ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΠΕΣΕΔΕ ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΘΕΣΜΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

πηγή: Ε.Β. Νο_122 ΕΙΔΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ της ΠΕΣΕΔΕ

Ι.ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΤΟ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ Ν.4412/2016

Ο ν.4412/2016 έχει συμπληρώσει τέσσερα χρόνια εφαρμογής και έχει ήδη  υποστεί αλλεπάλληλες αλλαγές και τροποποιήσεις, χωρίς, ωστόσο, να μπορεί ακόμη να θεωρηθεί ολοκληρωμένος. Το χειρότερο δε, δεν είναι οι ελλείψεις που παρουσιάζει το θεσμικό πλαίσιο, αλλά η μη πρόβλεψη ασφαλιστικών δικλείδων αδιαφανών διαδικασιών και η μη υιοθέτηση και ενσωμάτωση σύγχρονων διαδικασιών στην υλοποίηση μίας σύμβασης.

Παρόλη την μέχρι σήμερα προσπάθεια εναρμόνισης της ελληνικής νομοθεσίας με τις ευρωπαϊκές οδηγίες, το θεσμικό πλαίσιο εξακολουθεί να μην αποτελεί ένα σύγχρονο εργαλείο, που φυσικά πρωτίστως  θα προφυλάσσει το εθνικό συμφέρον, αλλά ταυτόχρονα θα είναι ξεκάθαρο και θα προωθεί την αποτελεσματικότητα των διαδικασιών υλοποίησης μίας Δημόσιας Σύμβασης. Οι στόχοι των ευρωπαϊκών οδηγιών είναι οι «συμβάσεις» του Δημοσίου να διέπονται από κανόνες διαφάνειας, ισονομίας, αναλογικότητας και υγιούς ανταγωνισμού, να εξελίξουν όλες τις προβλεπόμενες διαδικασίες, ώστε αυτές να γίνουν απλούστερες, αποτελεσματικότερες για τους χρήστες τους, με την μικρότερη δυνατή οικονομική επιβάρυνσή τους και, τέλος, το παραγόμενο «καθεαυτό έργο» να επιτευχθεί με την καλύτερη σχέση ποιότητας – τιμής.

Το θεσμικό πλαίσιο των δημοσίων συμβάσεων και συγκεκριμένα σύμφωνα με το άρθρο 18, προβλέπει ρητά την υποχρέωση τήρησης των γενικών αρχών του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων, οι οποίες ισχύουν ανεξαρτήτως του είδους ή της αξίας της υπό ανάθεση σύμβασης. Ειδικότερα, σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο, οι αναθέτουσες αρχές οφείλουν:

α) Να αντιμετωπίζουν τους οικονομικούς φορείς ισότιμα και χωρίς διακρίσεις.

β) Να ενεργούν με διαφάνεια.

γ) Να τηρούν την αρχή της αναλογικότητας.

δ) Να τηρούν την αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης.

ε) Να τηρούν την αρχή της προστασίας του δημόσιου συμφέροντος.

στ) Να τηρούν την αρχή της προστασίας των δικαιωμάτων των ιδιωτών.

ζ) Να τηρούν την αρχή της ελευθερίας του ανταγωνισμού.

η) Να τηρούν την αρχή της προστασίας του περιβάλλοντος και της βιώσιμης και αειφόρου ανάπτυξης.

 θ) Να μην αποσκοπούν στην εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του Βιβλίου I (άρθρα 3 έως 221) ή στον τεχνητό περιορισμό του ανταγωνισμού.

ι) Να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα, ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων και η χρηστή δημοσιονομική διαχείριση των διατιθέμενων προς το σκοπό αυτό δημοσίων πόρων.

Στη σημερινή ελληνική πραγματικότητα, όπου έχουμε συμπληρώσει δέκα και πλέον χρόνια οικονομικής κρίσης και πρωτοφανούς ύφεσης στον κλάδο των κατασκευών, ο εξοντωτικός πλέον ανταγωνισμός μεταξύ των οικονομικών φορέων έχει οδηγήσει το φαινόμενο των “ασυνήθιστα χαμηλών προσφορών” να αποτελεί συνήθη καθημερινότητα και όχι εξαίρεση. Άπαντες γνωρίζουμε ότι ο κατασκευαστικός κλάδος βρίσκεται σε ένα ιδιαίτερα κρίσιμο σημείο. Είναι επίσης σαφές σε όλους μας ότι δεν υπάρχουν «μαγικές» λύσεις. Όσες φορές επιχειρήθηκε στο παρελθόν να δοθεί «πυροσβεστική προσέγγιση» ως τρόπος επίλυσης θεμάτων ουσίας, υπήρξε παταγώδης αποτυχία και κάθε φορά ο κλάδος αποδυναμώνονταν. Με το παρόν σχέδιο νόμου διαπιστώνουμε ότι γίνεται μία σοβαρή προσπάθεια, η οποία οδηγεί σε βελτίωση της νομοθεσίας περί των δημοσίων συμβάσεων και αίρει πολλές αντινομίες, που είχαν παρατηρηθεί κατά την εφαρμογή του ν.4412/2016.

Εμείς οφείλουμε, ενόψει αυτής της νέας προσπάθειας αναμόρφωσης και εκσυγχρονισμού του θεσμικού πλαισίου των Δημοσίων Συμβάσεων, με υπευθυνότητα απέναντι στα μέλη μας και στην Πολιτεία, να καταθέσουμε τις παρατηρήσεις μας, με σκοπό την περαιτέρω βελτίωση του νομοθετήματος και την άρση κάποιων αντιφάσεων, καθώς και ορισμένες προτάσεις που αποσκοπούν στην επιτάχυνση των διαδικασιών και στην αποτροπή μηχανισμών διαπλοκής.

ΙΙ. ΘΕΣΕΙΣ – ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΠΕΣΕΔΕ

Άρθρο 2 Ρύθμιση ζητημάτων προσφυγής σε διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση – Αντικατάσταση άρθρου32Α ν.4412/2016.

Δεν έχουμε αντίρρηση επί της εισηγούμενης τροποποίησης, όμως, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι, μετά την εμπειρία τεσσάρων ετών περίπου ισχύος του ν.4412/2016 η Ομοσπονδία μας έχει εντοπίσει πλείστες περιπτώσεις διακηρύξεων όπου διαπιστώνεται η εξόφθαλμη κατάχρηση του νόμου  και η κατά το δοκούν χρήση από τις Αναθέτουσες Αρχές αλλά και από τους Κυρίους των έργων συγκεκριμένων άρθρων της νομοθεσίας με τρόπους που μόνο εξασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος δεν επιτυγχάνεται. Μία από αυτές είναι και η κατάχρηση του άρθρου 32 Α σε περίπτωση θεομηνιών και με την κήρυξη περιοχών της χώρας σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

Είναι σαφές ότι η κατάχρηση του άρθρου 32 από τον Κύριο του Έργου και τις Αναθέτουσες Αρχές παραβιάζουν τις Αρχές της ίσης μεταχείρισης και της αναλογικότητας και νοθεύουν ευθέως τον ανταγωνισμό. Η Ομοσπονδία μας θεωρεί απαραίτητη και επιτακτική την παρέμβαση της Πολιτείας ασκώντας τον ελεγκτικό ρόλο της απέναντι στον Κύριο του Έργου και στις Αναθέτουσες Αρχές.

Συγκεκριμένα, ακολουθώντας το πνεύμα του Νομοθέτη στο παρόν Σχέδιο Νόμου, Σας προτείνουμε την θέσπιση διαδικασίας ελέγχου των Αναθετουσών Αρχών, από την Ε.Α.Α.Δ.Η.Σ.Υ. κατά τη χρήση του άρθρου32Α, είτε ως κομμάτι των αρμοδιοτήτων της επιτροπής που συστήνεται με το άρθρο 23 παρ.9 «Λόγοι αποκλεισμού – Αντικατάσταση άρθρου 73 ν.4412/2016, είτε ως κομμάτι των διαδικασιών της Εθνικής Βάσης Δεδομένων Δημοσίων Συμβάσεων  που δημιουργείται με το άρθρο 24 παρ.1 & παρ.3 «Αποκλεισμός οικονομικού φορέα από δημόσιες συμβάσεις – Αντικατάσταση άρθρου 74 ν.4412/2016).

Άρθρο 5 Τροποποίηση του άρθρου 36 του ν.4412/2016 – Υποχρέωση χρήσης – Λειτουργία ΕΣΗΔΗΣ  

  1. Στις συμβάσεις της παρ. 1 επιβάλλεται κράτηση ύψους 0,02% υπέρ της ανάπτυξης και συντήρησης του ΕΣΗΔΗΣ, η οποία υπολογίζεται επί της αξίας, της αρχικής, καθώς και κάθε συμπληρωματικής σύμβασης. Το ποσό αυτό παρακρατείται σε κάθε πληρωμή από την αναθέτουσα αρχή στο όνομα και για λογαριασμό α) του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών για τις δημόσιες συμβάσεις έργων, μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών, β) του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης για τις δημόσιες συμβάσεις προμηθειών και γενικών υπηρεσιών. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών και Οικονομικών και Ψηφιακής Διακυβέρνησης και Οικονομικών, κατά περίπτωση, ρυθμίζονται θέματα σχετικά με το χρόνο, τον τρόπο και τη διαδικασία κράτησης των ως άνω χρηματικών ποσών, καθώς και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

Κατάργηση της παραγράφου 6. Η Πολιτεία οφείλει να σταματήσει να αντιμετωπίζει τις Δημόσιες Συμβάσεις ως ο «κουμπαράς» στον οποίον έχει πρόσβαση με τη μορφή κρατήσεων.

Άρθρο 10 Τροποποίηση του άρθρου 44 του ν.4412/2016 – Τεχνική επάρκεια αναθετουσών αρχών στις δημόσιες συμβάσεις έργων και μελετών

Παράγραφος 1: Επαναφορά της διαδικασίας του προσδιορισμού της ελάχιστης τεχνικής επάρκειας των Αναθετουσών Αρχών. Αυθαίρετη και ενάντια στο πνεύμα των ευρωπαϊκών οδηγιών η προσπάθεια αφαίρεσης της αξιολόγησης των Αναθετουσών Αρχών. Συγκεκριμένα προτείνουμε να προστεθεί στο άρθρο 44 η παρακάτω παράγραφος:

΄΄Άρθρο 44 – Τεχνική ανεπάρκεια αναθετουσών αρχών στις δημόσιες συμβάσεις – Βαθμολόγηση των αναθετουσών αρχών κατά την σύναψη της σύμβασης και κατά την εκτέλεση αυτής.

  1. Όταν η Προϊσταμένη Αρχή αναθέτουσας αρχής ή το αρμόδιο όργανο διοίκησης αυτής ή ο εποπτεύων την αναθέτουσα αρχή φορέας κρίνουν ότι η αναθέτουσα αρχή δεν διαθέτει την απαιτούμενη εκ των περιστάσεων τεχνική επάρκεια για την ανάθεση ή την εκτέλεση δημόσιας σύμβασης έργου ή εκπόνησης μελέτης, η αναθέτουσα αρχή αναλόγως (α) συνάπτει υποχρεωτικά προγραμματική σύμβαση, κατά την έννοια της παραγράφου 4 του άρθρου 12, για την διαδικασία σύναψης της σύμβασης και την επίβλεψη της εκτέλεσης του έργου ή της εκπόνησης της μελέτης ή (β) συνάπτει σύμβαση παροχής τεχνικών υπηρεσιών κατά την έννοια του άρθρου 52.
  2. Μετά το πέρας της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης όλοι οι φορείς, που συμμετείχαν σ’ αυτήν, υποβάλλουν στην αναθέτουσα αρχή ή στα όργανα διοίκησης αυτής πίνακα με συγκεκριμένο ερωτηματολόγιο με βάση τον βαθμό ικανοποίησης εκάστου συμμετέχοντα από την εξέλιξη της διαδικασίας με βαθμολογία από 1 έως 5 με βασικά κριτήρια (α) την τήρηση του νόμου, της διακήρυξης και των διαδικασιών, (β) την αμεροληψία των οργάνων του διαγωνισμού, (γ) την ταχύτητα στην εξέλιξη της διαδικασίας, (δ) την ταχύτητα στην λήψη των αποφάσεων και (ε) την συμμόρφωση στις αποφάσεις των αρμοδίων αρχών και δικαστηρίων. Ο πίνακας αυτός συντάσσεται από την αναθέτουσα αρχή και αποτελεί παράρτημα της σχετικής διακήρυξης.

3. Μετά το πέρας της εκτέλεσης της σύμβασης έργου ή της εκπόνησης μελέτης, ο ανάδοχος υποβάλλει στην αναθέτουσα αρχή ή στο όργανο διοίκησης αυτής πίνακα με συγκεκριμένο ερωτηματολόγιο με βάση τον βαθμό ικανοποίησης αυτού από την εξέλιξη της διαδικασίας με βασικά κριτήρια (α) την τήρηση του νόμου, της σύμβασης και των συμβατικών τευχών, (β) την αμεροληψία των οργάνων της σύμβασης, (γ) την ταχύτητα στην ανταπόκριση των οργάνων της σύμβασης, (δ) την ταχύτητα στην λήψη των αποφάσεων, (ε) την συμμόρφωση των οργάνων της σύμβασης στις αποφάσεις των αρμοδίων αρχών και δικαστηρίων. Ο πίνακας αυτός συντάσσεται από την Διευθύνουσα Υπηρεσία και παραδίδεται στον ανάδοχο επί αποδείξει μαζί με την βεβαίωση περαίωσης επί σύμβασης εκτέλεσης έργου ή με την βεβαίωση συμμόρφωσης επί σύμβασης εκπόνησης μελέτης.

  1. Η αναθέτουσα αρχή υποβάλλει τους ανωτέρω πίνακες στο αρμόδιο για την αξιολόγηση των υπαλλήλων αυτής όργανο και στον εποπτεύοντα φορέα προκειμένου να εισηγηθούν αυτοί την λήψη των αναγκαίων νομίμων μέτρων και την έναρξη των αναγκαίων πειθαρχικών διαδικασιών΄΄.

Αιτιολόγηση

  1. Οι αναθέτουσες αρχές και οι υπηρεσίες τους, που ασχολούνται με την σύναψη συμβάσεων ανάθεσης έργου ή μελέτης και με την εκτέλεση έργων και την εκπόνηση μελετών, σε πολλές περιπτώσεις ενεργούν παρανόμως, αυθαιρέτως, μεροληπτικώς και κατά κατάχρηση εξουσίας με αποτέλεσμα οι συμμετέχοντες στις σχετικές διαδικασίες ή οι ανάδοχοι των έργων και των μελετών να τελούν ουσιαστικώς υπό καθεστώς εκβιασμών, απειλών και ομηρείας.
  2. Εν όψει τούτων απαιτείται να θεσπισθεί διαδικασία βαθμολόγησης των αναθετουσών αρχών και των οργάνων της από τους εμπλεκομένους με τον ίδιο τρόπο που πλέον γίνεται σε κάθε δραστηριότητα, ώστε να περιορισθούν οι αυθαιρεσίες, οι παρανομίες, η μεροληψία και η κατάχρηση εξουσίας και να διαμορφωθεί σταδιακά ένα πλαίσιο νομιμότητας και χρηστής διοίκησης.

Άρθρο 19 Τροποποίηση του  άρθρου 58 του ν.4412/2016 – Υπεργολαβία

 Καλύτερη λεκτική διατύπωση προς αποσαφήνισης της χρήσης της διάταξης.

Άρθρο 20 Τροποποίηση του  άρθρου 66 του ν.4412/2016 – Δημοσίευση σε εθνικό επίπεδο

Προσθήκη παραγράφου με την οποία θα καταργείται κάθε υποχρεωτικότητα ανάρτησης δημοσίευσης των προσκλήσεων στον Τύπο.

Σε περίπτωση που η Πολιτεία επιμένει στην αναχρονιστική διαδικασία υποχρέωσης ανάρτησης δημοσίευσης των προσκλήσεων στον Τύπο , για άλλους λόγους που δεν έχουν να κάνουν με την διαφάνεια και την διάχυση της πληροφορίας, αυστηρός επαναπροσδιορισμός του κόστους ώστε να σταματήσει η αυθαίρετη χρέωση και επιβάρυνση των Αναδόχων, ιδιαίτερα από τοπικής κυκλοφορίας εφημερίδες

 Άρθρο 22 Τροποποίηση του  άρθρου 72 του ν.4412/2016  –  Εγγυήσεις

  1. Οι αναθέτουσες αρχές ζητούν από τον ανάδοχο της σύμβασης να παράσχει «εγγύηση καλής εκτέλεσης», σε ποσοστό επί της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης ή του τμήματος της σύμβασης, χωρίς να συμπεριλαμβάνονται τυχόν δικαιώματα προαίρεσης. Το ποσοστό αυτό καθορίζεται για τις προμήθειες και τις υπηρεσίες σε 4% και για τα έργα και τις μελέτες σε 5%. Η «εγγύηση καλής εκτέλεσης» κατατίθεται μέχρι και την υπογραφή της σύμβασης.

Ο υπολογισμός της «εγγύησης καλής εκτέλεσης» σε κάθε περίπτωση πρέπει να αναφέρεται στο ποσό της σύμβασης, όπως εξάλλου προβλέπει ο Νομοθέτης στο ίδιο σχέδιο νόμου για Δημόσιες Συμβάσεις στον τομέα της Εθνικής Άμυνας στο άρθρο 168 – Προσθήκη άρθρου 33Α στο ν.3433/2006 – «Εγγυήσεις κατά το στάδιο ανάθεσης και εκτέλεσης της σύμβασης – Εξουσιοδοτική διάταξη».

Επίσης, στο άρθρο 72 πρέπει να προστεθεί στην παράγραφο 2 εδάφιο με το ακόλουθο περιεχόμενο

΄΄Η εγγύηση συμμετοχής δεν καταπίπτει εάν με απόφαση του αρμοδίου οργάνου της αναθέτουσας αρχής κριθεί ότι ο προσφέρων στις ανωτέρω περιπτώσεις δεν ενήργησε με δόλο ή με κακή πίστη΄΄.

Αιτιολόγηση

  1. Η κατάπτωση της εγγύησης συμμετοχής στις περιπτώσεις της παραγράφου 2 χωρίς προηγούμενη έρευνα του υποκειμενικού στοιχείου του προσφέροντος παραβιάζει ευθέως την αρχή της αναλογικότητας.
  2. Εν όψει τούτων επιβάλλεται η θέσπιση όρου περί μη κατάπτωσης αυτής όταν κρίνεται ότι ο προσφέρων ενήργησε χωρίς δόλο και χωρίς κακή πίστη.

Άρθρο 24 Τροποποίηση του άρθρου 76 του ν.4412/2016 – Κριτήρια επιλογής σε διαδικασίες σύναψης δημόσιας σύμβασης έργου

Το άρθρο 76, το οποίο φέρεται ως προσαρμογή του άρθρου 57 παρ. 7 της Οδηγίας 2014/24/ΕΚ, δεν έχει καμιά σχέση με το άρθρο αυτό της εν λόγω Οδηγίας και η σχετική αναφορά είναι απολύτως προσχηματική. Συγκεκριμένα:

  • Στο άρθρο 76 πρέπει να απαλειφθεί η παράγραφος 4 διότι μ’ αυτήν επιτρέπεται η συμμετοχή στις διαδικασίες ανάθεσης δημόσιας σύμβασης έργου ή μελέτης ΄΄οικονομικών φορέων΄΄, που δεν είναι εγγεγραμμένοι στις τάξεις των Μητρώων του Π.Δ.71/2019.

Η πρόβλεψη αυτή καταλύει ολόκληρο το σύστημα των Μητρώων εργοληπτικών επιχειρήσεων και εγκυμονεί τον κίνδυνο συμμετοχής σε διαγωνισμούς φορέων, που δεν είναι εγγεγραμμένοι στα μητρώα αυτά, με μόνο εφόδιο ότι ΄΄εκπληρώνουν τα κριτήρια επιλογής του άρθρου 75΄΄, χωρίς, όμως, να παρέχουν τα απαραίτητα εχέγγυα για την εκτέλεση τέτοιων συμβάσεων.

Άρθρο 33 Τροποποίηση του  άρθρου 88 του ν.4412/2016 – Ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές

1.Όταν οι προσφορές φαίνονται ασυνήθιστα χαμηλές σε σχέση με τα έργα, τα αγαθά ή τις υπηρεσίες, οι αναθέτουσες αρχές απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να εξηγήσουν την τιμή ή το κόστος που προτείνουν στην προσφορά τους, εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση της σχετικής πρόσκλησης της αναθέτουσας αρχής.

  1. Στις δημόσιες συμβάσεις έργων, μελετών, παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών, ως ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές, σε κάθε περίπτωση τεκμαίρονται προσφορές που υποβάλλονται σε διαγωνισμό και εμφανίζουν απόκλιση μεγαλύτερη του δέκα τοις εκατό (10%) από τον μέσο όρο του συνόλου των προσφορών που υποβλήθηκαν. Η αναθέτουσα αρχή δύναται να κρίνει ότι ως ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές τεκμαίρονται και προσφορές με μικρότερη ή καθόλου απόκλιση από το ως άνω όριο.

 Προς αποφυγή παρερμηνειών πρέπει και οι δύο παράγραφοι να επαναδιατυπωθούν ως εξής:

 «1. Όταν οι προσφορές φαίνονται ασυνήθιστα χαμηλές, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 6 – σε σχέση με τα έργα, τα αγαθά ή τις υπηρεσίες, οι αναθέτουσες αρχές υποχρεούνται να απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να εξηγήσουν την τιμή ή το κόστος που προτείνουν στην προσφορά τους, εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση της σχετικής πρόσκλησης της αναθέτουσας αρχής.

  1. Στις δημόσιες συμβάσεις έργων, μελετών, παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών, ως ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές, σε κάθε περίπτωση τεκμαίρονται προσφορές που υποβάλλονται σε διαγωνισμό και εμφανίζουν απόκλιση μεγαλύτερη κατά δέκα ποσοστιαίες μονάδες από τον μέσο όρο του συνόλου των προσφορών που υποβλήθηκαν. Η αναθέτουσα αρχή δύναται να κρίνει ότι ως ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές τεκμαίρονται και προσφορές με μικρότερη ή καθόλου απόκλιση από το ως άνω όριο.»

 Στην παράγραφο 3 πρέπει να αλλάξει η διατύπωση ως ακολούθως:

  1. Η αναθέτουσα αρχή αξιολογεί τις παρεχόμενες πληροφορίες αφού προηγουμένως ακούσει τις απόψεις και των άλλων συμμετεχόντων και μπορεί να απορρίψει την προσφορά εάν τα παρεχόμενα στοιχεία δεν εξηγούν κατά τρόπο ικανοποιητικό το χαμηλό επίπεδο της τιμής ή του κόστους που προτείνεται, λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων, που αναφέρονται στην παράγραφο 2. Οι αναθέτουσες αρχές απορρίπτουν την προσφορά εάν διαπιστώσουν ότι είναι ασυνήθιστα χαμηλή εκ του λόγου ότι δεν συμμορφώνεται με τις ισχύουσες υποχρεώσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 18.

Η παράγραφος 7 πρέπει να αναδιατυπωθεί ώστε να καθορισθούν εξ αρχής τα κριτήρια χαρακτηρισμού μιας προσφοράς ως ασυνήθιστα χαμηλής και να μην αφεθεί η ρύθμιση αυτή σε υπουργική απόφαση.

Αιτιολογία

  • Τα κριτήρια χαρακτηρισμού μιας προσφοράς ως χαμηλής πρέπει, για λόγους σαφήνειας και προβλεψιμότητας, να καθορίζονται από τον νόμο και να μην καθορίζονται με υπουργικές αποφάσεις. Επίσης, στην παράγραφο 3 γίνεται λόγος για αξιολόγηση των παρεχομένων από τον υποβάλλοντα χαμηλή προσφορά πληροφοριών ΄΄σε συνεννόηση΄΄ με τον ίδιο χωρίς την συμμετοχή στην αξιολόγηση αυτή των λοιπών διαγωνιζομένων. Η τοιαύτη εν κρυπτώ αξιολόγηση των πληροφοριών είναι απολύτως παράνομη γιατί, κατά νόμον, η διαγωνιστική διαδικασία είναι μια ανοικτή τυπική διαδικασία, στην οποία συμμετέχουν όλοι οι διαγωνιζόμενοι.

Άρθρο 47 Τροποποίηση του άρθρου 106 του ν.4412/2016 – Ματαίωση διαδικασίας

  1. Ματαίωση της διαδικασίας ανάθεσης δημόσιας σύμβασης μπορεί να λάβει χώρα με ειδικώς αιτιολογημένη απόφαση της αναθέτουσας αρχής, μετά από γνώμη του αρμόδιου οργάνου, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

       δ) αν η επιλεγείσα προσφορά κριθεί ως μη συμφέρουσα από οικονομική άποψη,

  1. Ειδικά για την περίπτωση δ΄ της παραγράφου 2 για τη ματαίωση της διαδικασίας σύναψης δημόσιας σύμβασης έργου, απαιτείται γνώμη του Τεχνικού Συμβουλίου του Υπουργείου στο οποίο υπάγεται ή από το οποίο εποπτεύεται η αναθέτουσα αρχή ή του τεχνικού συμβουλίου της οικείας περιφέρειας, όταν στο οικείο Υπουργείο δεν υφίσταται τεχνικό συμβούλιο και όταν αναθέτουσες αρχές είναι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης Α΄ και Β΄ βαθμού ή ενώσεις ή νομικά πρόσωπα των οργανισμών αυτών.

Προτείνουμε την κατάργηση των παραπάνω, διότι:

  • λόγω της πρόδηλης αοριστίας της εγκυμονεί τον κίνδυνο ματαιώσεων των διαγωνισμών με την προσχηματική αιτιολογία της ΄΄μη συμφέρουσας΄΄ από οικονομική άποψη προσφοράς
  • λόγω της πρόδηλης αντιφατικότητάς της μπορεί να οδηγεί σε αυθαιρεσίες αφού μια ΄΄επιλεγείσα΄΄ προσφορά δεν μπορεί να κρίνεται εκ των υστέρων ως ΄΄μη συμφέρουσα΄΄
  • στο παρελθόν έχουν καταγραφεί πλείστες περιπτώσεις ακύρωσης οικονομικών προσφορών ως μη συμφέρουσες από οικονομικής άποψης χωρίς εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση. Ακόμη και με την εφαρμογή της παραγράφου 6, είναι πολύ πιθανή η προσπάθεια επηρεασμού των μελών του Τεχνικού Συμβουλίου και η αναίτια απόρριψη οικονομικών προσφορών οικονομικών φορέων. Σε κάθε περίπτωση δημιουργούνται συνθήκες αδιαφάνειας και αθέμιτου ανταγωνισμού.

Άρθρο 56 Ανάθεση εξειδικευμένων υπηρεσιών (σύμβουλοι, εμπειρογνώμονες) για δημόσιες συμβάσεις– Τροποποίηση άρθρου 128 ν.4412/2016

Στο άρθρο 128 πρέπει να προβλεφθεί μια διαφανής και αδιαμφισβήτητη διαδικασία επιλογής των ιδιωτικών φορέων ως επιβλεπόντων γιατί διαφορετικά η πρόσληψη αυτών θα εξελιχθεί σε μια απολύτως αδιαφανή και μεροληπτική διαδικασία. Έχουμε καταθέσει συγκεκριμένη πρόταση δημιουργίας Μητρώου Επιβλεπόντων στα πλαίσια των εργασιών για την τροποποίηση του Π.Δ.71/2019.

Περαιτέρω, πρέπει να προστεθεί και να διατυπωθεί ως ακολούθως:

΄΄6. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία δεσμεύεται από τα πορίσματα και τα έγγραφα του ιδιωτικού φορέα επίβλεψης΄΄.

Αιτιολόγηση

  1. Είναι πρόδηλο ότι, αν η πρόσληψη των ιδιωτικών φορέων ως επιβλεπόντων γίνεται με απ’ ευθείας ανάθεση ή χωρίς την τήρηση συγκεκριμένων διαδικασιών ανάθεσης, η όλη διαδικασία θα καταστεί σύντομα αδιαφανής και μεροληπτική.
  2. Η πρόσληψη των ιδιωτικών φορέων ως επιβλεπόντων πρέπει να γίνεται πριν από την ανάθεση της σύμβασης, ώστε να μην γίνεται αντικείμενο συναλλαγής μεταξύ αναθέτουσας αρχής και αναδόχου.
  3. Ο ιδιωτικός φορέας ως επιβλέπων επιτελεί το ίδιο έργο, που θα επιτελούσε και ο επιβλέπων της Υπηρεσίας. Συνεπώς, τα πορίσματα και τα έγγραφα του επιβλέποντος ιδιωτικού φορέως θα πρέπει να δεσμεύουν με τον ίδιο τρόπο την Διευθύνουσα Υπηρεσία, διαφορετικά ο θεσμός αυτός γρήγορα θα απαξιωθεί, πολλώ δε μάλλον γιατί η Διευθύνουσα Υπηρεσία θα επιδιώκει να αμφισβητεί τα πορίσματα των ιδιωτικών φορέων, με αποτέλεσμα να γεννώνται περισσότερα προβλήματα απ’ αυτά που επιδιώκεται να λυθούν με τον νέο θεσμό και να δημιουργούνται περισσότερες διαφορές μεταξύ της αναθετούσης αρχής και του αναδόχου.

Τροποποίηση του άρθρου 132 παρ. 1 περ. δ΄ υποπερ. ββ΄ – Τροποποίηση συμβάσεων κατά την διάρκειά τους (δεν έχει συμπεριληφθεί στο σχέδιο νόμου)

Πρέπει να διευκρινισθεί ώστε να μην επέρχεται σύγχυση ως προς το εύρος των σχετικών προβλέψεων ειδικώς εν σχέσει προς την υποκατάσταση του αρχικού αναδόχου και να είναι η διατύπωση συμβατή με τις σχετικές παραδοχές του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, προτείνεται δε η ακόλουθη ερμηνευτική προσθήκη στην υποπερίπτωση ββ΄):

΄΄Ως μερική διαδοχή του αρχικού αναδόχου νοείται και η υποκατάσταση αυτού από άλλον οικονομικό φορέα λόγω κατάστασης αφερεγγυότητας αυτού΄΄.

Άρθρο 59 Τροποποίηση του άρθρου 138 του ν.4412/2016 – Γενικές υποχρεώσεις του  αναδόχου

Στο άρθρο 138 πρέπει να γίνουν οι ακόλουθες αλλαγές:

  1. Πρέπει να απαλειφθεί η παράγραφος 2 και να αντικατασταθεί ως ακολούθως:

΄΄3. Μετά τη διάλυση της σύμβασης για τον παραπάνω λόγο η προϊσταμένη αρχή υποχρεούται να προχωρήσει σε τροποποίηση της μελέτης σε επαναδημοπράτηση του έργου κατά το άρθρο 50 με αξιολόγηση μελέτης, και σε απόδοση ευθυνών για την εκπόνηση και την έγκριση της άστοχης ή ουσιωδώς ελλιπούς μελέτης΄΄.

Αιτιολογία:

1.Είναι γνωστό ότι μία από τις παθογένειες των δημοσίων έργων αποτελεί η μετά την ανάθεση του έργου τροποποίηση της μελέτης, η οποία πάντοτε επιφέρει αύξηση του οικονομικού αντικειμένου της σύμβασης και ότι είναι απαραίτητο να θεσπισθούν τρόποι απεμπλοκής. Όμως, η ανάγκη αυτή δεν μπορεί να οδηγεί σε λύσεις προδήλως αντιφατικές, ανεδαφικές και άστοχες. Τούτο δε γιατί δεν είναι δυνατόν από την μία πλευρά να έχει κριθεί ότι η μελέτη παρουσιάζει ουσιώδεις ελλείψεις και πλημμέλειες και αυτό να οδηγεί στην διάλυση της σύμβασης και από την άλλη πλευρά να προβλέπεται μετά την διάλυση της σύμβασης η ανάθεση του έργου στον επόμενο κατά σειρά μειοδότη και η εκτέλεση αυτού με την μελέτη που κρίθηκε ουσιωδώς ελλιπής ή πλημμελής.

2.Περαιτέρω, προς άρση των ανωτέρω αντιφάσεων προτείνεται η τροποποίηση της μελέτης και η επαναδημοπράτηση του έργου σύμφωνα με το άρθρο 50, δηλαδή με αξιολόγηση μελέτης .Παρ. 2: Σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι η μελέτη χρήζει ουσιωδών τροποποιήσεων, πρέπει να προβλεφθούν μέτρα και κυρώσεις σε βάρος του μελετητή που εκπόνησε την πλημμελή μελέτη και σε βάρος των οργάνων, που αποφάσισαν την έγκριση της πλημμελούς μελέτης.

Παρ.6:Να διευκρινισθεί ότι το χρονικό διάστημα που ο Ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να σταματήσει τις εργασίες δε θα προσμετράτε στο Χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης εργασιών.

Παρ. 9: Πρέπει να προστεθεί η απολογιστική δαπάνη του Αναδόχου για την λήψη μέτρων ασφαλείας. Η υιοθέτηση από μεριάς της Πολιτείας την απολογιστική αποζημίωση των απαιτούμενων μέτρων ασφαλείας θα συνδράμει τα μέγιστα στην αύξηση της ασφάλειας των εργαζομένων σε τεχνικά έργα ως οφείλει.

Παρ.18: Υπερβολικά αυστηρή διάταξη. Η εμπειρία μας έχει δείξει ότι σε πολλές περιπτώσεις υπάρχουν «κρυμμένες» αστοχίες σε μία μελέτη οι οποίες δεν είναι δυνατόν να εντοπισθούν ακόμα και μετά από προσεκτικό έλεγχο. Προτείνουμε την κατάργηση της διάταξης αυτής.

Άρθρο 61 Αντικατάσταση του άρθρου 142 του ν.4412/2016 – Ψηφιακό αρχείο βαθμολόγησης

Το άρθρο 142 περί ψηφιακού αρχείου βαθμολογήσεως ειδικώς μόνον των τεχνικών εταιριών πρέπει να απαλειφθεί, το μεν γιατί δεν εξυπηρετεί καμιά σκοπιμότητα αφού η βαθμολόγηση δεν αποτελεί κριτήριο συμμετοχής στους διαγωνισμούς ή κριτήριο αναθέσεως, το δε γιατί αναιρεί την νομοθεσία περί εγγραφής κατατάξεως των τεχνικών εταιριών στο οικείο Μητρώο. Σε κάθε περίπτωση μια τέτοια βαθμολόγηση χωρίς γνωστά εκ των προτέρων κριτήρια είναι απολύτως ανίσχυρη.

Από την άλλη πλευρά μια τέτοια βαθμολόγηση χωρίς αντίστοιχη βαθμολόγηση και αξιολόγηση των αρμοδίων οργάνων των αναθετουσών αρχών στοιχειοθετεί πρόδηλη μονομέρεια του νομοθέτη, που θα καταστήσει την διάταξη εξ αρχής ανεφάρμοστη και ανίσχυρη.

Τροποποίηση του άρθρου 144 Σύμπραξη του μελετητή στην κατασκευή – Πρόσθετες εγγυήσεις – Ευθύνη (δεν έχει συμπεριληφθεί στο σχέδιο νόμου)

Στο άρθρο 144 πρέπει να γίνουν ορισμένες αλλαγές προκειμένου να αντιμετωπισθούν ουσιώδεις αντιφάσεις αυτού με το άρθρο 138, στο οποίο περιέχονται διαφορετικές προβλέψεις εν σχέσει προς την εγκεκριμένη μελέτη εκτέλεσης του έργου, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και τις παρατηρήσεις, που παρατίθενται στην παράγραφο VII του παρόντος σημειώματος.

 Άρθρο 66 Αντικατάσταση του άρθρου 147 του ν.4412/2016 – Προθεσμίες

Παράγραφος 2: Επαναφορά της διάκρισης των τμηματικών προθεσμιών σε απόλυτων και ενδεικτικών.  Πρέπει στο άρθρο 147 να προβλεφθούν οι ΄΄ενδεικτικές΄΄ προθεσμίες διότι οι προβλεπόμενες ανελαστικές ΄΄τμηματικές΄΄ προθεσμίες εκτελέσεως του έργου το μεν είναι αδύνατον να τηρηθούν ως εκ των συνθηκών εκτελέσεως αυτού, το δε θα καταστούν εργαλείο εκβιασμών στα χέρια των οργάνων της αναθετούσης αρχής σε βάρος των αναδόχων. Στο άρθρο 147 πρέπει να προβλεφθούν εκ νέου οι ΄΄ενδεικτικές΄΄ τμηματικές προθεσμίες, διότι η χρήση ΄΄αποκλειστικών΄΄ προθεσμιών θα γίνει εργαλείο αυθαιρεσιών, κατάχρησης εξουσίας και εκβιασμών από τις υπηρεσίες και τους υπαλλήλους τους. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να προβλεφθεί ότι οι αποκλειστικές προθεσμίες ολοκλήρωσης συγκεκριμένων τμημάτων του έργου πρέπει να τελούν σε συνάρτηση με την συνολική προθεσμία περαίωσης του έργου και ότι σε περίπτωση παράτασης της τοιαύτης συνολικής προθεσμίας παρατείνονται αναλόγως και οι τμηματικές προθεσμίες.

Παράγραφος 4: Για ποιο λόγο έχει μπει αυτός ο χρονικός προσδιορισμός;

Παράγραφος 7: Τα γεγονότα ανωτέρας βίας, όπως εξάλλου προκύπτει από τον προσδιορισμό τους, ελέγχονται πολύ δύσκολα (π.χ. θεομηνίες, πανδημίες κλπ.). Κατά συνέπεια η επιχείρηση προσδιορισμού χρονικών ορίων σε αυτού του είδους γεγονότων είναι λανθασμένη. Προτείνουμε να αφαιρεθεί: «Η αναστολή του προηγούμενου εδαφίου ………….. τριάντα (30) ημέρες».

 Άρθρο 67 Τροποποίηση του άρθρου 148 του ν.4412/2016 – Ποινικές ρήτρες για παραβίαση προθεσμιών

Επαναφορά της διάταξης σύμφωνα με την οποία, εάν τηρηθεί η συνολική προθεσμία του έργου να επιστρέφονται οι επιβληθείσες ποινικές ρήτρες για μη τήρηση των ενδεικτικών τμηματικών προθεσμιών. ΝΑ ΙΣΧΥΣΕΙ ΤΟ ΙΔΙΟ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΠΟΛΥΤΕΣ ΤΜΗΜΑΤΙΚΕΣ ΠΡΟΘΕΣΜΙΕΣ. Η υλοποίηση μίας Δημόσιας Σύμβασης ΕΡΓΟΥ είναι μία απόλυτα δυναμική διαδικασία, στην οποία δεν είναι δυνατόν να προβλεφθούν οι απρόβλεπτες καταστάσεις που θα δημιουργηθούν και μπορεί να ανατρέψουν τόσο τα οριζόμενα εξαρχής Χρονοδιαγράμματα, τις αρχικές μελέτες κλπ. Η επιχειρούμενη αυστηροποίηση των όρων υλοποίησης μίας σύμβασης έργου στο παρόν σχέδιο νόμου προβληματίζει και εγείρει αμφιβολίες κατά πόσο έχει γίνει κατανοητή από μεριάς του συντάκτη η φύση αυτών των συμβάσεων.

Άρθρο 68  Αντικατάσταση του άρθρου 149 του ν.4412/2016 – Ρήτρα πρόσθετης καταβολής (πριμ) &

Άρθρο 71 Αντικατάσταση του άρθρου 152 του ν.4412/2016 – Λογαριασμοί

Στο άρθρο 149 παρ. 1, η πρόβλεψη περί της καταβολής πρόσθετης αμοιβής (πριμ) στον ανάδοχο λόγω της ταχύτερης εκτελέσεως του έργου πρέπει στην διακήρυξη να είναι υποχρεωτική το μεν διότι διαφορετικά δεν θα υπάρχει επαρκές κίνητρο για την επιτάχυνση της εκτελέσεως του έργου, το δε διότι στο άρθρο 152 παρ.1 προβλέπεται ότι η αναθέτουσα αρχή δικαιούται να αναβάλει την πληρωμή των επιπλέων εργασιών, που εκτέλεσε ο ανάδοχος πέρα από τις προβλεπόμενες στο χρονοδιάγραμμα, ώστε να συμπέσει με τα προβλεπόμενα στο χρονοδιάγραμμα, και ότι το δικαίωμα αυτό δεν εφαρμόζεται όταν στην σύμβαση προβλέπεται πρόσθετη αμοιβή (πριμ) για την ταχεία περάτωση του έργου, η πρόβλεψη δε αυτή καθιστά υποχρεωτική την πρόσθετη αμοιβή.

 Άρθρο 70 Αντικατάσταση του άρθρου 151 του ν. 4412/2016 – Επιμετρήσεις

Παρ. 5 και παρ. 6: Οι επιμετρήσεις διακρίνονται ως ανακριβείς (και ως τέτοιες λογίζονται αυτές που φέρουν προφανή υπολογιστικά σφάλματα ή παραλείψεις ή αναφορά λανθασμένου άρθρου του τιμολογίου και δεν μπορούν να αποδοθούν σε πρόθεση του αναδόχου να εξαπατήσει την Διευθύνουσα Υπηρεσία) και σε εκ προθέσεως αναληθείς (και ως τέτοιες θεωρούνται αυτές που παρέχουν αναληθή επιμετρητικά στοιχεία από πρόθεση να εξαπατηθεί η Διευθύνουσα Υπηρεσία).

Όμως, παρά την τοιαύτη διευκρίνιση αμφότερα τα είδη επιμετρήσεων οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα και δη στην σύνταξη αρνητικού λογαριασμού για την επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων προσαυξημένων με ειδική ποινική ρήτρα 3%, η τοιαύτη δε ομοία μεταχείριση των δύο επιμετρήσεων δεν δικαιολογείται το μεν ως εκ της γενομένης διακρίσεως, το δε ως παραβιάζουσα προδήλως την αρχή της αναλογικότητας. Πρέπει να αναδιατυπωθούν οι παράγραφοι 5 και 6 ώστε να μη αντιμετωπίζονται οι ανακριβείς επιμετρήσεις με τον ίδιο τρόπο που αντιμετωπίζονται οι εκ προθέσεως αναληθείς επιμετρήσεις.

Τροποποίηση του άρθρου 164 Υποκατάσταση (δεν έχει συμπεριληφθεί στο σχέδιο νόμου)

Στο άρθρο 164 πρέπει να προστεθεί παράγραφος 2 με το ακόλουθο περιεχόμενο:

΄΄Η υποκατάσταση του αναδόχου από τρίτο λόγω αφερεγγυότητας ή αδυναμίας αυτού συνιστά μερική διαδοχή του αναδόχου στην εκτέλεση του έργου΄΄.

Αιτιολογία

Μετά την έναρξη της ισχύος του Ν. 4412/2016 ανέκυψε ερμηνευτικό ζήτημα περί του εάν η υποκατάσταση του αναδόχου λόγω αφερεγγυότητας ή αδυναμίας αυτού συνιστά ΄΄μερική διαδοχή΄΄ ή όχι αυτού και, συνεπώς, επιβάλλεται η νομοθετική διευκρίνιση του ζητήματος τούτου προς άρση των ερμηνευτικών παρερμηνειών του άρθρου 132 παρ. 1 περ δ του Ν. 4412/2016.

Άρθρο 81 Αντικατάσταση του άρθρου 165 του ν.4412/2016 – Υπεργολαβία κατά  την εκτέλεση – Εγκεκριμένος υπεργολάβος – Κατασκευαστική κοινοπραξία

Στο άρθρο 165 πρέπει να προστεθούν παράγραφοι 7 και 8 με το ακόλουθο περιεχόμενο:

΄΄7. Σε περίπτωση σύναψης απλής μη εγκεκριμένης σύμβασης υπεργολαβίας για την εκτέλεση τμήματος ή τμημάτων του έργου, ο υπεργολάβος δικαιούται να ζητήσει από την αναθέτουσα αρχή την έκδοση πιστοποιητικού εμπειρίας εκ της συμμετοχής του στην εκτέλεση του έργου υπό την προϋπόθεση (α) ότι είναι εγγεγραμμένος σε τάξη του ΜΕΕΠ ή επιδιώκει να εγγραφεί στο ΜΕΕΠ, (β) ότι έχει γνωστοποιηθεί στην αναθέτουσα αρχή από τον ανάδοχο ή από τον υπεργολάβο η σύναψη της υπεργολαβικής σύμβασης, και (γ) ότι η Διευθύνουσα Υπηρεσία βεβαιώνει την συμμετοχή του υπεργολάβου στην εκτέλεση του έργου.

  1. Η σύναψη εγκεκριμένης και απλής υπεργολαβίας δεν αναιρεί την ευθύνη του αναδόχου έναντι της αναθέτουσας αρχής΄΄.

Αιτιολογία

1. Όπως είναι γνωστό, κατά την εκτέλεση των δημοσίων έργων οι ανάδοχοι συνάπτουν συμβάσεις υπεργολαβίας με υπεργολάβους για την εκτέλεση τμήματος ή τμημάτων του έργου, οι οποίες, όμως, δεν είναι ΄΄εγκεκριμένες΄΄ από την αναθέτουσα αρχή, κατά την έννοια του άρθρου 147 παρ. 1. Μολονότι δε είναι γνωστό στην αναθέτουσα αρχή ότι τμήμα ή τμήματα του έργου εκτελούνται υπεργολαβικώς, εν τούτοις οι εργοληπτικές επιχειρήσεις, που είναι εγγεγραμμένες στο ΜΕΕΠ ή θέλουν να εγγραφούν στο ΜΕΕΠ και εκτελούν δημόσια έργα υπεργολαβικώς, δεν μπορούν να αξιοποιήσουν την εμπειρία τους εκ των υπεργολαβιών με αποτέλεσμα να στερούνται του δικαιώματος επίκλησης της εμπειρίας αυτής στο ΜΕΕΠ. Η ρύθμιση αυτή αφορά χιλιάδες μικρομεσαίες εργοληπτικές επιχειρήσεις, οι οποίες είναι εγγεγραμμένες στο ΜΕΕΠ ή θέλουν να εγγραφούν στο ΜΕΕΠ και ασχολούνται με την εκτέλεση δημοσίων έργων υπεργολαβικώς.

  1. Από την άλλη πλευρά, με τις ανωτέρω ρυθμίσεις επιλύεται ένα από μακρού εριζόμενο στα δικαστήρια ζήτημα περί της υπεργολαβίας κατά την εκτέλεση δημοσίων έργων και αίρονται οι ερμηνευτικές διχογνωμίες για την εγκεκριμένη και την απλή υπεργολαβία.
  2. Τέλος, με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις αίρεται οποιαδήποτε αμφιβολία εν σχέσει προς την άρση ή μη της ευθύνης του αναδόχου σε περίπτωση εγκεκριμένης ή απλής υπεργολαβίας. Πρέπει να περιληφθεί πρόβλεψη για το δικαίωμα του αναδόχου να συνάπτει απλές υπεργολαβικές συμβάσεις για την εκτέλεση τμημάτων ή όλου του έργου, δηλαδή για υπεργολαβίες, που δεν θεωρούνται ΄΄εγκεκριμένες΄΄, κατά την έννοια του νόμου, και δεν έχουν τις συνέπειες αυτών, ώστε να αρθεί η παρατηρούμενη σύγχυση στην νομολογία και να διακριθεί η απλή υπεργολαβία από την ΄΄εγκεκριμένη΄΄ υπεργολαβία.

Τέλος, πρέπει να προστεθεί διάταξη σύμφωνα με την οποία το ύψος των τιμολογημένων εργασιών του υπεργολάβου, εγκεκριμένου ή απλού, θα πρέπει να προσμετράτε τόσο στον κύκλο εργασιών του υπεργολάβου όσο και στον κύκλο εργασιών του Αναδόχου και σε κάθε χρηματοοικονομικό κριτήριο που απαιτείται σύμφωνα με το ν.4412/2016.

 Άρθρο 82 Αντικατάσταση του άρθρου 168 του ν.4412/2016 – Βεβαίωση                περάτωσης εργασιών

Προτείνεται να προστεθεί στο άρθρο 168 του Ν. 4412/2016 παράγραφος 7 με το ακόλουθο περιεχόμενο:

΄΄1. …. 7.  Σε περίπτωση που παρέλθει δίμηνο από την λήξη του εγκεκριμένου χρόνου περαίωσης του έργου και δεν εκδοθεί από την Διευθύνουσα Υπηρεσία έκθεση της παραγράφου 2, επέρχεται αυτοδίκαιη περαίωση του έργου με μόνη τη παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας. Σ’ αυτή την περίπτωση η αναθέτουσα αρχή υποχρεούται να κινήσει την διαδικασία πειθαρχικής έρευνας για τον καταλογισμό τυχόν ευθυνών των υπαιτίων υπαλλήλων΄΄.

Αιτιολογία

  1. Σε πολλές περιπτώσεις ο επιβλέπων ή το εντεταλμένο όργανο της επίβλεψης ή η Διευθύνουσα Υπηρεσία, ενεργώντας από αμέλεια και αδιαφορία ή παρανόμως, αυθαιρέτως, κατά παράβαση καθήκοντος και κατά κατάχρηση εξουσίας, δεν προβαίνουν στις απαραίτητες ενέργειες για την βεβαίωση περαίωσης των έργων με αποτέλεσμα οι ανάδοχοι να παραμένουν όμηροι των αυθαιρεσιών ή της αμελούς συμπεριφοράς των εν λόγω οργάνων.

2 Εν όψει τούτων απαιτείται η θέσπιση διαδικασίας αυτοδίκαιης περαίωσης και ταυτοχρόνως η κίνηση της πειθαρχικής διαδικασίας για να σταματήσουν τα φαινόμενα της αδρανείας ή των αυθαιρεσιών των υπαλλήλων.

Μια τέτοια πρόβλεψη, εξ άλλου, θα ήταν απόλυτα συμβατή με την διάταξη του άρθρου 172 παρ. 12, στην οποία προβλέπεται ότι ΄΄αν η παραλαβή συντελεστεί αυτοδίκαια και διαπιστωθούν εκ των υστέρων διαφορές στις ποσότητες των εργασιών που εκτελέσθηκαν, ο ανάδοχος έχει υποχρέωση να επιστρέψει το εργολαβικό αντάλλαγμα που έχει καταβληθεί για τις εργασίες αυτές΄΄, δηλαδή, στην διάταξη του άρθρου 172 παρ. 12 γίνεται λόγος για αυτοδίκαιη συντέλεση της παραλαβής χωρίς να έχει προηγηθεί αυτοδίκαιη περαίωση των εργασιών.

Άρθρο 86 Αντικατάσταση του άρθρου 172 του ν.4412/2016 – Παραλαβή

Παρ.2: αύξηση του χρόνου προθεσμίας για την επιβλέπουσα υπηρεσία να προβεί στην παραλαβή. ΝΑ ΕΠΑΝΕΛΘΕΙ Ο ΑΡΧΙΚΟΣ ΧΡΟΝΟΣ, ΗΤΟΙ ΔΥΟ (2) ΜΗΝΕΣ.

Παρ.6 δεύτερη σειρά: να διαγραφεί ο σύνδεσμος «αν». Ο ανάδοχος σύμφωνα με την παράγραφο ΚΑΛΕΙΤΑΙ.

Παρ. 9 πρώτη σειρά: να διαγραφεί η λέξη «οριστική»

Παρ.12: όπως στην προηγούμενη παράγραφο η συντέλεση της παραλαβής τεκμαίρει και την παραγραφή των απαιτήσεων του αναδόχου, το ίδιο ακριβώς θα πρέπει να ισχύει και για την επιβλέπουσα υπηρεσία. ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ 12.

Παρ. 13 και 14: γίνεται λόγος για υποχρέωση του αναδόχου να συντάξει Φάκελο Ασφαλείας και Υγείας (ΦΑΥ), Σχέδιο Ασφαλείας και Υγείας (ΣΑΥ), Μητρώο έργου, φάκελο προεκτιμήσεως της δαπάνης τακτικής συντηρήσεως και λειτουργιάς του έργου, εγχειρίδια λειτουργίας και συντηρήσεως του έργου, ψηφιακό αρχείο, σχέδια ΄΄ως κατασκευάσθη΄΄ αλλά χωρίς πρόβλεψη σχετικής αμοιβής.

Παρ. 14: προβλέπεται ότι, σε περίπτωση που ο ανάδοχος δεν προσκομίσει τα ανωτέρω έγγραφα, θα καταπίπτει σε βάρος του το 50% της εγγυητικής επιστολής καλής εκτελέσεως του έργου, πλην, όμως, το μέτρο αυτό παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας διότι το 50% της εγγυητικής επιστολής εκτελέσεως του έργου εν σχέσει προς την δαπάνη συντάξεως των ανωτέρω εγγράφων είναι εξαιρετικά δυσανάλογη. Αν πρέπει δε να προβλέπεται μια κύρωση, αυτή δεν μπορεί αντικειμενικώς να είναι μεγαλύτερη του 0,5% της εγγυητικής επιστολής.

Άρθρο 87 Αντικατάσταση του άρθρου 174 του ν.4412/2016 – Διοικητική επίλυση συμβατικών διαφορών

Η Χώρα μας, εφόσον επιθυμεί να είναι και να λειτουργεί ως ένα σύγχρονο Ευρωπαϊκό  Κράτος, με όλες τις εκφάνσεις του νομικές, οικονομικές και κοινωνικές, πρέπει, κατ ΄ ελάχιστον, να έχει εξασφαλίσει ότι οι «συμβάσεις» του Δημοσίου θα διέπονται από κανόνες διαφάνειας, ισονομίας και υγιούς ανταγωνισμού, όπως ακριβώς ορίζουν οι βασικές Αρχές των Ευρωπαϊκών Οδηγιών και όπως αυτές εφαρμόζονται στα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κατά συνέπεια, η Πολιτεία οφείλει άμεσα να διορθώσει την υπάρχουσα «κακή» εικόνα, όσον αφορά τη διαδικασία της Διοικητικής Επίλυσης των διαφορών περί την εκτέλεση των Δημοσίων Συμβάσεων.

Κατά την άποψή μας, η επιστροφή που επιχειρείται με την παρούσα διάταξη στις διαδικασίες που ίσχυαν – απόφαση αρμόδιου συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης κατόπιν γνωμοδότησης τεχνικών συμβουλίων, ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΟΠΙΣΘΟΔΡΟΜΗΣΗ. Δημιουργεί συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού μεταξύ των εργοληπτικών επιχειρήσεων, αλλά και μεταξύ των αναθετουσών αρχών διαφόρων Περιφερειών. Τέλος αλλά και σημαντικότερο, δημιουργεί επιλεκτική μεταχείριση των εργοληπτικών επιχειρήσεων, με δεδομένο ότι στο ίδιο ακριβώς σχέδιο νόμου και στην αμέσως επόμενη διάταξη, άρθρο 88, δίνεται η δυνατότητα διαιτητικής επίλυσης διαφορών για έργα προϋπολογισμού άνω των δέκα εκατομμυρίων ευρώ (10.000.000,00). Δηλαδή για τα έργα αυτά έχουμε διάταξη εκσυγχρονισμού και αναβάθμισης της προστασίας των συμβαλλόμενων μερών για τα υπόλοιπα έργα γυρνάμε στο παρελθόν.

Προς τούτο προτείνεται η ακόλουθη διατύπωση:

΄΄Άρθρο 174 – Διοικητική επίλυση διαφορών

  1. Κατά των εκτελεστών πράξεων ή παραλείψεων της διευθύνουσας υπηρεσίας ή της προϊσταμένης αρχής ή του κυρίου του έργου, που προσβάλλουν για πρώτη φορά δικαίωμα του αναδόχου, χωρεί ένσταση ενώπιον της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών και Επίλυσης Διαφορών από Δημόσιες Συμβάσεις (ΑΕΠΠΕΔΔΗΣ), που ασκείται είτε με επίδοση με δικαστικό επιμελητή είτε με ηλεκτρονική αποστολή, σύμφωνα με τα άρθρα 15,19,29 και 50 του Ν. 4727/2020 (Α΄ 184), στη διευθύνουσα υπηρεσία ή στην προϊσταμένη αρχή, που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, ή στο αποφαινόμενο όργανο, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση της πράξης ή την συντέλεση της παράλειψης. Η παράλειψη της ως άνω επίδοσης ή της ηλεκτρονικής αποστολής, καθιστά την ένσταση απαράδεκτη.
  2. Ένσταση ασκείται, επίσης, και κατά πράξεων της προϊσταμένης αρχής ή του κυρίου του έργου, εφόσον με τις πράξεις αυτές προκαλείται διαφωνία για πρώτη φορά. Στην περίπτωση αυτή η προθεσμία για την άσκηση της ένστασης αρχίζει από την κοινοποίηση της απόφασης ή της πράξης στον ανάδοχο.
  3. Η διευθύνουσα υπηρεσία ή η προϊσταμένη αρχή οφείλουν, κατά την έκδοση των πράξεων ή των αποφάσεών τους, να μνημονεύουν σ’ αυτές την δυνατότητα άσκησης ένστασης, την ανατρεπτική προθεσμία για την άσκησή της, το αποφαινόμενο όργανο, καθώς και τις συνέπειες από την μη άσκησή της, κατά τα προβλεπόμενα στην περ. α΄ της παρ. 2 του άρθρου 175.
  4. Η ένσταση πρέπει να αναφέρει την πράξη ή την παράλειψη κατά της οποίας στρέφεται, σύντομο ιστορικό της σύμβασης και της διαφωνίας, τους λόγους, στους οποίους στηρίζει τις απόψεις του αυτός που υποβάλλει την ένσταση, και ορισμένα αιτήματα. Η ένσταση συνοδεύεται από αντίγραφο της προσβαλλόμενης πράξης, εφόσον αυτή έχει κοινοποιηθεί.

5. Η διευθύνουσα υπηρεσία ή η προϊσταμένη αρχή, κατά περίπτωση, υποχρεούνται μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την άσκηση της ένστασης να διαβιβάσουν στην ΑΕΠΠΕΔΔΗΣ τις απόψεις τους επ’ αυτής και τον φάκελο της υπόθεσης, ο οποίος περιλαμβάνει τα συμβατικά τεύχη ή αντίγραφά τους. Η παράλειψη αυτή αποτελεί πειθαρχική παράβαση και επιβάλλονται οι πειθαρχικές ποινές, που προβλέπονται στο άρθρο 141. Τα συμβατικά τεύχη μπορεί να τα προσκομίσει και αυτός που υποβάλλει την ένσταση.

  1. Ένσταση μπορεί να ασκήσει και ο κύριος του έργου, εφόσον δεν είναι το Δημόσιο και η προϊσταμένη αρχή δεν ανήκει στον κύριο του έργου.
  2. Η παράλειψη υποβολής απόψεων της παραγράφου 5 δεν δημιουργεί τεκμήριο αποδοχής των λόγων, που προβάλλονται με την ένσταση, τους οποίους μπορεί ο ενδιαφερόμενος να αποκρούσει για πρώτη φορά ενώπιον της ΑΕΠΠΕΔΔΗΣ ή ενώπιον του δικαστηρίου.
  3. Προκειμένου να συζητηθεί η ένσταση στην ΑΕΠΠΕΔΔΗΣ, η γραμματεία αυτής καλεί σύμφωνα με το άρθρο 143 τον ανάδοχο και τον κύριο του έργου να παραστούν σε ορισμένη ημέρα και ώρα και πάντως όχι ενωρίτερα από πέντε (5) ημέρες από την κοινοποίηση της πρόσκλησης, αυτοπροσώπως ή με νόμιμα εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους, στην συνεδρίαση της ΑΕΠΠΕΔΔΗΣ για να υποστηρίξουν τις απόψεις τους και να δώσουν κάθε σχετική πληροφορία ή διευκρίνιση, που θα ζητηθεί από αυτήν.
  4. Η ΑΕΠΠΕΔΔΗΣ εξετάζει την υπόθεση αντιμωλία των μερών. Αν ο ανάδοχος ή ο κύριος του έργου, μολονότι κλήθηκαν, δεν παρέστησαν οι ίδιοι ή με αντιπροσώπους, γίνεται σχετική μνεία στα πρακτικά της ΑΕΠΠΕΔΔΗΣ και αυτή προχωρεί στην εξέταση της ένστασης και χωρίς την παρουσία τους.
  5. Η ΑΕΠΠΕΔΔΗΣ ακροάται τα ενδιαφερόμενα μέρη, τα οποία μπορούν να αναπτύξουν τις απόψεις της προφορικά και με έγγραφα υπομνήματα, τα οποία, μαζί με τα αποδεικτικά έγγραφα, υποβάλλονται το αργότερο μέχρι το πέρας της συζήτησης της υπόθεσης. Στην διαδικασία αυτή η ΑΕΠΠΕΔΔΗΣ λαμβάνει υπόψη της και αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου.
  6. Μετά το πέρας της συζήτησης η ΑΕΠΠΕΔΔΗΣ στην ίδια ή σε άλλη συνεδρίασή της ερευνά το εμπρόθεσμο και το παραδεκτό της ένστασης και την ουσιαστική βασιμότητα αυτής και αποφασίζει επί των αιτημάτων της ένστασης. Η απόφαση της ΑΕΠΠΕΔΔΗΣ φέρει συνοπτική αιτιολογία.
  7. Η ΑΕΠΠΕΔΔΗΣ εκδίδει την απόφασή της το αργότερο εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από του πέρατος της συζήτησης της υπόθεσης. Αν η ΑΕΠΠΕΔΔΗΣ δεν εκδώσει την απόφασή της μέσα στην ανωτέρω προθεσμία, τεκμαίρεται η σιωπηρή απόρριψη της ένστασης.
    1. Αν η ένσταση απορριφθεί εν όλω ή εν μέρει ή αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία της παραγράφου 2 ή αν τεκμαίρεται σιωπηρή απόρριψη της ένστασης, αυτός που υπέβαλε την ένσταση μπορεί να προσφύγει στο αρμόδιο δικαστήριο, σύμφωνα με το άρθρο 175.
    2. Σε περίπτωση άσκησης προσφυγής κατά σιωπηρής τεκμαιρόμενης απόφασης της ΑΕΠΠΕΔΔΗΣ, ο ενιστάμενος δικαιούται με αίτησή του προς αυτήν, που υποβάλλεται το αργότερο δύο (2) μήνες πριν από τη συζήτηση της προσφυγής στο δικαστήριο, να ζητήσει από την ΑΕΠΠΕΔΔΗΣ την συζήτηση της υπόθεσής του και την έκδοση απόφασης΄΄.

    Αιτιολογία

    1. Είναι πλέον κοινή παραδοχή ότι η διοικητική επίλυση των διαφορών από δημόσιες συμβάσεις, με τον τρόπο που έχει ρυθμισθεί μέχρι σήμερα, οδηγεί σε μεγάλες χρονικές καθυστερήσεις και ουσιαστικά σε άρνηση επίλυσης των διαφορών το μεν διότι τα τεχνικά συμβούλια δεν επιλαμβάνονται των ενστάσεων, το δε διότι τα αποφαινόμενα όργανα δεν αποφαίνονται επί των ενστάσεων, με αποτέλεσμα η διοικητική επίλυση των διαφορών να αποτελεί απλώς ΄΄άλλοθι΄΄ νομιμότητας και το 90% των υποθέσεων να οδηγούνται προς επίλυση στα δικαστήρια με μεγάλες χρονικές υστερήσεις.
    2. Από την άλλη πλευρά, από τα τρία χρόνια εμπειρίας από την λειτουργία της ΑΕΠΠ αποδείχθηκε ότι αυτή είναι ένας εξαιρετικός θεσμός επιτάχυνσης της διαδικασίας παροχής προσωρινής δικαστικής προστασίας κατά την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων και έχει αποκτήσει ιδιαίτερο κύρος τόσο μεταξύ των αναθετουσών αρχών όσο και μεταξύ των συμβασιούχων.
    3. Υπό τα δεδομένα αυτά στην ΑΕΠΠ θα μπορούσε να ανατεθεί η αρμοδιότητα της διοικητικής επίλυσης των διαφορών από δημόσιες συμβάσεις προκειμένου να επιταχυνθεί και εκσυγχρονισθεί η διαδικασία αυτή και να περιορισθεί ο αριθμός των υποθέσεων, που φθάνουν στα δικαστήρια.
    4. 4. Η αλλαγή της διαδικασίας της διοικητικής επίλυσης των διαφορών είναι ζήτημα νομικού πολιτισμού.

    Με την πρόταση της Π.Ε.Σ.Ε.Δ.Ε., για επέκταση των αρμοδιοτήτων της Α.Ε.Π.Π. και στο στάδιο εκτέλεσης, θα επιτευχθούν οι επιδιωκόμενοι στόχοι ενίσχυσης των κανόνων διαφάνειας, ισονομίας, υγιούς ανταγωνισμού, επίκαιρης και έγκυρης επίλυσης των σχετικών διαφορών σε διοικητικό επίπεδο. Συνάμα θα αποφευχθούν σε συντριπτικά μεγάλο βαθμό, όπως άλλωστε έγινε στην πράξη και με το προσυμβατικό στάδιο, οι κοστοβόρες και χρονικά ατελείωτες ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων διαδικασίες που, όπως είναι μέχρι σήμερα γνωστό, στερούν από τις επιχειρήσεις του κλάδου μας κεφάλαια κίνησης και τους επισωρεύουν οικονομική και χρονική αβεβαιότητα ως προς τις υποχρεώσεις τους από τα υπό εκτέλεση έργα, προμήθειες και υπηρεσίες.

     Τροποποίηση του άρθρου 175 του ν.4412/2016 – Δικαστική επίλυση διαφορών (δεν έχει συμπεριληφθεί στο σχέδιο νόμου)

     Στο άρθρο 175 πρέπει να προστεθούν παράγραφοι 8 και 9 ως ακολούθως:

    ΄΄8. Επί δημοσίων συμβάσεων αναίρεση επιτρέπεται όταν το αντικείμενο της διαφοράς είναι μεγαλύτερο από 20.000 Ευρώ.

    1. Σε περίπτωση που στο ίδιο δικαστήριο εκκρεμούν πλείονες της μίας προσφυγές ή αιτήσεις αναίρεσης, που αφορούν την ίδια σύμβαση, το δικαστήριο υποχρεούται να ενώσει και να συνεκδικάσει τις προσφυγές ή τις αιτήσεις αυτές. Η ένωση αυτών γίνεται είτε με πράξη του Προέδρου του δικαστηρίου, στο οποίο αυτές εκκρεμούν, που εκδίδεται μετά από αίτηση διαδίκου ή αυτεπαγγέλτως πριν από την συζήτηση των υποθέσεων, είτε με απόφαση του δικαστηρίου μετά από αίτηση διαδίκου ή αυτεπαγγέλτως΄΄.

    Αιτιολογία

    1. Το ζήτημα του ποσού των 200.000 Ευρώ, που έχει τεθεί με το άρθρο 53 παρ. 4 του ΠΔ 18/1989, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 1 του Ν. 3900/2010, ως κατώτερο όριο για την άσκηση αιτήσεων αναίρεσης επί δημοσίων συμβάσεων, έχει προκαλέσει ευλόγως μεγάλες αντιδράσεις γιατί το ποσό αυτό είναι αντικειμενικώς πολύ μεγάλο και, συνεπώς, αποτελεί αθέμιτο περιορισμό της πρόσβασης στα δικαστήρια.
    2. Περαιτέρω, όπως είναι γνωστό, σε κάθε σύμβαση είναι ενδεχόμενο να ασκηθούν πολλές προσφυγές αφού κάθε βλαπτική για τον ανάδοχο πράξη ή παράλειψη μπορεί θεωρητικώς να οδηγήσει στην άσκηση αυτοτελούς προσφυγής. Στα δικαστήρια δε παρατηρείται πολλές φορές να εκκρεμούν πολλές προσφυγές ή αιτήσεις αναίρεσης, που αφορούν την ίδια σύμβαση, να μην συνεκδικάζονται αυτές ή να εκδικάζονται από διαφορετικά τμήματα ή σε διαφορετικές δικασίμους και πολλές φορές να εκδίδονται αντιφατικές αποφάσεις, ενώ ταυτοχρόνως γεννάται ζήτημα υπέρογκων δικαστικών δαπανών.
      1. Εν όψει τούτων επιβάλλεται η υποχρεωτική ένωση και συνεκδίκαση των υποθέσεων αυτών για λόγους οικονομίας της δίκης, επιτάχυνσης της διαδικασίας, αποφυγής έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων και μείωσης των εξόδων. Η τοιαύτη δε υποχρεωτική ένωση και συνεκδίκαση των υποθέσεων είναι ζήτημα νομικού πολιτισμού.

       

      Άρθρο 88 Τροποποίηση του άρθρου 176 του ν.4412/2016 – Διαιτητική επίλυση διαφορών

      Στο άρθρο 176 προβλέπεται διαιτητική επίλυση διαφορών για έργα προϋπολογισμού ανωτέρου των 10 εκ. Ευρώ.

      Όμως, διαιτητική επίλυση πρέπει να προβλεφθεί ΚΑΙ για έργα άνω των 1 εκ. Ευρώ.

      Οι λεπτομέρειες της διαιτητικής επιλύσεως της διαφοράς θα πρέπει να καθορισθούν με ΚΥΑ των Υπουργών Οικονομίας, Υποδομών και Μεταφορών και Αναπτύξεως και Επενδύσεων ώστε να υπάρχει ομοία μεταχείριση προς όλους και να μην καθορίζονται οι λεπτομέρειες αυτές με την σύμβαση διότι οι σχετικές ρήτρες θα καταστούν μηχανισμοί διαφθοράς.

       Τροποποίηση του άρθρου 361 του ν. 4412/2016 (δεν έχει συμπεριληφθεί στο σχέδιο νόμου)

      Προτείνεται η τροποποίηση του άρθρου 361 ως ακολούθως:

      ΄΄1. Σε περίπτωση προσφυγής κατά πράξης της αναθέτουσας αρχής, η προθεσμία για την άσκηση προδικαστικής προσφυγής είναι δέκα πέντε (15) ημέρες από την κοινοποίηση της προσβαλλόμενης πράξης στον ενδιαφερόμενο με το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή με τηλεομοιοτυπία ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο επικοινωνίας ή από τότε που ο ενδιαφερόμενος έλαβε πλήρη γνώση της προσβαλλόμενης πράξης.

      1.  περίπτωση που η προσβαλλομένη πράξη αναρτήθηκε στο ΕΣΗΔΗΣ τεκμαίρεται η πλήρης γνώση αυτής μετά την πάροδο δεκαπέντε (15) ημερών από την ανάρτησή της. Ειδικά για την άσκηση προσφυγής κατά προκήρυξης η πλήρης γνώση αυτής τεκμαίρεται μετά την πάροδο δεκαπέντε (15) ημερών από την δημοσίευση αυτής στο ΚΗΜΔΗΣ.
      2. Σε περίπτωση προσφυγής κατά παράλειψης της αναθέτουσας αρχής η προθεσμία για την άσκηση της προδικαστικής προσφυγής είναι δεκαπέντε (15) ημέρες από την επόμενη ημέρα της συντέλεσης της προσβαλλομένης παράλειψης΄΄.

         Αιτιολογία

        1. Η προθεσμία για την άσκηση προδικαστικής προσφυγής κατά πράξης ή παράλειψης της αναθέτουσας αρχής έχει προκαλέσει ποικίλα ερμηνευτικά προβλήματα τόσο για την έναρξη αυτής όσο και για τους τρόπους, με τους οποίους γίνεται η κοινοποίηση της προσβαλλόμενης πράξης (ηλεκτρονικά μέσα, τηλεομοιοτυπία, άλλα μέσα επικοινωνίας). Παραλλήλως, η διαφοροποίηση της προθεσμίας σε 10ήμερη και σε 15ήμερη έχει, επίσης, προκαλέσει διχογνωμία και ζητήματα άνισης μεταχείρισης.
        2. Εν όψει τούτων προτείνεται η θέσπιση μιας ενιαίας προθεσμίας για όλους τους τρόπους κοινοποίησης της προσβαλλόμενης πράξης και η θέσπιση τεκμηρίου για την πλήρη γνώση αυτής από τον ενδιαφερόμενο εντός της ίδιας προθεσμίας εν όψει του ευλόγου ενδιαφέροντος αυτού να λάβει γνώση της εξελισσόμενης διαγωνιστικής διαδικασίας. Έτσι, επιλύονται όλα τα ερμηνευτικά προβλήματα και δεν υπάρχει αμφιβολία ή αμφισβήτηση ως προς την πρόβλεψη του νόμου.

         

        ΙΙΙ. ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΥ ΧΡΗΖΟΥΝ ΑΜΕΣΗΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΣΥΜΠΕΡΙΛΗΦΘΕΙ – ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΠΕΣΕΔΕ

        1. ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΣΕ ΕΡΓΟ – ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ – ΥΠΗΡΕΣΙΑ

        Έχουμε εισηγηθεί πολλές φορές στο παρελθόν με επιστολές μας στα αρμόδια Υπουργεία, την ανάγκη ελέγχου των Αναθετουσών Αρχών στον τρόπο με τον οποίο γίνεται η κατηγοριοποίηση των Δημόσιων Συμβάσεων, φευ άνευ αποτελέσματος. Σε πολλές περιπτώσεις γίνεται, σκόπιμα κατά την γνώμη μας, λανθασμένα ο χαρακτηρισμός μίας Δημόσιας Σύμβασης αντί έργου σε προμήθεια ή υπηρεσία, που έχει ως αποτέλεσμα τον τεχνητό αποκλεισμό των Εργοληπτικών Επιχειρήσεων από τις διαδικασίες Ανάθεσης Δημόσιας  Σύμβασης. Παραδείγματα σειράς Έργων που κατά την άποψή μας «βαπτίζονται» Προμήθειες – Υπηρεσίες, κατά την τρέχουσα περίοδο, είναι:

        • Βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας σε δημοτικές εγκαταστάσεις οδοφωτισμού
        • Αναβάθμιση και εκσυγχρονισμό υφιστάμενων μονάδων επεξεργασίας λυμάτων
        • Συστήματα ελέγχου διαρροών σε υφιστάμενα δίκτυα μεταφοράς και διανομής νερού
        • Έργα αποκατάστασης και καθαρισμού ρεμάτων

        Είναι σαφές ότι όλες οι παραπάνω τακτικές από τις Αναθέτουσες Αρχές παραβιάζουν τις αρχές της ίσης μεταχείρισης και της αναλογικότητας, νοθεύουν ευθέως τον ανταγωνισμό και κατευθύνουν τον διαγωνισμό σε συγκεκριμένους οικονομικούς φορείς.

        Η Ομοσπονδία μας θεωρεί απαραίτητη και επιτακτική την παρέμβαση της Πολιτείας αρχικά ασκώντας τον ελεγκτικό ρόλο της απέναντι σε όσες Αναθέτουσες Αρχές υιοθετούν τις παραπάνω τακτικές, ώστε να εξασφαλισθεί ο υγιής ανταγωνισμός, το Δημόσιο συμφέρον αλλά και η έγκαιρη και έντεχνη εκτέλεση των έργων, όπως άλλωστε επιτάσσει η στοιχειώδης διαφάνεια και χρηστή Διοίκηση.

        Παρόλο που η Α.Ε.Π.Π. ήδη με αποφάσεις της δικαιώνει τις σχετικές επισημάνσεις μας, θεωρούμε αναγκαίο να θεσμοθετηθεί ΑΜΕΣΑ ΚΑΙ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ, διαδικασίες ελέγχου των Αναθετουσών Αρχών σε όλες τις προαναφερόμενες περιπτώσεις.

        Συγκεκριμένα, έχουμε να Σας προτείνουμε τα παρακάτω:

        • Θέσπιση διαδικασίας ελέγχου των Αναθετουσών Αρχών, από την Ε.Α.Α.Δ.Η.Σ.Υ. κατά τη χρήση του άρθρου32Α.

        Θέσπιση διαδικασίας ελέγχου των Αναθετουσών Αρχών, σύμφωνα με την οποία, για τη συμπερίληψη στις προκηρύξεις επιπρόσθετων απαιτήσεων τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας καθώς και για πρόσθετες απαιτήσεις  οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας, οι αναθέτουσες αρχές θα υποχρεώνονται να λαμβάνουν σύμφωνη γνωμοδότηση του Τεχνικού Συμβουλίου Δημοσίων Έργων της ΓΓΥ, το

        • οποίο θα ελέγχει εάν οι απαιτήσεις δικαιολογούνται από τη φύση της σύμβασης και σχετίζονται και είναι ανάλογες προς το αντικείμενό της.
        • Θέσπιση διαδικασίας ελέγχου των Αναθετουσών Αρχών από την Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ, ως προς την κατηγοριοποίηση μίας Δημόσια Σύμβασης κατά το αρχικό στάδιο της διατύπωσης της Διακήρυξης και πριν την ανάρτησή της. Επιπρόσθετα, βασιζόμενοι στην Ευρωπαϊκή Οδηγία 24/2014 στην οποία περιλαμβάνονται παραρτήματα όπου κατηγοριοποιούνται οι δημόσιες συμβάσεις έργων, προϊόντων και υπηρεσιών, προτείνουμε να συσταθούν αντίστοιχοι εθνικοί κατάλογοι ώστε να σταματήσει η όποια αυθαιρεσία και καταστρατήγηση τόσο της εθνικής νομοθεσίας όσο και των ευρωπαϊκών οδηγιών.

        Όλα τα παραπάνω μπορούν να συμπεριληφθούν στις προτεινόμενες διατάξεις για το ΕΘΝΙΚΟ ΜΗΤΡΩΟ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ, άρθρο 24 και στη συγκρότηση επιτροπής του άρθρου 23, παρ.9

         

Διαβάστε επίσης

Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για λόγους επισκεψιμότητας και στατιστικών. Συνεχίζοντας την περιήγηση, αποδέχεστε τη χρήση αυτών των cookies Αποδοχή Περισσότερα