Ο Σύλλογος Μελετητών Δημοσίων Έργων Κεντρικής Μακεδονίας αναλύει διεξοδικά στο Εργοληπτικόν Βήμα τα λειτουργικά κόστη των μελετητικών γραφείων, που προκύπτουν από τη συνεχή αναβάθμιση των λειτουργικών υποδομών, των μέσων παραγωγής μελετών και υπηρεσιών και τα «ειδικά» κόστη, ζητώντας τη θεσμοθέτηση μέτρων στήριξης του κλάδου.
Οι αλλεπάλληλες αρνητικές καταστάσεις στην οικονομία και στην κοινωνία την τελευταία δωδεκαετία έπληξαν όλους τους παραγωγικούς κλάδους, μεταξύ των οποίων και τον κατασκευαστικό, που υπέστη, πιθανόν, τις μεγαλύτερες επιπτώσεις.
Είναι γεγονός ότι τα τελευταία δύο χρόνια, δηλαδή τη μετά-Covid εποχή, η κατασκευαστική αλυσίδα εμφανίζει τάσεις ανάκαμψης, με σημαντική άνοδο της ιδιωτικής οικοδομικής δραστηριότητας. Ταυτόχρονα, η διοχέτευση στην αγορά των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας και του ΕΣΠΑ 2021-27, σε συνδυασμό με την αποκλιμάκωση των εκπτώσεων των οικονομικών προσφορών, έχουν ενισχύσει την αγορά της κατασκευής των δημοσίων έργων και, κατά κύριο λόγο, των μεγάλης κλίμακας εξ αυτών, όπως προκύπτει τόσο από τα δημοσιευμένα στοιχεία του ανεκτέλεστου υπολοίπου των μεγάλων κατασκευαστικών εταιρειών, όσο και από τις τοποθετήσεις των σχετικών κλαδικών συλλογικών φορέων.
Είναι γνωστό ότι για τις κατασκευαστικές εταιρείες, οποιουδήποτε μεγέθους, η επαναφορά της λειτουργίας του μηχανισμού της αναθεώρησης είχε θετικά αποτελέσματα, αφού περιόρισε την αβεβαιότητα των οικονομικών φορέων που συμμετείχαν στους διαγωνισμούς σχετικά με την οικονομία της σύμβασης κατά τη διάρκεια υλοποίησης του έργου. Βέβαια, η αβεβαιότητα αυτή θα περιοριστεί περαιτέρω, και οι διαφορές που ανακύπτουν κατά την εκτέλεση των συμβάσεων θα μειωθούν, όταν (και αν) επεκταθεί ο καθορισμός οριστικών συντελεστών αναθεώρησης των τιμών σε όλο το εύρος των άρθρων τιμολογίου, ξεκαθαρίζοντας το τοπίο, με την εξάλειψη της χρήσης του κανόνα των «ομοειδών» εργασιών.
Και ενώ στην περίπτωση των προμηθειών, των γενικών υπηρεσιών και των έργων δόθηκε με νομοθετικές ρυθμίσεις η δυνατότητα αναπροσαρμογής των τιμών των εργασιών και των υλικών με βάση τον μηνιαίο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, οι μόνες δημόσιες συμβάσεις, για τις οποίες δεν υπήρξε δυναμική βελτίωση των αμοιβών, που θα μπορούσε να απορροφήσει τις αντίστοιχες αυξήσεις των τιμών, είναι αυτές των μελετών και παροχής τεχνικών & επιστημονικών υπηρεσιών.
Τα μελετητικά γραφεία, μπορεί να μην έχουν τα άμεσα κόστη της προμήθειας υλικών, όπως οι εργοληπτικές εταιρείες ή οι προμηθευτές, ωστόσο, τα επιμέρους λειτουργικά τους κόστη (κόστος αναλωσίμων, εξοπλισμού & λογισμικού, ενεργειακό κόστος, κόστος μεταφορών/μετακινήσεων, κόστος γενικών υπηρεσιών: λογιστικές, νομικές, καθαριότητας, ασφάλισης κ.λπ., κόστος εγκατάστασης: ενοίκιο, κοινόχρηστα, αμοιβές προσωπικού, εργοδοτικές εισφορές), έχουν αυξηθεί μέσω των αναθεωρήσεων τιμών που θεσμοθετήθηκαν για τις προμήθειες, τις γενικές υπηρεσίες και τα έργα.
Στις παραπάνω αυξήσεις, που οφείλονται στην τιμαριθμική αναπροσαρμογή, πρέπει να προστεθούν και τα πρόσθετα κόστη μιας σύγχρονης μελετητικής επιχείρησης, με προοπτική να εισέλθει ή και να διατηρηθεί στην αγορά.
Τα κόστη αυτά προκύπτουν από την ανάγκη για συνεχή αναβάθμιση των λειτουργικών υποδομών και των μέσων παραγωγής των μελετών και των προσφερόμενων υπηρεσιών, και συγκεκριμένα, για:
- χρήση προηγμένων τεχνολογικών εφαρμογών και εργαλείων διαχείρισης έργων (ΒΙΜ, ΑΙ, εφαρμογές cloud, είτε για τη λειτουργία προγραμμάτων, είτε για την αποθήκευση δεδομένων, σοβαρά συστήματα προστασίας από ιούς, τηλεδιασκέψεις κ.λπ.), που κατά κύριο λόγο παρέχονται από ελάχιστες ξένες εταιρείες πληροφορικής, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται και συνθήκες μονοπωλίων,
- απόκτηση σύγχρονου, ασφαλούς και πιστοποιημένου εξοπλισμού (H/W),
- απόκτηση ή «αναβάθμιση» όλων των λογισμικών, λόγω της μετατροπής των αδειών κτήσης αυτών, από τις εταιρείες πληροφορικής, από μόνιμες με εφάπαξ αγορά σε ετήσιες συνδρομές (S/W), και
- στελέχωση με εξειδικευμένο δυναμικό, με υψηλού επιπέδου εκπαίδευση/κατάρτιση και πιστοποιημένα επιστημονικά προσόντα.
Τέλος, στο λειτουργικό κόστος των μελετητικών γραφείων προστίθενται και τα «ειδικά» κόστη που υποχρεώνει το θεσμικό πλαίσιο των δημοσίων συμβάσεων και του φορολογικού Δικαίου, στα οποία, εκτός από τις κρατήσεις επί των αμοιβών των δημοσίων συμβάσεων (υπέρ ΕΑΔΗΣΥ κ.λπ.), προστίθενται τα σημαντικά κόστη για:
- Πιστοποίηση των παρεχόμενων υπηρεσιών και της λειτουργίας των επιχειρήσεων. Παρά το γεγονός ότι ο ν. 4412/2016 ορίζει την πιστοποίηση ως προαιρετική απαίτηση για την ανάληψη μίας δημόσιας σύμβασης, αυτή έχει καταλήξει να χρησιμοποιείται από τις αναθέτουσες Αρχές ως εργαλείο «φωτογραφικής» επιλογής του αναδόχου οικονομικού φορέα, με αποτέλεσμα να υποχρεώνονται οι μελετητικές επιχειρήσεις να κάνουν «συλλογή» πιστοποιήσεων.
- Ασφάλιση αστικής ευθύνης. Σύμφωνα με το π.δ. 71/2019 για την πιστοποίηση των μελετητικών γραφείων, αποτελεί πλέον απαίτηση για την αναβάθμιση της βαθμίδας στο Μητρώο Εμπειρίας Μελετητών, ενώ ο ν. 4412/2016 το θέτει ως υποχρέωση του αναδόχου μόνο της σύμβασης.
- Έκδοση ηλεκτρονικών τιμολογίων με τον εθνικό/ευρωπαϊκό μορφότυπο. Εκδίδονται, προς το παρόν, αποκλειστικά από περιορισμένο αριθμό πιστοποιημένων παρόχων, καθένας από τους οποίους προσφέρει τις υπηρεσίες του με τιμές που εξαρτώνται από σειρά στοιχείων του οικονομικού φορέα, όπως ο αριθμός των εκδιδομένων τιμολογίων μηνιαίως ή ετησίως, ο αριθμός πελατών, ο τζίρος, ο τρόπος πληρωμής κ.λπ., ενώ μέχρι τώρα υπήρχε η δυνατότητα να εκδίδει ένας οικονομικός φορέας δωρεάν τα ηλεκτρονικά του τιμολόγια, μέσω εφαρμογής της ΑΑΔΕ.
Όλες οι παραπάνω υποχρεώσεις δημιουργούν πρόσθετο λειτουργικό κόστος στα γραφεία των μελετητών και των μελετητικών επιχειρήσεων, ιδιαίτερα σ’ αυτά του μικρού και μεσαίου μεγέθους, ένα κόστος, το οποίο αναγκαστικά μετακυλίεται στο κόστος των δημοσίων μελετών και έργων.
Ο άπαξ, ετησίως, καθορισμός του συντελεστή τκ του Κανονισμού Προεκτιμώμενων Αμοιβών μελετών και παροχής τεχνικών & λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών δεν επαρκεί για να καλύψει τις αναπροσαρμογές των τιμών, αφού δεν μεταβάλλει τις αμοιβές μετά την υπογραφή της συμβάσεως. Υπενθυμίζεται ότι με το προηγούμενο θεσμικό πλαίσιο προβλεπόταν η αναθεώρηση της αμοιβής της μελέτης και μετά την υπογραφή της σύμβασης, όταν η καθυστέρηση της υπογραφής ή και της εκτέλεσής της δεν οφειλόταν σε υπαιτιότητα του αναδόχου (άρθρο 30 του ν. 3316/2005 και υπουργική απόφαση με αριθ. Δ17γ/05/157/Φ.Ν 439.3/18.10.2006, ΦΕΚ 1591 Β).
Για την αντιμετώπιση του παραπάνω ελλείμματος και της δυσμενούς μεταχείρισης του κλάδου των μελετητών και παρόχων τεχνικών/επιστημονικών υπηρεσιών σε σχέση με τους λοιπούς επαγγελματίες που προσφέρουν υπηρεσίες στο ελληνικό Δημόσιο, ο ΣΜΕΔΕΚΕΜ και οι άλλοι συλλογικοί φορείς των μελετητών έχουν ζητήσει επανειλημμένα από την πολιτεία την κατάργηση ή την τροποποίηση των παραπάνω μέτρων (π.χ. η ηλεκτρονική τιμολόγηση μπορεί να γίνεται και μέσω του συστήματος της ΑΑΔΕ), και τη θεσμοθέτηση μέτρων στήριξης.
Η δέσμευση του Υπουργείου Οικονομικών για την κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος από το 2025 (πάγιο αίτημά μας), είναι η αρχή.
Αναμένουμε και τη συνέχεια, ώστε τα γραφεία μας να συνεχίσουν να παράγουν ποιοτικό έργο, αναβαθμίζοντας τους υλικούς τους πόρους, και προσλαμβάνοντας άξια και καταρτισμένα στελέχη, τεχνικούς και επιστήμονες, προς όφελος της κοινωνίας.
πηγή: Εργοληπτικόν Βήμα Νο_141 της ΠΕΣΕΔΕ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ
Ακολουθήστε το gobhma.gr στο Google News για να έχετε έγκαιρη & έγκυρη τεχνική ενημέρωση