Σιωπηρή απόρριψη προδικαστικής προσφυγής από την ΑΕΠΠ: Πρακτικά ζητήματα δικαστικής προστασίας.
Η Δικηγόρος – Ειδική Επιστήμονας της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών, Αθηνά Μπουζιούρη, εξηγεί στο ΕΡΓΟΛΗΠΤΙΚΟΝ ΒΗΜΑ τι σημαίνει η σιωπηρή απόρριψη της προδικαστικής προσφυγής από την Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών.
πηγή: Εργοληπτικόν Βήμα Νο_126 της ΠΕΣΕΔΕ
Η ανάγκη ταχείας επίλυσης των διαφορών που ανακύπτουν στο πλαίσιο διαδικασιών ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων, προς περαιτέρω εξυπηρέτηση του σκοπού της κατά το δυνατό ταχύτερης προόδου και ολοκλήρωσης των σχετικών διαγωνιστικών διαδικασιών, αντιμετωπίστηκε από τον νομοθέτη – μεταξύ άλλων – και με τη θέσπιση αποκλειστικών προθεσμιών, όχι μόνο για την άσκηση της προδικαστικής προσφυγής εκ μέρους του προσφεύγοντα, αλλά και για την επίλυση της σχετικής διαφοράς από το αρμόδιο για την εξέταση των προδικαστικών προσφυγών όργανο, ήτοι την Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών (βλ. άρθρα 365 και 367 Ν. 4412/2016). Η άπρακτη παρέλευση των ανωτέρω προθεσμιών εκ μέρους της ΑΕΠΠ έχει ως αποτέλεσμα τη σιωπηρή απόρριψη της προδικαστικής προσφυγής. Όπως και στην περίπτωση της ρητής απόρριψης της προσφυγής του, έτσι και επί σιωπηρής απόρριψής της,ο προσφεύγων απολαμβάνει του δικαιώματος δικαστικής προστασίαςέχοντας τη δυνατότητα να προσφύγει ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων ζητώντας την αναστολή και την ακύρωση της σιωπηρής απόρριψης. Ήδη, κατόπιν της θέσπισης του Ν. 4782/2021,το άρθρο 372 παρ. 1 Ν. 4412/2016 προβλέπει ρητώς ότι «όποιος έχει ή είχε συμφέρον να του ανατεθεί συγκεκριμένη σύμβαση και υφίσταται ή ενδέχεται να υποστεί ζημία από ενδεχόμενη παραβίαση της νομοθεσίας περί δημόσιων συμβάσεων, μπορεί, με το ίδιο δικόγραφο, να ασκήσει αίτηση αναστολής εκτέλεσης και ακύρωσης των αποφάσεων της Α.Ε.Π.Π.. Το αυτό ισχύει και σε περίπτωση σιωπηρής απόρριψης της προδικαστικής προσφυγής». Η άσκηση ενδίκων βοηθημάτων κατά της σιωπηρής απόρριψης της προδικαστικής προσφυγής γέννησε ορισμένα ζητήματα πρακτικής εφαρμογής των οικείων διατάξεων, τα οποία έχουν αντιμετωπιστεί – με πάγιο πλέον τρόπο, εξ όσων τουλάχιστον έχουμε υπόψη μας – με μία σειρά δικαστικών αποφάσεων, και ιδίως με την πρόσφατη ΕΑ ΣΤΕ295/2021, το πλήρες κείμενο της οποίας δημοσιεύθηκε την 6/11/2021.Παρακάτω αναφερόμαστε συνοπτικά σε ορισμένααπό τα συχνότερα πρακτικά ζητήματα, τα οποία ανακύπτουν στο στάδιο της ένδικης διαδικασίας που ακολουθεί τη σιωπηρή απόρριψη προδικαστικής προσφυγής από την ΑΕΠΠ και στον τρόπο επίλυσής τους από το Συμβούλιο της Επικρατείας, όπως αυτός προκύπτει από την ανωτέρω απόφαση του ανωτάτου Δικαστηρίου.
Εκκίνηση προθεσμίας άσκησης αίτησης αναστολής και ακύρωσης: Στην περίπτωση κατά την οποία είτε η προδικαστική προσφυγή, για οποιονδήποτε λόγο, δεν εξετασθεί από την ΑΕΠΠ εντός της προθεσμίας των σαράντα (40) ημερών από την κατάθεσή της, είτε δεν εκδοθεί απόφαση επί της προσφυγής εντός της προθεσμίας των είκοσι (20) ημερών από την εξέτασή της και, σε κάθε περίπτωση, εάν δεν εκδοθεί απόφαση επί της προσφυγής μετά την πάροδο εξήντα (60) ημερών από την κατάθεσή της, αφενός η ΑΕΠΠ καθίσταται αναρμόδια κατά χρόνο να αποφασίσει επί της προσφυγής και αφετέρου συντελείται σιωπηρή απόρριψη αυτής, η οποία υπόκειται στα ένδικα βοηθήματα που προβλέπονται στον Ν. 4412/2016. Η προθεσμία προσβολής της σιωπηρής απόρριψης της προδικαστικής προσφυγής ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου άρχεται την επομένη της κατά τα άνω συντέλεσης της σιωπηρής απόρριψης και δεν κινείται εκ νέου με την τυχόν έκδοση, μετά την συντέλεση της σιωπηρής απόρριψης, εγγράφου της ΑΕΠΠ με το οποίο πληροφορείται ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας ότι η προσφυγή του απερρίφθη σιωπηρώς (έγγραφο επιβεβαιωτικού/πληροφοριακού χαρακτήρα). Ειδικότερα, κρίθηκε από το Δικαστήριο ότι τυχόν μετάθεση της αφετηρίας της προθεσμίας προσβολής της σιωπηρής απόρριψης της προδικαστικής προσφυγής σε άλλο χρονικό σημείο, και συγκεκριμένα στην ημερομηνία γνωστοποίησης στον ενδιαφερόμενο οικονομικό φορέα, με έγγραφη βεβαίωση της ΑΕΠΠ, της σιωπηρής απόρριψης της προσφυγής, θα καθυστερούσε έτι περαιτέρω την σύναψη της σχετικής δημόσιας σύμβασης, ενόψει του ανασταλτικού αποτελέσματος της άσκησης της προδικαστικής προσφυγής, κατά παράβαση του επιδιωκόμενου σκοπού της ταχείας εκκαθάρισης των διαφορών που ανακύπτουν κατά την διαδικασία ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων.
Μη αναστολή της προθεσμίας άσκησης αίτησης αναστολής και ακύρωσης κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών: Και υπό το καθεστώς των προϊσχύσαντων νομοθετημάτων (Ν. 2522/1997, Ν. 3886/2010) είχε γίνει δεκτό ότι η προθεσμία άσκησης των προβλεπόμενων ενδίκων βοηθημάτων κατά της (ρητής ή σιωπηρής) απόρριψης προδικαστικής προσφυγής δεν αναστελλόταν κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών ενόψει της ανάγκης ταχείας επίλυσης των σχετικών διαφορών. Η ερμηνεία αυτή επιβεβαιώθηκε από την Επιτροπή Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείαςκαι ως προς τις ισχύουσες διατάξεις του Ν. 4412/2016. Ειδικότερα, κρίθηκε ότι οι διατάξεις περί αναστολής της προθεσμίας για την άσκηση ενδίκων βοηθημάτων και μέσων κατά την διάρκεια των δικαστικών διακοπών (άρθρο 11 του Κανονιστικού Διατάγματος της 26.6/10.7.1944, ΦΕΚ Α´ 139, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 του Ν. 3514/2006, ΦΕΚ Α´ 266, και άρθρο 22 παρ. 4 του Ν. 1868/1989, ΦΕΚ Α´ 230) δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση της δεκαήμερης προθεσμίας για την άσκηση αιτήσεως αναστολής, η οποία διέπεται αποκλειστικά από το άρθρο 372 παρ. 4 του Ν. 4412/2016.
Ενημέρωση των διοικουμένων για την υποχρέωση άσκησης προδικαστικής προσφυγής: Η εκ μέρους της Διοίκησης υποχρέωση ενημέρωσηςτου διοικούμενου, είτε με την υποκείμενη στην προσφυγή πράξη είτε με τυχόν διαβιβαστικό της έγγραφο, για την δυνατότητα άσκησης προσφυγής ενώπιον συγκεκριμένου οργάνου, την προβλεπόμενη σχετική προθεσμία καθώς και τις συνέπειες της μη άσκησης της οικείας προσφυγήςυφίσταται στην περίπτωση ειδικών διαδικαστικών διατάξεων της διοικητικής νομοθεσίας, διάσπαρτων και δυσκόλως προσιτών στους ενδιαφερόμενους, οι οποίες προβλέπουν την άσκηση, κατά ορισμένης διοικητικής πράξης ή παράλειψης, ενδικοφανούς προσφυγής, ως προϋπόθεση της παραδεκτής προσβολής της πράξης αυτής με αίτηση ακύρωσης, σύμφωνα με τους γενικούς δικονομικούς κανόνες που τάσσονται από τις οικείες διατάξεις του ΠΔ 18/1989. Ανάλογη ενημέρωση δεν μπορεί, όμως, να θεωρηθεί ότι επιβάλλεται στη Διοίκηση και για τις σχετικές με την προδικαστική προσφυγή προβλέψεις – συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που αφορούν τη συντέλεση τη σιωπηρή απόρριψή της μετά την πάροδο άπρακτης της τασσομένης προθεσμίας αποφάνσεως καθώς και την έναρξη της προθεσμίας προσβολής της – οι οποίες προκύπτουν από τις διατάξεις του Ν. 4412/2016 και του ΠΔ 39/2017. Περαιτέρω, κρίθηκε από την Επιτροπή Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας ότι οιοικείες περί προδικαστικής προσφυγής νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις συγκροτούν σύστημα παροχής έννομης προστασίας στις διαφορές που ανακύπτουν κατά την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων και είναι, ως εκ τούτου, γνωστές στους ενδιαφερομένους, στους οποίους απευθύνονται, ήτοι σε οικονομικούς φορείς με εξειδίκευση και εμπειρία στην συμμετοχή σε σχετικούς διαγωνισμούς. Στις ως άνω δε διατάξεις περί άσκησης της προδικαστικής προσφυγής παραπέμπουν, άλλωστε, και τα πρότυπα τεύχη διακήρυξης διαγωνισμών δημοσίων συμβάσεων, επομένως κατά κανόνα και οι δημοσιευόμενες διακηρύξεις, με αποτέλεσμα να είναι εκ των προτέρων γνωστά τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που επιβάλλονται στους προσφεύγοντες από το εφαρμοστέο σύστημα διοικητικής και δικαστικής προστασίας. Ως εκ τούτου, οι οικονομικοί φορείς απαραδέκτως επικαλούνται την έλλειψη σχετικής ενημέρωσης επί των προσβαλλόμενων πράξεων ή επί άλλων εγγράφων της διαγωνιστικής διαδικασίας, προκειμένου να θεραπεύσουν τυχόν πλημμέλειες και απαράδεκτα κατά την άσκηση των σχετικών ενδίκων βοηθημάτων.
Προκύπτει από τα ανωτέρω, ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας – περαιτέρω δε και τα αρμόδια Διοικητικά Δικαστήρια – ερμηνεύει αυστηρά τις διατάξεις, οι οποίες διέπουν την άσκηση των ενδίκων βοηθημάτων της αίτησης αναστολής και ακύρωσης που προβλέπονται στον Ν. 4412/2016, ως ένα ιδιαίτερο σύστημα κανόνων που αποκλείει την εφαρμογή λοιπών κανόνων γενικής εφαρμογής. Ως εκ τούτου, οι οικονομικοί φορείς οφείλουν να είναι εξαιρετικά προσεκτικοί κατά την άσκηση των σχετικών δικαιωμάτων τους, προκειμένου να μην διακινδυνεύουν το παραδεκτό των ασκούμενων ενδίκων βοηθημάτων και τη συνακόλουθη ματαίωση του δικαιώματος δικαστικής προστασίας.