Γιώργος Στασινός, Πρόεδρος του ΤΕΕ: Μονόδρομος για την Ελληνική οικονομία η αναπτυξιακή πορεία της χώρας

πηγή: Εργοληπτικόν βήμα Νο_109 της ΠΕΣΕΔΕ

«Ο τεχνικός κόσμος πάει χέρι-χέρι με την ελληνική οικονομία»

Ζητήματα μικρά και μεγάλα, που άπτονται τόσο της καθημερινότητας των μηχανικών όσο και του μέλλοντος του κατασκευαστικού τομέα στην Ελλάδα θίγει ο πρόεδρος του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος.

Κύριε Στασινέ, ας ξεκινήσουμε από την επικαιρότητα και παράλληλα τη καθημερινότητα των μηχανικών. Είναι πραγματικά τόσο τραγική η κατάσταση με τις ασφαλιστικές εισφορές των μηχανικών στον ΕΦΚΑ όσο ακούγεται;

Και τραγική είναι και απελπιστική. Σήμερα, περισσότερο από το 80% των ελεύθερων επαγγελματιών μηχανικών δεν είναι ασφαλιστικά ενήμερο, χρωστάει δηλαδή στον ΕΦΚΑ. Οι μηχανικοί, μαζί με άλλους επιστήμονες, επιβαρυνόμαστε με 38%του εισοδήματός μας για ασφαλιστικές εισφορές, το μεγαλύτερο ποσοστό στη χώρα. Αφήστε που είναι θεωρητικό εισόδημα, καθώς αφορά προηγούμενο έτος. Είναι ένα ποσοστό προκλητικό και ανάλγητο, χωρίς καμία λογική. Και φυσικά χωρίς καμία ανταποδοτικότητα.

Δηλαδή, αν υπολογίσουμε και τη φορολογία, η συνολική επιβάρυνση πόση είναι; Και τι πιστεύετε ότι πρέπει να γίνει;

Αν συνυπολογίσουμε και τις πολύ υψηλές φορολογικές υποχρεώσεις με φόρο εισοδήματος από 22%μέχρι 45%, τέλος επιτηδεύματος 650ευρώ, εισφορά αλληλεγγύης μέχρι10%, χωρίς να προσθέτω την προκαταβολή φόρου του επόμενου έτους, ουσιαστικά, ο ελεύθερος επαγγελματίας τίθεται μπροστά στο ερώτημα εάν τον συμφέρει να ασκεί το επάγγελμά του. Υπάρχουν παραδείγματα συναδέλφων που στο ξεκίνημα της επιχειρηματικής δραστηριότητας φθάνουν να καταβάλλουν πάνω από το 100% του ετήσιου εισοδήματός τους σε ασφάλιση και φορολογία επειδή κατάφεραν να έχουν δουλειά! Γι’ αυτό μιλάμε για δήμευση περιουσίας. Πρέπει η Πολιτεία να καταλάβει ότι χωρίς σταθερό φορολογικό πλαίσιο, με τραγικά υψηλές φορολογικές και ασφαλιστικές εισφορές, με ένα εχθρικό επιχειρηματικό περιβάλλον, δεν πρόκειται ούτε δουλειές να υπάρξουν ούτε να έρθουν ξένες επενδύσεις. Και δεν πρόκειται να έρθουν ούτε ιδιωτικά κεφάλαια για επενδύσεις τύπου ΣΔΙΤ ή για μεγάλες ιδιωτικές επενδύσεις, που ακούω τελευταία την Κυβέρνηση να επιδιώκει.

Αν δεν φτιάξουμε το επιχειρηματικό περιβάλλον, αν δεν μειωθεί η συνολική φοροασφαλιστική επιβάρυνση, ούτε κεφάλαια θα έχει η χώρα, ούτε τεχνικό προσωπικό για τις απαραίτητες επενδύσεις. Για να το πω απλά: αν δεν υπάρχουν δουλειές και έργα για τον κλάδο μας, είτε δημόσια είτε ιδιωτικά, δεν θα μείνει κανείς μηχανικός στο επάγγελμα, θα μείνει η χώρα χωρίς μηχανικούς και τεχνικές επιχειρήσεις. Και ανάπτυξη, είτε δίκαιη θες να την πεις, είτε αληθινή θες να την ονομάσεις, είτε βιώσιμη θες να την χαρακτηρίσεις, μία προϋπόθεση έχει: χρειάζεται μηχανικούς και τεχνικούς για να υπάρξει.

Πώς σχολιάζετε την απόφαση του ΣτΕ για τον ΕΦΚΑ ειδικά όσον αφορά τους μηχανικούς;

Καταρχήν δεν έχουμε ακόμη απόφαση, έχουμε κάποιες πληροφορίες και περιμένουμε τη δημοσίευσή της το επόμενο διάστημα Όμως μπορούμε να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα. Καταρχήν, τόσο το ΤΕΕ και ο τεχνικός κόσμος, όσο και άλλοι επιστημονικοί φορείς, που προσφύγαμε στο Συμβούλιο της Επικρατείας φαίνεται να δικαιωνόμαστε, γιατί μετά από
σκληρό και διαρκή αγώνα και κατόπιν τεχνοκρατικής και μεθοδικής δουλειάς όσον αφορά στις προσφυγές, φαίνεται ότι η απόφαση του ΣτΕ θα κάνει δεκτούς τους βασικούς ισχυρισμούς ότι το νέο ασφαλιστικό σύστημα είναι παντελώς άδικο και αντισυνταγματικό, με εισφορές παράλογες και παράνομες. Όσον αφορά την πορεία από εδώ και πέρα, αν η Κυβέρνηση αποφασίσει, όπως έχει υποχρέωση, να εναρμονίσει τη νομοθεσία στην πιθανολογούμενη απόφαση του ΣΤΕ θα πρέπει να ετοιμάσει άμεσα σχετική νομοθετική ρύθμιση. Ειδικά μάλιστα για το θέμα των εισφορών και του τρόπου απόδοσής τους δύο ζητήματα που πιθανότατα δεν θα είναι τα μοναδικά που θα θίξει το ΣτΕ- η Κυβέρνηση οφείλει να τα ρυθμίσει. Να διαχωρίσει δηλαδή, την αντιμετώπιση των ελευθέρων επαγγελματιών από τους μισθωτούς και τους δημοσίους υπαλλήλους και επίσης να μειώσει το ύψος των εισφορών.

Αν η Κυβέρνηση καθυστερήσει και δεν φέρει άμεσα, μετά την απόφαση του ΣτΕ, ρύθμιση εναρμόνισης με την απόφαση, τότε θα κινηθούμε νομικά προσπαθώντας να εμποδίσουμε τη συνέχιση πληρωμής των εισφορών αυτού του ύψους. Αν γίνουν ρυθμίσεις μείωσης των εισφορών μόνο για μία ομάδα πολιτών, όπως ακούγεται από κυβερνητικές διαρροές, για παράδειγμα αυτών με υψηλά εισοδήματα και όχι όλων, βάζοντας απλά έναν κόφτη από ένα εισόδημα και πάνω, δεν θα λυθεί το σημαντικό ζήτημα της δήμευσης της περιουσίας όλων των ελευθέρων επαγγελματιών. Επομένως και για αυτό θα κινηθούμε νομικά. Συνεπώς, αφού εκδοθεί η απόφαση του ΣτΕ η Κυβέρνηση οφείλει να λύσει άμεσα και συνταγματικά ορθά τα ζητήματα που θα προκύψουν από αυτήν. Επίσης θα πρέπει να λύσει το ζήτημα της απώλειας των σχετικών εσόδων. Ρυθμίσεις στο πόδι ή μπαλώματα θα φέρουν ισχυρές αντιδράσεις από τους φορείς και τους πολίτες, που φαίνεται να δικαιωνόμαστε. Είμαι βέβαιος ότι όλοι μας, και σίγουρα το ΤΕΕ, όπως έχουμε κάνει μέχρι σήμερα, θα κινηθούμε ώριμα και θα καταθέσουμε προτάσεις οι οποίες αν ληφθούν υπόψη, κάτι που δεν έγινε στο παρελθόν, πιθανότατα να βοηθήσουν στην επίλυση ζητημάτων συνταγματικότητας, αλλά κυρίως δίκαιης αντιμετώπισης όλων των πολιτών και δυνατότητας επιβίωσης στη σκληρή σημερινή οικονομική κατάσταση.

Δεδομένων των επιβαρύνσεων, προβάλετε ως μονόδρομο την ανάπτυξη και μάλιστα δίνετε έμφαση στις ιδιωτικές επενδύσεις. Είναι αυτός ο μόνος δρόμος για να αυξηθούν τόσο τα εισοδήματα όσο και οι θέσεις εργασίας;

Η πράξη έχει αποδείξει ότι ο τεχνικός κόσμος πάει «χέρι-χέρι» με την ελληνική οικονομία, τόσο στους ανοδικούς όσο και στους καθοδικούς κύκλους. Άρα ναι, για να υπάρξουν δουλειές, η αναπτυξιακή πορεία είναι μονόδρομος. Σημειώνω όμως ότι μετά από μία δεκαετία πτώσης και συρρίκνωσης, η χώρα χρειάζεται όχι απλώς καλούς ρυθμούς μεγέθυνσης της οικονομίας αλλά ένα ισχυρό αναπτυξιακό σοκ. Μόνο έτσι θα ξαναπάρει μπροστά η πραγματική οικονομία.

Με παιχνίδια στους δείκτες δεν υπάρχει αποτέλεσμα. Χρειάζεται προσπάθεια και δουλειά για να πέσουν τα χρήματα στην πραγματική οικονομία, να κινηθεί η αγορά και να παραχθούν έργο και πλούτος για τη χώρα. Μόνο έτσι σήμερα μπορούν να αυξηθούν τα εισοδήματα και να υπάρξουν δουλειές. Και τα χρήματα σήμερα δεν έρχονται από το Δημόσιο, ή τουλάχιστον όχι μόνο από αυτό. Το ελληνικό Δημόσιο έχει ένα εξαιρετικά περιορισμένο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων που αφενός χρησιμοποιείται για τα συγχρηματοδοτούμενα έργα και αφετέρου χρησιμοποιείται κάθε χρόνο ως «μαξιλάρι» για την επίτευξη των δημοσιονομικών μεγεθών, άρα είναι εξαιρετικά περιορισμένο.

Οι κοινοτικοί πόροι του ΕΣΠΑ δεν χρησιμοποιούνται εγκαίρως. Αλλά και σε αυτούς ακόμη βλέπουμε πια πως προωθούνται περισσότερο οι κανόνες που υπάρχουν και στην απευθείας κοινοτική χρηματοδότηση: χρηματοδοτούνται έργα ώριμα και ανταποδοτικά, με διασφαλισμένη βιωσιμότητα. Αυτό είναι το κλειδί των αλλαγών που πρέπει να αντιληφθούμε: αφενός εμείς, ως αγορά, για να προσαρμοστούμε και αφετέρου η Πολιτεία και όλοι οι φορείς, ώστε να προχωρήσουν γρήγορα τα έργα. Αυτό σημαίνει ότι προχωρούν έργα με ιδιωτική συμμετοχή (άρα εξ ορισμού ανταποδοτικά),ή συμπράξεις δημοσίου – ιδιωτικού τομέα ή νέα, υβριδικά σχήματα με ισχυρή ιδιωτική συμμετοχή.

Αν υπάρξει σχέδιο, αποτελεσματικότητα, χρονοδιάγραμμα και όρεξη για δουλειά, μπορούν να γίνουν πολλά. Δεν είμαστε χειρότεροι από τις άλλες χώρες. Ίσα-ίσα το αντίθετο: έχουμε επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό υψηλών προδιαγραφών και έχουμε και ευκαιρίες μπροστά μας. Δεν είναι τυχαίο ότι η χώρα μας, παρά την κρίση –ή ίσως εξαιτίας αυτής– μπόρεσε να βρίσκεται τα τελευταία χρόνια στην πρωτοπορία του συνδυασμού κοινοτικών πόρων και προγραμμάτων ΣΔΙΤ. Αν ακολουθήσουμε έναν τέτοιο τρόπο δουλειάς και με άλλα εργαλεία, εκτός από τις ΣΔΙΤ, μπορούμε να πετύχουμε πολλά. Παράλληλα η Πολιτεία οφείλει να λύσει τα χέρια στον ιδιωτικό τομέα, όσον αφορά τις ιδιωτικές επενδύσεις. Εκεί αυτό που χρειάζεται είναι περισσότερο σχεδιασμός και απλοποίηση, παρά εμπλοκή του κράτους. Με αυτό το σκεπτικό προτείνουμε τη δημιουργία ενός νέου θεσμικού εργαλείου, του ONEClickLIS.

Το ΤΕΕ προτείνει μία ολοκληρωμένη, θεσμικά θωρακισμένη και σύγχρονη λύση για τη δημιουργία ενός και μόνο ψηφιακού χάρτη, κοινού για όλη την δημόσια διοίκηση αλλά και τους πολίτες, με όλες τις «θεσμικές γραμμές», δηλαδή με όλα τα απαραίτητα για την αδειοδότηση κάθε είδους επένδυσης γεωχωρικών δεδομένων.

Μια τέτοια πρόταση αποτελεί μεταρρύθμιση, που δημιουργεί ασφάλεια δικαίου σε κάθε επενδυτή, μεγάλο ή μικρό και μειώνει την αβεβαιότητα και το κόστος κάθε επένδυσης.

Στόχος είναι να μπορεί ο οποιοσδήποτε πολίτης, μηχανικός ή επενδυτής, από το σπίτι του ή το γραφείο του, με το πάτημα ενός κουμπιού στον υπολογιστή του, να πάρει ολοκληρωμένη, έγκυρη και θεσμικά ασφαλή πληροφορία, με αυξημένη τυπική ισχύ, για το τι επιτρέπεται, τι απαγορεύεται, με ποιους όρους και προϋποθέσεις, για να φτιάξει αυτό που τον ενδιαφέρει.

Και αν λυθούν αυτά τα προβλήματα, θα πάψουν να υπάρχουν και οι παθογένειες στον κατασκευαστικό τομέα;

Θα λυθεί ένα μεγάλο κομμάτι του προβλήματος των περασμένων δεκαετιών, το πρόβλημα της αδειοδότησης των επενδύσεων, δημόσιων και ιδιωτικών, που αποτελεί ακόμη και σήμερα αστάθμητο παράγοντα. Από εκεί και πέρα, ο κατασκευαστικός τομέας υπάρχει ως κομμάτι της ελληνικής οικονομίας και είναι αλληλένδετος με την αναπτυξιακή της πορεία. Έχει τις παθογένειες αλλά και τις δυνατότητες που έχει και η ελληνική οικονομία εν γένει. Δεν μου αρέσει προσωπικά να μεμψιμοιρώ και να ασχολούμαι με το παρελθόν. Είναι μικρή η αγορά της χώρας και όλοι ξέρουμε τι ζήσαμε τις προηγούμενες δεκαετίες αλλά και τα τελευταία χρόνια. Νομίζω ότι η μελέτη όσων έγιναν είναι ένα εργαλείο.

Είναι προτιμότερο όμως, αν θέλουμε να δίνουμε λύσεις και να δημιουργούμε, να σκεφτόμαστε και να σχεδιάζουμε το αύριο. Η άποψή μου είναι ότι στην πατρίδα μας κάποια στιγμή θα πρέπει οι πολιτικές δυνάμεις να αποφασίσουν ότι υπάρχει συνέχεια στο κράτος και τα έργα, δημόσια αλλά και ιδιωτικά και αυτά θα πρέπει να ολοκληρώνονται εντός συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος.Αν αυτό δεν συμβαίνει, τα έργα δεν τελειώνουν. Το κόστος πολλαπλασιάζεται. Και τελικά αυτοί που πληρώνουν είναι οι Έλληνες πολίτες. Κι αυτό που λέω είναι αυτονόητο σε πολλές χώρες του κόσμου.

Ίσως στις περισσότερες της Ευρώπης. Σε εμάς όμως τελικά δεν είναι αυτονόητο.Είναι κατανοητό και λογικό να αλλάζουν οι πολιτικές από τη μία κυβέρνηση στην επόμενη. Μπορεί ο σχεδιασμός μιας νέας κυβέρνησης να είναι πολύ καλύτερος και πιο σύγχρονος από της προηγούμενης – ή όχι. Κάθε μεγάλη αλλαγή όμως πρέπει να εφαρμόζεται σε νέα έργα.
Προφανώς αν οι όροι κάποιων συμβάσεων μπορούν να γίνουν πιο συμφέροντες για τους πολίτες, αλλά χωρίς να διακόπτονται τα έργα, θα πρέπει να γίνονται. Από εκεί και πέρα όμως πρέπει να υπάρχει όχι μόνο συνεννόηση, αλλά θεσμική υποχρέωση τα έργα να ολοκληρώνονται με βάση το σχεδιασμό και το χρονοδιάγραμμα, ανεξαρτήτως κυβέρνησης.

Λύσεις υπάρχουν, θέληση λείπει από το πολιτικό σύστημα για να εφαρμοστούν.

Στο πλαίσιο της σημερινής κατάστασης αλλά και της δικής σας πρότασης, ποιος είναι ο ρόλος των δημοσίων έργων; Οι εργολήπτες μπορούν να ελπίζουν σε καλύτερες ημέρες ή όχι;

Δημόσια έργα πάντα θα υπάρχουν, γιατί υπάρχουν κοινές ανάγκες στην κοινωνία που πρέπει να καλυφθούν. Αυτό που αλλάζει πλέον είναι ο τρόπος χρηματοδότησης. Και αυτό που χρειάζεται να αλλάξει είναι ο τρόπος σχεδιασμού και προώθησης των έργων. Από πλευράς ιδιωτικών επιχειρήσεων, χρειάζεται να αλλάξουμε νοοτροπία, να προσαρμοστούμε στα νέα δεδομένα. Έχω εμπιστοσύνη στους συναδέλφους ότι μπορούν, γιατί έχουν αποδείξει ήδη ότι ξέρουν. Χρειάζεται όμως να αλλάξει και η διοίκηση. Και να υπάρξει πολιτική βούληση, σχέδιο και αποτελεσματικότητα.

Πως όμως πρακτικά θα γίνει αυτό; Σε πολλές περιπτώσεις, χρειάζεται βελτίωση του θεσμικού πλαισίου. Για παράδειγμα στις ΣΔΙΤ χρειάζεται να δοθεί έμφαση στην ευελιξία της διαδικασίας και κυρίως στην ταχύτητα. Με συγκεκριμένο στόχο: κάθε ΣΔΙΤ να ωριμάζει μέσα σε έναν – το πολύ ενάμιση χρόνο. Επίσης πρέπει η ταχύτητα να γίνει συστατικό στοιχείο του σχεδιασμού κάθε είδους έργου.

Αυτό σημαίνει ότι για όσα έργα υπάρχει συμφωνία στην αναγκαιότητα υλοποίησης, πρέπει να «τρέχουν» μελετητικά, πρέπει να ωριμάζουν, χωρίς να περιμένουν να τε-λειώσουν τα προηγούμενα. Δηλαδή να υπάρχει συνέχεια και συνοχή στον σχεδιασμό. Αυτές οι θεσμικές παρεμβάσεις θα μειώσουν τον συνολικό κύκλο ωρίμανσης και δημοπράτησης ή ανάθεσης. Μαζί με επιμέρους αλλαγές σε κρίσιμα σημεία των μητρώων μπορούν να βελτιώσουν κατά πολύ την εικόνα του κλάδου. Και αν δεήσει η Κυβέρνηση να μας ακούσει συνολικά ως τεχνικό κόσμο για το θέμα των υπερβολικών εκπτώσεων, θα έχουμε κάνει ένα ακόμη σημαντικό βήμα.

Αυτό το νέο πλαίσιο που περιγράφετε, χωράει τα δημόσια έργα που δεν έχουν ενδιαφέρον συμμετοχής από τον ιδιωτικό τομέα; Πού δεν παράγουν έσοδα δηλαδή; Αυτά πώς θα χρηματοδοτούνται και θα εκτελούνται;

Αφενός πρέπει να φροντίσουμε, λόγω των περιορισμένων πόρων που έχει πλέον η ελληνική Πολιτεία, να μην υπάρχουν έργα που δεν ενδιαφέρουν τον ιδιωτικό τομέα. Ή για να το πω αλλιώς, να μπορεί η Πολιτεία να προσφέρει ένα ενδιαφέρον «πακέτο» επενδύσεων ή έργων για χρηματοδότηση που θα περιλαμβάνει και όσα έργα δεν μπορούν από μόνα τους να προσελκύσουν επενδυτές.

Μία προσέγγιση που μπορεί να συζητηθεί είναι η Πολιτεία να δημιουργήσει ένα νέο έργο, ή ένα πακέτο έργων, που θα έχει εξασφαλισμένη δανειοδότηση, μέσω αποπληρωμής του δανείου από έσοδα άλλου υφιστάμενου και λειτουργούντος έργου.

Αυτό βέβαια σημαίνει ουσιαστικό και αποτελεσματικό σχεδιασμό με την εκπόνηση ενός σοβαρού και αξιόπιστου αναπτυξιακού σχεδίου με τα αναγκαία έργα υποδομής που θα πρέπει με επιστημονική επάρκεια να τεκμηριώνεται και να είναι έτοιμο το συντομότερο δυνατό. Αλλά υπάρχει και κάτι ακόμη που μπορεί να βοηθήσει. Η δημιουργική χρήση και η μόχλευση των περιορισμένων δημοσίων πόρων που υπάρχουν με έξυπνα εργαλεία.

Πρότεινα πρόσφατα δημοσίως τον σχεδιασμό ενός καινοτόμου εργαλείου με εμπροσθοβαρή χρησιμοποίηση, με όρους προεξόφλησης, των χρημάτων που υπάρχουν στο Πράσινο Ταμείο – δεσμευμένα λόγω μνημονίου– από τις δηλώσεις αυθαιρέτων για χρηματοδότηση αναγκαίων περιβαλλοντικών έργων. Τέτοια έργα συνήθως γίνονται με δημόσιους πόρους. Με ένα έξυπνο χρηματοοικονομικό εργαλείο μπορούμε να φέρουμε πιο μπροστά τη διαθέσιμη χρηματοδότηση –η εκτίμηση είναι για τέσσερα δισ. ευρώ διαθέσιμα στα τέλη του έτους – να εμπλέξουμε ιδιωτικούς πόρους και να προσελκύσουμε νέους, διεθνείς και ιδιωτικούς. Τέτοια εργαλεία χρειαζόμαστε. Και η γνώση υπάρχει. Και τα παραδείγματα.

Μόλις πριν λίγο διάστημα η Κυβέρνηση ανακοίνωσε την έναρξη ενός τέτοιου εργαλείου, του Equifund, που μέσω μόχλευσης και προσέλκυσης πόρων από διεθνείς εταίρους πολλαπλασιάζει, επί τρεις φορές περίπου, την προσδοκώμενη ωφέλεια από τα διαθέσιμα κεφάλαια του ΕΠΑΝΕΚ. Αλλά αφορά μόνο δράσεις επιχειρήσεων σε θέματα έρευνας και καινοτομίας. Σκεφθείτε να μπορούσαμε με έναν παρόμοιο τρόπο να εκμεταλλευτούμε τους πόρους του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων ή του ΥΜΕΠΕ-ΡΑΑ ή ακόμη και ολόκληρου του ΕΣΠΑ. Αρκεί να φεύγαμε από την πεπατημένη και να αποφεύγαμε την ευκολία. Δεν λέω κάποια μεγάλη σοφία.Ακριβώς έτσι έχουν σκεφθεί και στις Βρυξέλλες και αυτό είναι η βάση του πακέτου Γιούνκερ, με όλα τα χρηματοδοτικά εργαλεία που έχει κινητοποιήσει.

Για το παράδειγμα που ανέφερα, με το Πράσινο Ταμείο, θα μπορούσαμε με εφόδιο αυτά τα περίπου 4 δισ. ευρώ, που θα έχουμε το 2019 – ή ακόμη και με πολύ περισσότερα που θα έχουμε δύο χρόνια αργότερα, όταν ολοκληρωθεί ο νόμος Σταθάκη για τα αυθαίρετα – με τη χρηματορροή που ήδη προβλέπεται και τις δεσμεύσεις που υπάρχουν, μέσα σε ένα πλάνο έως 10 ετίας από σήμερα να έχουμε κινητοποιήσει τριπλάσιους πόρους. Δηλαδή για να το πω απλά: με «μαγιά» τα 4 δισ. σήμερα θα μπορούσαμε να έχουμε διαθέσιμα συνολικά μέχρι 12 δισ. ευρώ για περιβαλλοντικά έργα την επόμενη δεκαετία! Αυτό που χρειάζεται είναι γνώση, δουλειά και αποτελεσματικότητα για να παράγουμε τα επιθυμητά αποτελέσματα.

Θέλετε να γίνετε πιο αναλυτικός σε αυτό; Πως μπορούν οι μικρές και μεσαίες τεχνικές επιχειρήσεις να ευνοηθούν σε ένα τέτοιο χρηματοοικονομικό περιβάλλον;

Το θέμα δεν είναι να ευνοηθούν σε σχέση με τις μεγάλες επιχειρήσεις, αλλά να μπορούν όλοι να ανταγωνιστούν αλλήλους με ίσους όρους. Μόνο έτσι προοδεύει μακροπρόθεσμα και το επάγγελμα και το κράτος: με ίσες ευκαιρίες και με ανταγωνισμό. Τα άλλα συστήματα που ευνοούσαν τον μεγάλο ή τον μικρό, τον «δικό μας» ή αυτόν που «πλήρωνε» καλύτερα τα γνωρίσαμε και από την καλή και από την ανάποδη. Και πρέπει να δεχτούμε επιτέλους αυτό που όλοι γνωρίζουν: ο τρόπος που γίνονταν οι δουλειές στη χώρα για πολλές δεκαετίες είναι ένα από τους λόγους που φτάσαμε εδώ. Το λέω σαφώς: δεν είναι μόνο ότι άλλαξε και αλλάζει ο κόσμος γύρω μας που μας υποχρεώνει όλους να αλλάξουμε νοοτροπία, στρατηγική και τακτική. Είναι ότι δεν μας συμφέρει να συνεχίσουμε τα παλιά κόλπα.

Οι αλλαγές λοιπόν που σας ανέφερα δεν είναι απειλή, αλλά ευκαιρία. Ευκαιρία για συνένωση δυνάμεων ή, αντιθέτως, για διαφοροποίηση με ιδιαίτερη εξειδίκευση σε ειδικά έργα ή σε συγκεκριμένα τεχνικά αντικείμενα, ανάλογα με τα προσόντα, τα πλεονεκτήματα και τις συνθήκες που έχει κάθε τεχνική επιχείρηση.

Είναι ευκαιρία για ακόμη μεγαλύτερη προώθηση της υπεργολαβίας ως μεθόδου συνεργασίας, αλλά και για νέα υβριδικά συνεργατικά σχήματα μεταξύ εταιρειών, αλλά και μεταξύ επιχειρήσεων, φορέων και επενδυτών. Και όχι μόνο: υπάρχουν πολλές ευκαιρίες που δημιουργούνται για πηγές εισοδημάτων σε τεχνικές εταιρείες από νέες μορφές χρηματοδότησης και οργάνωσης έργων και δραστηριοτήτων :να αναφέρω για παράδειγμα τις ενεργειακές κοινότητες που τα επόμενα χρόνια θα γνωρίσουν ανάπτυξη.
Ως ΤΕΕ τα τελευταία δύο χρόνια κάνουμε διαρκώς εκδηλώσεις, αναδεικνύοντας τέτοιους νέους τρόπους χρηματοδότησης έργων. Για να ανοίξουμε νέους δρόμους και ορίζοντες, για να εξοικειώσουμε τον ελληνικό τεχνικό κόσμο –και τη ελληνική διοίκηση– με τη νέα χρηματοδοτική εποχή στην οποία έχουμε ήδη περάσει.

Κύριε πρόεδρε, για να το ρωτήσω απλά: δουλειές βλέπετε να τρέχουν σύντομα;

Θα το πω και εγώ απλά: με το ρυθμό που κινείται η Πολιτεία και η Κυβέρνηση στην παραγωγή δημοσίων έργων, δυστυχώς έχουμε χάσει πολύτιμα χρόνια. Αλλάζει το κράτος νομοθεσίες, για παράδειγμα τις δημόσιες συμβάσεις, και χάνεται ένα ολόκληρος χρόνος για την έκδοση αποφάσεων και εγκυκλίων. Μοιραία, κάποια στιγμή –και αυτή η στιγμή θα είναι όταν η πίεση από την Ε.Ε. για το τρέχον ΕΣΠΑ θα γίνει αφόρητη – θα τρέξουν πολλά. Φοβάμαι ότι η κατάλληλη προετοιμασία δεν έχει γίνει. Άλλωστε τόσο προσωπικά όσο και θεσμικά το ΤΕΕ φωνάζουμε και παρεμβαίνουμε συνεχώς για να ωριμάσουν και να προχωρήσουν τα έργα.

Η ανταπόκριση από την Κυβέρνηση δεν είναι η δέουσα. Τα πράγματα είναι λίγο καλύτερα στις Περιφέρειες που έχουν το έμψυχο δυναμικό. Αλλά και εκεί χρειάζεται πλέον να τρέξουμε. Ελπίζω ότι έστω με αυτές τις καθυστερήσεις μέσα στα επόμενα ένα με δύο χρόνια να βγουν οι προκηρύξεις έργων που αναμένει η αγορά και χρειάζεται η χώρα. Φοβάμαι βέβαια τις καθυστερήσεις που θα υπάρξουν από τον εκλογικό κύκλο, αλλά ελπίζω για το καλύτερο. Και θα πιέσουμε όσο μπορούμε περισσότερο για αποτελέσματα.

Σε προσωπικό επίπεδο πώς βλέπετε την κατάσταση; Συνεχίζετε στο επάγγελμα; Έχετε δουλειές; Και με το ΤΕΕ τι σκοπεύετε να κάνετε; Θα συνεχίσετε ή θα ακολουθήσετε πολιτική καριέρα μετά τη δεύτερη θητεία σας;

Στο δεύτερο ερώτημά σας θέλω να είμαι απόλυτα σαφής: είμαι μαχόμενος μηχανικός, ελεύθερος επαγγελματίας και εργολήπτης και θα συνεχίσω να είμαι. Δεν έχω καμία φιλοδοξία να εμπλακώ στο πολιτικό παιχνίδι, από καμία θέση. Θα συνεχίσω στο ΤΕΕ μέχρι το πέρας της θητείας μου και θα διεκδικήσω εκ νέου την ψήφο των συναδέλφων μου. Μόλις πριν λίγες ημέρες επανεκλέχθηκα επικεφαλής της παράταξής μου, της ΔΚΜ.

Σκοπεύω να τιμήσω την ψήφο των συναγωνιστών μου και να παλέψω για ένα καλύτερο, πιο αποδοτικό και πιο παρεμβατικό ΤΕΕ. Ελπίζω ότι όλοι θα αναγνωρίσουν στο τέλος της δεύτερης θητείας μου ότι έχω συμβάλει ουσιαστικά στη βελτίωση του Επιμελητηρίου και θα έχουμε καταφέρει να βελτιώσουμε τη ζωή των μηχανικών σε σχέση με το2015 που ανέλαβα τη θέση του Προέδρου.

Όσον αφορά το επάγγελμά μου, γνωρίζετε πολλοί ότι όχι μόνο νιώθω ως ένας από εσάς, ως μηχανικός και τεχνικός, αλλά είμαι στην πράξη ένας από εσάς. Παλεύω και εγώ προσωπικά, επιχειρηματικά, όλα αυτά τα χρόνια με τις παθογένειες του συστήματος παραγωγής δημοσίων έργων στη χώρα, με την αβελτηρία και την αναποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης στα έργα που προγραμματίζει, με την νοοτροπία των δημοσίων υπηρεσιών στη σχεδίαση, στην υλοποίηση, στην χρηματοδότηση και στην αποπληρωμή κάθε έργου σε κάθε γωνιά της χώρας. Για να απαντήσω στην ερώτηση μονολεκτικά, όχι, οι δουλειές δεν είναι πολλές. Είναι σχεδόν ανύπαρκτες. Αλλά παλεύουμε όπως όλοι. Λόγω της απασχόλησης στο ΤΕΕ δεν αφιερώνω στην επιχείρησή μου τον χρόνο που θα έπρεπε, αλλά έχω συνεργάτες που καλύπτουν όσα εγώ δεν προλαβαίνω, παρά τη μεγάλη μείωση από τις καλές εποχές. Και όπως όλοι, ευελπιστώ ότι με τον αγώνα μας για ανάπτυξη θα καταφέρουμε να ξεπεράσουμε τις δυσκολίες και να αναπτυχθούμε ξανά.

Διαβάστε επίσης

Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για λόγους επισκεψιμότητας και στατιστικών. Συνεχίζοντας την περιήγηση, αποδέχεστε τη χρήση αυτών των cookies Αποδοχή Περισσότερα