Δ. Αρβανιτάκης: Κοινωνικό αγαθό και όχι εμπόρευμα το νερό και το περιβάλλον

Ο Διονύσης Αρβανιτάκης μέλος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ εξηγεί στο Εργοληπτικόν Βήμα τους λόγους και τΙς επιπτώσεις της διαμόρφωσης της σημερινής οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας και παρουσιάζει τις προτάσεις και θέσεις του Κομμουνιστικού Κόμματος για την ανατροπή της.

ΠΡΩΤΟΓΕΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ

Ευθύνη των κυβερνήσεων και των τοπικών διοικήσεων που διαχρονικά προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το υπαρκτό πρόβλημα με τα κριτήρια της αγοράς είναι η σημερινή κακή κατάσταση στην οποία βρίσκονται πολλές υποδομές που διαχειρίζονται οι Τοπικοί και Γενικοί Οργανισμοί Εγγείων Βελτιώσεων (ΤΟΕΒ και ΓΟΕΒ), σύμφωνα με τον κ. Διονύση Αρβανιτάκη, μέλος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ. Μάλιστα, ο κ. Αρβανιτάκης φέρνει ως παράδειγμα το πρόγραμμα σύμπραξης  Δημόσιου – Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), “Ύδωρ 2.0” το οποίο συνεπάγεται ένα ετήσιο κόστος άρδευσης που φτάνει τα 120 ευρώ ανά στρέμμα, δηλαδή ένα τεράστιο βάρος που πρόκειται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο να το φορτωθούν οι βιοπαλαιστές αγρότες και τα υπόλοιπα λαϊκά στρώματα. Όπως σημειώνει, μόνο στην πρόταση του ΚΚΕ, που αναλύθηκε παραπάνω, το νερό και το περιβάλλον αντιμετωπίζονται ως κοινωνικό αγαθό και όχι ως εμπόρευμα. Επιπρόσθετα, ερωτώμενος για τα χρηματοδοτικά εργαλεία που έχει στη διάθεσή της η χώρα, ο κ. Αρβανιτάκης τονίζει ότι το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των σχετικών χρηματοδοτήσεων, έως σήμερα, κατέληξαν σε μεγάλες “τσέπες”, ένα μικρότερο τμήμα τους σε ορισμένες πιο δυναμικές μικρότερες επιχειρήσεις συγκεκριμένων κλάδων και κάποια ψίχουλα σε ελάχιστες από τις πολύ μικρές επιχειρήσεις. “Ουσιαστικά αυτά τα χρηματοδοτικά εργαλεία αποτέλεσαν μέρος μιας συνολικής πολιτικής στήριξης του μεγάλου κεφαλαίου που ταυτόχρονα εντείνει τον ήδη άνισο ανταγωνισμό σε βάρος των μικρότερων”, τονίζει και υπογραμμίζει ότι η συζήτηση περί ισορροπημένης διάχυσης των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης κρύβει ότι τα συγκεκριμένα ποσά (επιδοτήσεις ή δάνεια), που προέρχονται από τη φορολόγηση των λαϊκών στρωμάτων στην ΕΕ και στη χώρα μας, έχουν στόχο να ενισχύσουν τις στρατηγικές προτεραιότητες της ΕΕ στους τομείς της πράσινης και ψηφιακής οικονομίας, της αγροδιατροφής κ.ο.κ, προκειμένου να εξασφαλιστούν νέα πεδία κερδοφορίας για τους επιχειρηματικούς ομίλους και όχι γενικά να ενισχύσουν το λεγόμενο “επιχειρείν”. Άλλωστε, όπως επισημαίνει, ο μύθος του λεγόμενου “ενιαίου επιχειρηματικού κόσμου” έχει διαψευστεί πολλάκις.

Πανδημία, πόλεμος στην ευρωπαϊκή γειτονιά και ενεργειακή ακρίβεια. Εν μέσω διαδοχικών κρίσεων η οικονομία –ελληνική και παγκόσμια– αντιμετωπίζει ισχυρές προκλήσεις, ενώ το αυξημένο κόστος παραγωγής και ο υψηλός πληθωρισμός συμπιέζουν τα περιθώρια ανάπτυξης. Στο περιβάλλον αυτό, ειδικά ο αγροδιατροφικός τομέας δέχεται ισχυρές πιέσεις. Ποιες είναι οι προτάσεις του ΚΚΕ για την ενίσχυση του κλάδου και το δικό σας σχέδιο για την περαιτέρω ανάπτυξή του;

Κρίσεις, πανδημία, πόλεμος, ενεργειακή ακρίβεια: Αυτός είναι ο φαύλος κύκλος της καπιταλιστικής οικονομίας και τα όριά της. Το τίμημα του ανταγωνισμού για τα κέρδη το πληρώνουν οι λαοί. Την ίδια ώρα τα μονοπώλια θησαυρίζουν. Στον αγροτοδιατροφικό τομέα δεν δέχονται όλοι πιέσεις. Είναι τεράστια τα κέρδη που καταγράφουν τα σούπερ μάρκετ, 5 -όλοι κι όλοι- επιχειρηματικοί όμιλοι, οι γαλακτοβιομηχανίες και άλλοι όμιλοι, ενώ το εισόδημα των βιοπαλαιστών αγροτών συρρικνώνεται εξαιτίας της εκτόξευσης του κόστους παραγωγής και των τιμών κάτω του κόστους. Τα δε προϊόντα φτάνουν πανάκριβα στην κατανάλωση.

Η χώρα μας διαθέτει σημαντικές δυνατότητες για κάλυψη των διατροφικών και άλλων αναγκών από την εγχώρια αγροτική παραγωγή. Αυτές όμως υπονομεύονται από το κριτήριο του κέρδους που κυριαρχεί στην καπιταλιστική οικονομία και την εφαρμοζόμενη ΚΑΠ της ΕΕ. Η πρόταση του ΚΚΕ για κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, κεντρικό σχεδιασμό, κίνητρα συνεταιριστικοποίησης των ατομικών αγροτοπαραγωγών, αποδέσμευση από τις ιμπεριαλιστικές συμφωνίες και οργανισμούς, είναι η μόνη που μπορεί να τις απελευθερώσει από τα σημερινά δεσμά τους. Προϋπόθεση είναι να πάρει την υπόθεση της ζωής του ο λαός στα χέρια του, να συμπαραταχθεί με το ΚΚΕ σε ένα ρωμαλέο, διεκδικητικό, ανατρεπτικό κίνημα.

Η πολεμική σύρραξη μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας, χωρών που αποτελούν από τους μεγαλύτερους παραγωγούς σιτηρών στον κόσμο, εντείνει το ζήτημα της επισιτιστικής επάρκειας και τις ευρύτερες προκλήσεις στον Αγροδιατροφικό τομέα. Κατά πόσο βρισκόμαστε μπροστά σε μία νέα επισιτιστική κρίση και με ποιους τρόπους θα μπορούσε να διασφαλιστούν οι προμήθειες και η παραγωγή;

Στην Ουκρανία συγκρούονται μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και συμμαχίες, από τη μία η Ρωσία και από την άλλη ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ, για την μοιρασιά πλουτοπαραγωγικών πηγών, σφαιρών επιρροής, αγορών κλπ. Πρόκειται για ένα έγκλημα κατά των λαών που συνεχίζεται μετά την εισβολή της Ρωσίας.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ η διαμόρφωση «εστιών πείνας» στον πλανήτη δεν έχει την αιτία της σε κάποια αντικειμενική έλλειψη διατροφικών προϊόντων, αλλά στις πολεμικές συγκρούσεις που μαίνονται κατά τόπους και οδηγούν σε βίαιες εκτοπίσεις πληθυσμών και σε άλλα δεινά τους λαούς.

Οι επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία έκαναν εμφανή την χρόνια υπονόμευση των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας μας για επάρκεια σε μια σειρά από απαραίτητα προϊόντα (π.χ. μαλακό σιτάρι, ζωοτροφές, ζάχαρη, κλπ) ως αποτέλεσμα της εφαρμοζόμενης Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) της ΕΕ, στις ράγες της οποίας κινούνται διαχρονικά όλες οι κυβερνήσεις (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ).

Το ΚΚΕ προτείνει την οργάνωση της πάλης για τη διεκδίκηση άμεσων μέτρων, ώστε να διασφαλιστούν οι προμήθειες και η παραγωγή βασικών διατροφικών προϊόντων, για να μην πληρώσουν οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα τα σπασμένα της ακρίβειας και του πολέμου. Τέτοια μέτρα είναι η επίταξη των αποθεμάτων σε είδη διατροφής και ζωοτροφές όπου καταγράφεται έλλειμμα και διάθεσή τους στην κατανάλωση και στην κτηνοτροφία χωρίς χονδρεμπορικό και βιομηχανικό κέρδος, η θέσπιση πλαφόν στις τιμές λιανικής και η κατάργηση του ΦΠΑ στα βασικά είδη διατροφής, η κρατικοποίηση και η στήριξη της Βιομηχανίας Φωσφορικών Λιπασμάτων για παραγωγή και διάθεση φθηνών λιπασμάτων στους αγρότες. Να απαγορευτούν οι εξαγωγές στα προϊόντα στα οποία η παραγωγή είναι ελλειμματική. Να στηριχθούν οι καλλιέργειες σιτηρών και η κτηνοτροφική παραγωγή. Μέτρα για τη μείωση του κόστους παραγωγής των αγροτών (πχ αφορολόγητο πετρέλαιο, κατάργηση της ρήτρας αναπροσαρμογής στο ρεύμα) και κατοχύρωση κατώτερων εγγυημένων τιμών που να τους εξασφαλίζουν εισόδημα επιβίωσης. Απεμπλοκή της Ελλάδας από τον πόλεμο και απόσυρση από τις κυρώσεις της ΕΕ προς τη Ρωσία.

Πράσινη μετάβαση, επενδύσεις σε ΑΠΕ, εξοικονόμηση ενέργειας, ανακύκλωση, ψηφιακός μετασχηματισμός, καινοτομία και έρευνα και εξωστρέφεια είναι κάποιες από τις τάσεις που μπαίνουν όλο και πιο δυναμικά στον αγροδιατροφικό τομέα. Ποια είναι η σημερινή ελληνική πραγματικότητα και με ποιες πρωτοβουλίες και πολιτικές θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν με τον βέλτιστο τρόπο αυτές οι τάσεις;

Διονύσης Αρβανιτάκης, μέλος της ΚΕ & Υπεύθυνος του Τμήματος Αγροτικής Πολιτικής της ΚΕ του ΚΚΕ

Η πολιτική της «πράσινης μετάβασης» αποτελεί μία μεγάλη κρατική παρέμβαση στην οικονομία, αφενός με τη χρηματοδότηση και στήριξη νέων επενδύσεων, αφετέρου με την ελεγχόμενη απαξίωση κεφαλαίου (πχ κλείσιμο λιγνιτικών σταθμών κλπ). Πρόκειται για μια πολιτική που πολλαπλασιάζει την ενεργειακή φτώχεια, καθώς υποχρεώνει τα εργατικά – λαϊκά στρώματα να χρυσοπληρώσουν για τις επενδύσεις σε ΑΠΕ και για το πανάκριβο φυσικό αέριο, τη στιγμή που στην χώρα μας υπάρχει δυνατότητα κάλυψης των αναγκών σε φθηνό ρεύμα, μέσω της αξιοποίησης των εγχώριων ενεργειακών πηγών, όπως ο λιγνίτης, που λόγω του εμπορίου ρύπων έχει τεχνητά μετατραπεί σε πανάκριβο καύσιμο.

Την ίδια στιγμή η κυρίαρχη λογική της “εξωστρέφειας”, που επιβάλλουν οι μονοπωλιακοί όμιλοι, με στόχο την προώθηση των εξαγωγών για μεγαλύτερη κερδοφορία μέσω της εξασφάλισης υψηλότερων τιμών, τροφοδοτεί την μεγάλη ακρίβεια στα τρόφιμα.

Η δυνατότητα αξιοποίησης της επιστήμης και της τεχνολογίας στην παραγωγή αυξάνεται με το μέγεθος της παραγωγής με αποτέλεσμα τα μεγαλύτερα σε μέγεθος κεφάλαια να εκτοπίζουν τα μικρότερα. Πρόκειται για μια γενικευμένη τάση στο πλαίσιο του καπιταλιστικού ανταγωνισμού. Για αυτόν τον λόγο οι τεράστιες δυνατότητες που δημιουργούν οι νέες τεχνολογίες, όχι μόνο δεν συνεπάγονται μια γενική ευημερία, αλλά, αντίθετα, επειδή κριτήριο είναι το κέρδος, οδηγούν σε μια σειρά αρνητικές επιπτώσεις: Ξεκλήρισμα των πιο ευάλωτων βιοπαλαιστών αγροτών από την παραγωγή τους. Διεύρυνση της ανισομετρίας ανάμεσα στους διάφορους κλάδους με επιδείνωση του βαθμού κάλυψης των κοινωνικών αναγκών σε ποιοτικά και ασφαλή τρόφιμα. Περαιτέρω υποβάθμιση του περιβάλλοντος.

Για την ουσιαστική προστασία του περιβάλλοντος και την αξιοποίηση των επιτευγμάτων της επιστήμης και της τεχνολογίας υπέρ του λαού απαιτείται ανάπτυξη με γνώμονα την ικανοποίηση του συνόλου των κοινωνικών αναγκών και όχι το καπιταλιστικό κέρδος. Αυτό μπορεί να το εξασφαλίσει μόνο ο σοσιαλισμός, όπου τα κλειδιά της οικονομίας και της εξουσίας περνάνε στους παραγωγούς του κοινωνικού πλούτου και όχι στα παράσιτα τους καπιταλιστές.

Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της ΕΥ στη χώρα μας ο αγροτικός κλάδος χαρακτηρίζεται από χαμηλή παραγωγικότητα συγκριτικά με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, η οποία αποδίδεται στο χαμηλό επίπεδο γεωργικής εκπαίδευσης των αγροτών στη χώρα – από τα χαμηλότερα που καταγράφονται στην Ε.Ε., φαινόμενο που συνδέεται και με τη μεγάλη ηλικία των αγροτών – στο μικρό μέγεθος των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και το χαμηλό επίπεδο συνεργασίας και, τέλος, στο χαμηλό επίπεδο υιοθέτησης τεχνολογικής καινοτομίας. Πώς θα μπορούσε να αντιστραφεί αυτή η κατάσταση με ποιες είναι δικές σας προτάσεις για την αύξηση της παραγωγικότητας;

Όλα αυτά τα στοιχεία είναι διαχρονικά και αναδεικνύουν την ανισομετρία μεταξύ χωρών στο πλαίσιο της ΕΕ, αλλά και μεταξύ κλάδων στην κάθε ξεχωριστή χώρα που είναι σύμφυτη με τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Υπόβαθρό της είναι το μέγεθος των επενδεδυμένων κεφαλαίων.

Διαχρονικά οι κυβερνήσεις και η ΚΑΠ προβάλλουν ως διέξοδο τα διάφορα μέτρα κρατικής παρέμβασης για την ανάπτυξη μορφών “συνεργατισμού”. Τα μέτρα αυτά αφορούν την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου, την πρόσδεση των μεμονωμένων αγροτοπαραγωγών στους μονοπωλιακούς ομίλους για την κερδοφορία τους. Δεν ανακόπτουν την επιδείνωση των όρων ζωής των μικρομεσαίων αγροτοκτηνοτρόφων και άλλων μικροεπαγγελματιών του αγροτοδιατροφικού τομέα, αλλά φέρνουν σε αυτούς και νέα δεινά.

Η πραγματική λύση για μισθωτούς, αυτοαπασχολούμενους και μικρομεσαία αγροτιά είναι κοινή και βρίσκεται στην απαλλαγή τους από την καπιταλιστική ιδιοκτησία, στην οικοδόμηση σχέσεων κοινωνικής ιδιοκτησίας. Η κοινωνικοποιημένη αγροτική παραγωγή θα αξιοποιεί όλες τις παραγωγικές δυνατότητες και τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας. Η ένταξη των μικρομεσαίων αγροτών σε αυτή, μέσω του παραγωγικού συνεταιρισμού των μικροϊδιοκτητών αγροτών, που θα έχει το δικαίωμα χρήσης της κοινωνικοποιημένης γης, θα μειώνει το κόστος παραγωγής και θα διασφαλίζει το αγροτικό εισόδημα, κρατικές τιμές, προστασία από φυσικές καταστροφές, επιστημονικοτεχνική υποστήριξη. Αυτή είναι η λύση στην πολυτεμαχισμένη αγροτική ιδιοκτησία προς όφελος του βιοπαλαιστή αγρότη.

Ο αγροτοκτηνοτροφικός τομέας δέχεται σημαντικό αντίκτυπο από την κλιματική αλλαγή. Ποιοι είναι οι κίνδυνοι με τους οποίους θα βρεθούμε αντιμέτωποι και με ποιον τρόπο θα μπορούσαν να αποφευχθούν;

Παρακολουθούμε τη συζήτηση τόσο για την έκταση, το βάθος του προβλήματος, τους ρυθμούς ανάπτυξης των μεταβολών στο κλίμα, όσο και τα επιστημονικά εργαλεία για τον ακριβή προσδιορισμό τους. Υπάρχουν αποκλίνουσες εκτιμήσεις και προβλέψεις. Είμαστε επίσης επιφυλακτικοί σε προβλέψεις που, είτε τείνουν στην καταστροφολογία είτε στον εφησυχασμό. Συμμετέχουμε στην όλη συζήτηση με ευθύνη, αποκαλύπτοντας ότι επιχειρηματικοί όμιλοι και προστασία του περιβάλλοντος είναι έννοιες ασυμβίβαστες.

Παράλληλα, το ΚΚΕ αναδεικνύει ότι σήμερα υπάρχουν όλες οι επιστημονικές δυνατότητες για την ουσιαστική προστασία της αγροτικής παραγωγής από τις φυσικές καταστροφές (π.χ. αντιχαλαζική, αντιπλημμυρική, αντιπυρική προστασία). Είναι το μόνο κόμμα που ανεπιφύλακτα υποστηρίζει ότι ο ΕΛΓΑ πρέπει να αποζημιώνει στο 100% απ’ όλες τις καταστροφές, και τις ασθένειες, με την απαραίτητη κρατική χρηματοδότηση και την ταυτόχρονη μείωση των εισφορών των αγροτών.

Το Ταμείο Ανάκαμψης σε συνδυασμό με άλλα χρηματοδοτικά εργαλεία, που είναι διαθέσιμα ταυτόχρονα, συνθέτουν μία ευκαιρία για τη χώρα προκειμένου να επενδύσει στην αναβάθμιση των υποδομών της. Πως μπορεί να εξασφαλιστεί ότι το όφελος από την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης και των υπολοίπων κοινοτικών προγραμμάτων να διαχυθεί με ισορροπημένο τρόπο σε όλες τις επιχειρήσεις και ειδικά στις μικρότερες, που είναι και πολλές αλλά και σημαντικές για τις τοπικές κοινωνίες;

Τα τελευταία χρόνια, δεκάδες δισ. ευρώ έχουν ενεργοποιηθεί στη χώρα μας ως χρηματοδοτικά εργαλεία. Το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος αυτών κατέληξαν σε μεγάλες “τσέπες”, ένα μικρότερο τμήμα τους σε ορισμένες πιο δυναμικές μικρότερες επιχειρήσεις συγκεκριμένων κλάδων και κάποια ψίχουλα σε ελάχιστες από τις πολύ μικρές επιχειρήσεις. Ουσιαστικά αυτά τα χρηματοδοτικά εργαλεία αποτέλεσαν μέρος μιας συνολικής πολιτικής στήριξης του μεγάλου κεφαλαίου που ταυτόχρονα εντείνει τον ήδη άνισο ανταγωνισμό σε βάρος των μικρότερων.

Η συζήτηση περί ισορροπημένης διάχυσης των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης κρύβει ότι τα συγκεκριμένα ποσά (επιδοτήσεις ή δάνεια), που προέρχονται από τη φορολόγηση των λαϊκών στρωμάτων στην ΕΕ και στη χώρα μας, έχουν στόχο να ενισχύσουν τις στρατηγικές προτεραιότητες της ΕΕ στους τομείς της πράσινης και ψηφιακής οικονομίας, της αγροδιατροφής κ.ο.κ, προκειμένου να εξασφαλιστούν νέα πεδία κερδοφορίας για τους επιχειρηματικούς ομίλους και όχι γενικά να ενισχύσουν το λεγόμενο “επιχειρείν”. Άλλωστε ο μύθος του λεγόμενου “ενιαίου επιχειρηματικού κόσμου” έχει διαψευστεί πολλάκις.

Μία ακόμα απόδειξη του γενικότερου προσανατολισμού των συγκεκριμένων χρηματοδοτήσεων είναι ότι αναγκαία έργα για υποδομές όπως για αντισεισμική, αντιπλημμυρική, αντιπυρική προστασία ή για τη σχολική στέγη, την υγεία δεν χωράνε στη λογική κόστους-οφέλους και για αυτό το λόγο δεν ιεραρχούνται στα σχέδια αξιοποίησης του Ταμείου Ανάκαμψης. Γι΄ αυτό και η αντίθεση, η σύγκρουση με αυτές τις στρατηγικές επιλογές, η οργάνωση της πάλης για τις πραγματικές ανάγκες τους, είναι μονόδρομος για τους αυτοαπασχολούμενους.

 Περσινή έρευνα της διαΝΕΟσις αναδεικνύει την κακή κατάσταση στην οποία βρίσκονται πολλές υποδομές που διαχειρίζονται οι Τοπικοί και Γενικοί Οργανισμοί Εγγείων Βελτιώσεων (ΤΟΕΒ και ΓΟΕΒ). Οργανισμοί που λειτουργούν και διαχειρίζονται μεγάλο μέρος των συλλογικών έργων άρδευσης που είναι απαραίτητα για να καλυφθούν οι ανάγκες άρδευσης εκατομμυρίων στρεμμάτων αγροτικής γης επηρεάζοντας την αποτελεσματικότητα της κατανάλωσης του νερού συνολικά στη χώρα και όχι μόνο στον κλάδο της γεωργίας. Πώς θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα; Ποιες είναι οι προτάσεις σας;

Για την κατάσταση έχουν ευθύνη οι κυβερνήσεις και οι τοπικές διοικήσεις που διαχρονικά προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το υπαρκτό πρόβλημα με τα κριτήρια της αγοράς. Για παράδειγμα σήμερα η ΝΔ προβάλλει ως λύση προγράμματα μέσω Συμπράξεων Δημόσιου – Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), όπως το “Ύδωρ 2.0” το οποίο συνεπάγεται ένα ετήσιο κόστος άρδευσης που φτάνει τα 120 ευρώ ανά στρέμμα, δηλαδή ένα τεράστιο βάρος που πρόκειται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο να το φορτωθούν οι βιοπαλαιστές αγρότες και τα υπόλοιπα λαϊκά στρώματα.

Για το κεφάλαιο και το κράτος τα σχετικά έργα, όπως και κάθε έργο, αποτιμώνται από το κέρδος που μπορούν να αποδώσουν στο πλαίσιο της καπιταλιστικής ανάπτυξης.

Μόνο στην πρόταση του ΚΚΕ, που αναλύθηκε παραπάνω, το νερό και το περιβάλλον αντιμετωπίζονται ως κοινωνικό αγαθό και όχι ως εμπόρευμα.

πηγή: Εργοληπτικόν Βήμα Νο_130 της ΠΕΣΕΔΕ

Διαβάστε επίσης

Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για λόγους επισκεψιμότητας και στατιστικών. Συνεχίζοντας την περιήγηση, αποδέχεστε τη χρήση αυτών των cookies Αποδοχή Περισσότερα