Γιώργος Σταθάκης, π.Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας: Σε κίνδυνο η ενεργειακή ασφάλεια της χώρας από τη βίαιη απολιγνιτοποίηση

πηγή: Εργοληπτικόν Βήμα Νο_123 της ΠΕΣΕΔΕ

Απώλεια ενεργειακής ασφάλειας, κίνδυνος εξαφάνισης της ΔΕΗ από τον ενεργειακό χάρτη και επενδύσεις σε φυσικό αέριο που παραμένει αμφίβολο αν θα αποσβεστούν. Ο πρώην Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ αναλύει τους κινδύνους από το σχέδιο απολιγνιτοποίησης της χώρας.

Δυσανάλογο οικονομικό κόστος και μικρό περιβαλλοντικό όφελος «βλέπει» ο πρώην Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Γιώργος Σταθάκης από το σχέδιο απολιγνιτοποίησης της κυβέρνησης που το χαρακτηρίζει ως «βιαστικά φτιαγμένο» και με θεμελιακά προβλήματα. Μιλώντας στο Εργοληπτικόν Βήμα , ο κ. Σταθάκης παραδέχεται πως η διεθνής εμπειρία δείχνει πόσο δύσκολη και αντιφατική είναι η μετάβαση περιοχών με τόσο σημαντική εξάρτηση, περίπου δηλαδή το 50% της τοπικής οικονομίας, από το λιγνίτη ή τον άνθρακα. Ωστόσο υπογραμμίζει πώς με το πλάνο που έχει επιλεγεί στη χώρα η ΔΕΗ  «καίει» 1,5 δισ. επένδυση, με ευρωπαϊκά δάνεια και δημόσιες εγγυήσεις, οι ιδιώτες επενδύουν 1-1,5 δισ. σε νέες μονάδες φυσικού αερίου, που είναι αμφίβολο αν θα αποσβεστούν εντός της εικοσαετίας, ενώ τέλος ενδέχεται να δημιουργηθούν σημαντικά κενά στην ασφάλεια του ενεργειακού συστήματος για τα επόμενα 5-10 χρόνια. Αναφερόμενος στις προοπτικές της ΔΕΗ σημειώνει ότι η εταιρεία κινδυνεύει να εξαφανιστεί από τον ενεργειακό χάρτη καθώς στα επόμενα 2-3 χρόνια θα απωλέσει το 60% του παραγωγικού δυναμικού της, με την απολιγνιτοποίηση και τη διασύνδεση των νησιών και θα βρεθεί αντιμέτωπη με ισχυρότερο ανταγωνισμό και σταδιακή αποκλιμάκωση της από το κυρίαρχο ποσοστό που έχει σήμερα.  Στο πλαίσιο αυτό προβλέπει ότι η κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας θα επιλέξει να οδηγήσει την ΔΕΗ στην ιδιωτικοποίηση της.

π.Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Γιώργος Σταθάκης

Η πολιτική στόχευση της ελληνικής κυβέρνησης είναι η επιτάχυνση της απολιγνιτοποίησης της χώρας. Ποια είναι η άποψη του δικού σας πολιτικού χώρου για το θέμα της απολιγνιτοποίησης;

Η απολιγνιτοποίηση είναι δεδομένη με βάση τους ευρωπαϊκούς στόχους για τη μείωση των ρύπων μέχρι το 2030 και το μηδενισμό τους το 2050. Το εθνικό ενεργειακό σχέδιο που υπέβαλλε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ πετύχαινε αυτούς τους στόχους, με σταδιακό κλείσιμο των παλιών μονάδων μέχρι το 2025 και διατήρηση μόνο της Πτολεμαΐδας V μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 2030. Με το σχέδιο αυτό πετυχαίναμε τους στόχους και με μόνη προσθήκη μία νέα υπό κατασκευή μονάδα φυσικού αερίου. Πρακτικά αντικαθιστούσαμε το λιγνίτη με ΑΠΕ, διατηρώντας στα σημερινά επίπεδα το φυσικό αέριο.

Η κυβέρνηση της ΝΔ πρόκρινε την απότομη απολιγνιτοποίηση και την κατασκευή νέων μονάδων φυσικού αερίου, τεκμαίρω 2-3 νέων μονάδων. Αυτό είναι παράλογο για πολλούς λόγους. Πρώτον, το οικονομικό κόστος είναι δυσανάλογο και το περιβαλλοντικό όφελος μικρό. Η ΔΕΗ “καίει” 1,5 δισ. επένδυση, με ευρωπαϊκά δάνεια και δημόσιες εγγυήσεις. Δεύτερον, οι ιδιώτες επενδύουν 1-1,5 δισ. σε νέες μονάδες φυσικού αερίου, που είναι αμφίβολο αν θα αποσβεστούν εντός της εικοσαετίας. Τρίτον, θα υπάρξουν σημαντικά κενά στην ασφάλεια του συστήματος για τα επόμενα 5-10 χρόνια. Νομίζω ότι ήδη έχει φανεί ότι το σχέδιο έχει θεμελιακά προβλήματα. Η ΔΕΗ αναζητά αποζημιώσεις για να μειώσει τις ζημιές και ο ΑΔΜΗΕ προεγγράφει κενά στην ασφάλεια του συστήματος.

Ποιες είναι οι καταλληλότερες πολιτικές αντιμετώπισης της μετάβασης των λιγνιτικών περιοχών στην επόμενη ημέρα;

Η διεθνής εμπειρία δείχνει πόσο δύσκολη και αντιφατική είναι η μετάβαση περιοχών με τόσο σημαντική εξάρτηση, περίπου δηλαδή το 50% της τοπικής οικονομίας, από το λιγνίτη ή τον άνθρακα. Υπάρχουν τρείς τρόποι, αντί τις πρόχειρες και παρδαλές ιδέες περί ελεύθερης οικονομικής ζώνης, και άλλες adhoc ιδέες που κυριάρχησαν στην πρώτη φάση. Ο πρώτος τρόπος είναι η αναζήτηση πραγματικά νέων συμπλεγμάτων δραστηριοτήτων στα οποία θα εξειδικευτεί μία τέτοια περιοχή. Μόνο που αυτό θέλει μελέτη καθώς πρέπει να αποτυπώνει τη δυναμική της εθνικής οικονομίας, την καταλληλότητα της περιοχής και τις αναγκαίες, φυσικά, παρεμβάσεις,. Ο δεύτερος είναι η διάχυση πολλών δραστηριοτήτων ελεγχόμενων από το κράτος, όπως πανεπιστήμια, κοινωνικές υποδομές, τεχνολογικά κέντρα, και δημόσιες υπηρεσίες. Ο τρίτος είναι η επιστροφή σε παραδοσιακές δραστηριότητες (γεωργία), η εναλλακτική ενέργεια (που θα αξιοποιεί τις υποδομές ενός ενεργειακού κέντρου), και η συμπληρωματική αναζήτηση νέων πρωτότυπων δραστηριοτήτων (πολιτιστική βιομηχανία). Το χειρότερο ίσως σενάριο είναι ο συνδυασμός πολλών και διαφορετικών και αποσπασματικών θεμάτων, που φοβάμαι ότι το τρέχον σχέδιο, βιαστικά φτιαγμένο, επιχειρεί.  

Ποιος θα πρέπει να είναι ο ρόλος της ΔΕΗ στο διαμορφούμενο ενεργειακό πεδίο; Ποιο θεωρείτε ως το πιο κατάλληλο σχέδιο για την Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού στη νέα χωρίς λιγνίτη εποχή;

Η ΔΕΗ κινδυνεύει να εξαφανιστεί από τον ενεργειακό χάρτη. Το 2019 παρήγαγε το 40-45% της ενέργειας της χώρας,  με ένα μείγμα όπου το 40% της ενέργειας της είναι από λιγνίτη, το 18% από πετρέλαιο, 28% από φυσικό αέριο, 14% από υδροηλεκτρικά, και μόλις 1% ΑΠΕ. Στα επόμενα 2-3 χρόνια θα απωλέσει το 60% του παραγωγικού δυναμικού της, με την απολιγνιτοποίηση και τη διασύνδεση των νησιών. Συνεπώς μαζί με την πώληση των δικτύων, θα μείνει μία κυρίως εμπορική εταιρεία προμήθειας των καταναλωτών, αντιμέτωπη με ισχυρότερο ανταγωνισμό και σταδιακή αποκλιμάκωση της από το κυρίαρχο ποσοστό που έχει σήμερα, και με προβληματική αγορά αυτήν της βιομηχανικής ενέργειας όπου μόνο μια ισχυρή ΔΕΗ μπορεί να επιλύσει. 

Η ΔΕΗ έχει φυσικά τεράστιες προοπτικές. Έχει δυνατότητες αναδιάρθρωσης του παραγωγικού δυναμικού της, διεθνούς παρουσίας της σε γειτονικές αγορές, και επέκτασης σε πληθώρα ενεργειακών υπηρεσιών. Φοβάμαι όμως, ότι μετά την αποδυνάμωση της και την πώληση του ΔΕΔΔΗΕ, εν ευθέτω χρόνο η ΝΔ θα επιλέξει την ιδιωτικοποίηση της ίδιας της ΔΕΗ.

Ευχαριστούμε θερμά τον Γρηγόρη Δάλλη για το εξαιρετικό φωτογραφικό υλικό που μας παραχώρησε και μας επέτρεψε να χρησιμοποιήσουμε στην έκδοση του 123ου «Ε.Β.»

Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι η απολιγνιτοποίηση θα θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας, αυξάνοντας παράλληλα την εξάρτηση της Ελλάδας από γειτονικές χώρες για εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας. Ποια είναι η δική σας άποψη;

Αυτό τεκμαίρεται ήδη από τις μελέτες του ΑΔΜΗΕ, και με βάση τα στοιχεία οι εισαγωγές που θα χρειάζονται θα φθάνουν στο 20% της ενεργειακής ζήτησης στην Ελλάδα. Πέρα από τα θέματα ασφάλειας του συστήματος, όπως φάνηκε το χειμώνα του 2018-19, όταν τα πυρηνικά της Γαλλίας και ο βαρύς χειμώνας παρέλυσαν το ευρωπαϊκό σύστημα, είναι οξύμωρο να εξαρτάται η χώρα από τις ενεργειακές δυνατότητες των πυρηνικών της Βουλγαρίας ή τα πλεονάσματα άλλων χωρών. Οι διασυνδέσεις με γειτονικές χώρες είναι σημαντικές για λόγους αγοράς, ανταγωνισμού και χαμηλού κόστους, αλλά σαφώς δεν αποτελούν μηχανισμό υποκατάστασης της ενεργειακής αυτάρκειας μίας χώρας. Το ίδιο ισχύει εν πολλοίς και με την προσπάθεια διαφοροποίησης των πηγών φυσικού αερίου, που επιδιώκει να μην υπάρχει μονόπλευρη εξάρτηση από το ρωσικό αέριο ή τους αγωγούς που έχουν αναπόφευκτα ισχυρή τουρκική παρουσία. Συνεπώς η βίαιη απολιγνιτοποίηση και το σημερινό προβληματικό ενεργειακό σχέδιο στερούνται βασικών αρχών ενεργειακής ασφάλειας της χώρας.

Πολλοί αναφέρουν ότι επενδύσεις όπως τα φωτοβολταϊκά, π.χ., η ηλεκτροκίνηση κτλ. δε δημιουργούν εγχώριες αλυσίδες αξίας. Ποια είναι η δική σας θέση για τις ΑΠΕ και με ποιους τρόπους πιστεύετε ότι πρέπει να ενσωματωθούν στον ελληνικό ενεργειακό χώρο;

Υπάρχουν δύο εναλλακτικά σχέδια μετάβασης στις ΑΠΕ. Το πρώτο ας το πούμε το «βρετανικό» στηρίζεται σε μεγάλης κλίμακας ιδιωτικές επενδύσεις σε μεγάλα αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα. Το δεύτερο, το «γερμανικό», στηρίζεται, κατά το ήμισυ, σε τοπικά αποκεντρωμένα, αυτάρκη, δίκτυα παραγωγής και κατανάλωσης όπου παραγωγοί είναι τα νοικοκυριά, οι ενεργειακές κοινότητες και οι μικρές τοπικές επιχειρήσεις. Η ΝΔ προφανώς έχει επιλέξει το πρώτο. Ο ΣΥΡΙΖΑ προκρίνει το δεύτερο.

Οι λόγοι είναι τρεις:

  • Πρώτον τα οφέλη από τις ΑΠΕ διαχέονται στην κοινωνία, στα νοικοκυριά και τις τοπικές κοινωνίες.
  • Δεύτερον, αντιμετωπίζεται ο κίνδυνος κοινωνικού αποκλεισμού των φτωχών νοικοκυριών, καθώς οι ενεργειακές κοινότητες, μαζί με δήμους και άλλους φορείς, μπορούν να υλοποιούν προγράμματα ΑΠΕ υπέρ των ευάλωτων νοικοκυριών.
  • Τρίτον και κυριότερον δημιουργεί εγχώρια προστιθέμενη αξία. Διότι τα αποκεντρωμένα τοπικά δίκτυα έχουν επάρκεια εγχώριας παραγωγής (δίκτυα, μετρητές), μελετητές, τεχνολογικές λύσεις, κατασκευές, ενθαρρύνουν την τοπική αποθήκευση (μπαταρίες μικρής κλίμακας που είναι εντός των δυνατοτήτων της εγχώριας παραγωγής), και ενθαρρύνουν πιθανόν και τη δυνητική παραγωγή κατάλληλων ΑΠΕ για τέτοιες κλίμακες.
Διαβάστε επίσης

Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για λόγους επισκεψιμότητας και στατιστικών. Συνεχίζοντας την περιήγηση, αποδέχεστε τη χρήση αυτών των cookies Αποδοχή Περισσότερα