέχεστε τη χρήση αυτών των cookies Αποδοχή Περισσότερα