Γ. Γεωργαντάς: Αλλάζουμε μεσοπρόθεσμα τον χάρτη των αγροτικών υποδομών της χώρας

Ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κ. Γεώργιος Γεωργαντάς μιλάει στο Εργοληπτικόν Βήμα για τους σχεδιασμούς της Κυβέρνησης για την ενίσχυση και τον εκσυγχρονισμό του αγροδιατροφικού κλάδου και των σχετικών υποδομών της χώρας μέσα από ένα πρόγραμμα συνολικών χρηματοδοτήσεων που φθάνει τα 22 δισ. ευρώ.

ΠΡΩΤΟΓΕΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ

Παρά τη δύσκολη συγκυρία, η χώρα έχει το πλεονέκτημα να αντλήσει πόρους από  τρία μεγάλα χρηματοδοτικά εργαλεία για να αναβαθμίσει τις υποδομές της στον πρωτογενή τομέα, σημειώνει ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κ. Γεώργιος Γεωργαντάς. Όπως εξηγεί, μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, ΚΑΠ και του Προγράμματος Αλιείας και Θαλασσών, οι διαθέσιμες χρηματοδοτήσεις συνολικά φθάνουν στα 22 δις  ευρώ. Oι δημόσιες παρεμβάσεις στις υποδομές του πρωτογενούς τομέα, συνιστούν στρατηγική προτεραιότητα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, τονίζει ο κ. Γεωργαντάς διαχέονται σε όλη την επικράτεια και από την υλοποίησή τους θα έχει όφελος η ελληνική περιφέρεια, αλλά και ο κατασκευαστικός κλάδος σε όλα τα επίπεδα γιατί πρόκειται για έργα που αφορούν σε πολλές κατηγορίες στον τομέα των υποδομών. Όπως τονίζει ο κ. Γεωργαντάς, παρά το σύνθετο γεωπολιτικό περιβάλλον, δεν υφίσταται πρόβλημα επισιτιστικής επάρκειας για την Ελλάδα καθώς η εφοδιαστική αλυσίδα λειτουργεί κανονικά και στη χώρα μας και σε ολόκληρη την ΕΕ. Σύμφωνα με τον Υπουργό, η Ελλάδα, φρόντισε εγκαίρως να καλύψει τις εισαγωγές που έκανε από τις χώρες που επηρεάζονται από τον πόλεμο και πλέον μεγάλο μέρος των εισαγωγών καλύπτεται από τη Βουλγαρία, αλλά και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ρουμανία, η Γερμανία, η Γαλλία αλλά και χώρες εκτός ΕΕ, όπως ο Καναδάς. Παράλληλα, σημειώνει, δίνονται κίνητρα στους αγρότες προκειμένου να αυξήσουν την παραγωγή σε μαλακό σιτάρι, καλαμπόκι και ηλιέλαιο, ώστε να μειωθεί η εξάρτηση της Ελλάδας από τις εισαγωγές. Ο κ. Γεωργαντάς αναφέρεται και στο σημαντικό ζήτημα της έλλειψης εξειδικευμένης εκπαίδευσης στον αγροτικό τομέα. Παράλληλα, αναφορικά με το πρόβλημα της γήρανσης του αγροτικού πληθυσμού, ο κ. Γεωργαντάς υπενθυμίζει ότι η Κυβέρνηση «τρέχει»  τα προγράμματα Νέων Αγροτών, προωθεί την ίδρυση Δημοσίων ΙΕΚ, με προγράμματα κατάρτισης και ενισχύει τις προσπ’αθει’εσύμμαχο τις νέες τεχνολογίες, καθώς βοηθούν σημαντικά στα προγράμματα κατάρτισης. και εφαρμόζει πολιτικές που διακατέχονται από την αντίληψη για μετάβαση από το μοντέλο της οικογενειακής εκμετάλλευσης σε αυτό της αγροτικής επιχείρησης και ταυτόχρονα της ενδυνάμωσης των συνεταιριστικών, αγροτικών συλλογικών σχημάτων. Αναγνωρίζει όμως και τις σημαντικές αρρυθμίες στη λειτουργία των ΤΟΕΒ και ΓΟΕΒ. «Τα έργα τα οποία διαχειρίζονται σήμερα οι περίπου 450  ΤΟΕΒ και ΓΟΕΒ, της χώρας, εξυπηρετούν περίπου 6.000.000 στρέμματα, δηλαδή το 45% του συνόλου της αγροτικής γης. Άρα, σχετίζονται με ένα πολύ σημαντικό, όμως δύσκολο να προσδιοριστεί ακριβώς, μέρος της συνολικής κατανάλωσης νερού στην Ελλάδα» σημειώνει ο Υπουργός και αναγνωρίζει ότι πολλοί από αυτούς τους οργανισμούς κακοδιοικούνται, με αποτέλεσμα να πνίγονται από τα χρέη ενώ άλλοι διοικούνται σωστά και αναλαμβάνουν τη λειτουργία υπό κατασκευή φραγμάτων, όπως αυτό του Ταυροπού, από τον ομώνυμο ΤΟΕΒ. «Πρόθεσή μας είναι να εκσυγχρονίσουμε το καθεστώς λειτουργίας  και εξυγίανσης των ΤΟΕΒ σε όλη τη χώρα. Η ορθολογική διαχείριση των υδάτων είναι εξαιρετικά σημαντική προϋπόθεση για την ομαλή εξέλιξη της πρωτογενούς παραγωγής και, βεβαίως, για την επίτευξη του εθνικού στόχου για αύξηση της παραγωγής» σημειώνει. Τέλος, ο Υπουργός αναφέρεται στο πρόγραμμα «Ύδωρ 2.0» το οποίο, όπως λέει, θα αλλάξει τον αρδευτικό χάρτη στον πρωτογενή τομέα.
«Στόχος μας η ενίσχυση της παραγωγής μέσω της αύξησης των αρδευομένων εκτάσεων. Από το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης 2014-2022 υλοποιούμε 31 μεγάλα εγγειοβελτιωτικά και αρδευτικά έργα σε ολόκληρη την Επικράτεια, διαθέτοντας για το σκοπό αυτό πάνω από 450 εκατ. ευρώ από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο. Ταυτόχρονα μέσα από το Ταμείο Ανάκαμψης χρηματοδοτούμε για αντίστοιχες υποδομές το εμβληματικό πρόγραμμα «ΥΔΩΡ 2.0» ύψους άνω των 4 δις ευρώ αξιοποιώντας σύγχρονες μεθόδους σχεδιασμού και κατασκευής τους, όπως των συμπράξεων δημοσίου ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ), διαμορφώνοντας ακόμη πιο ευέλικτους και ρεαλιστικούς όρους υλοποίησής τους» σημειώνει ο κ. Γεωργαντάς.

Πανδημία, πόλεμος στην ευρωπαϊκή γειτονιά και ενεργειακή ακρίβεια. Εν μέσω διαδοχικών κρίσεων η οικονομία – ελληνική και παγκόσμια – αντιμετωπίζει ισχυρές προκλήσεις, ενώ το αυξημένο κόστος παραγωγής και ο υψηλός πληθωρισμός συμπιέζουν τα περιθώρια ανάπτυξης. Στο περιβάλλον αυτό, ειδικά ο αγροδιατροφικός τομέας δέχεται ισχυρές πιέσεις. Πως όλα αυτά μετασχηματίζουν και τις προτεραιότητες σας για τη στήριξη του κλάδου και πόσο τα νέα δεδομένα επιβαρύνουν  τον κρατικό προϋπολογισμό?

Αδιαμφισβήτητα κάθε εκτροπή από την ομαλότητα στον χώρο της οικονομίας, επιβαρύνει τον προϋπολογισμό κάθε χώρας. Τόσο η ενεργειακή κρίση, όσο και ο πόλεμος, αλλά, κυρίως, η κλιματική κρίση, έχουν αλλάξει τα δεδομένα στον πρωτογενή τομέα. Από την αρχή της κρίσης μέχρι σήμερα η ελληνική κυβέρνηση, έχει λάβει  στοχευμένα μέτρα υπέρ των αδυνάμων, περίπου ύψους 6 δις ευρώ. Μέσα σε αυτούς περιλαμβάνονται και οι αγρότες, ιδιαίτερα δε οι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες. Για να αντιληφθείτε το πρόβλημα που δημιουργεί η κλιματική κρίση, πρέπει να λάβετε υπ’ όψιν σας ότι για αποζημιώσεις το 2021 ο ΕΛΓΑ πλήρωσε στους αγρότες περίπου 350 εκατ. ευρώ και εξ αυτών οι εισφορές των αγροτών προς τον Οργανισμό ήταν 158 εκατ. ευρώ. Τα υπόλοιπα ήταν στήριξη από τον κρατικό προϋπολογισμό. Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με κάθε τρόπο προσπαθεί να στηρίξει την αγροτική παραγωγή.  Άλλωστε η διασφάλιση της ομαλότητας στην παραγωγή, εν πολλοίς διασφαλίζει και την επισιτιστική επάρκεια και, κατά συνέπεια, την κοινωνική συνοχή.

Η πολεμική σύρραξη μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας, χωρών που αποτελούν από τους μεγαλύτερους παραγωγούς σιτηρών στον κόσμο εντείνει το ζήτημα της επισιτιστικής επάρκειας και τις ευρύτερες προκλήσεις στον Αγροδιατροφικό τομέα. Υπάρχει λόγος ανησυχίας για επισιτιστική επάρκεια στη χώρα τους επόμενους μήνες και ποιες είναι οι κινήσεις σας για τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς;

Πρόβλημα επισιτιστικής επάρκειας για την Ελλάδα δεν υφίσταται. Υπάρχει επισιτιστική επάρκεια και η εφοδιαστική αλυσίδα λειτουργεί κανονικά και στη χώρα μας και σε ολόκληρη την ΕΕ. Ωστόσο όταν ένα πρόβλημα γίνεται παγκόσμιο, τότε επηρεάζει τους πάντες. Από τις εμπόλεμες χώρες, η χώρα μας κάλυπτε περίπου το 30% των καταναλωτικών της αναγκών σε μαλακό σιτάρι και αραβόσιτο. Η Ελλάδα, φρόντισε εγκαίρως να καλύψει τις εισαγωγές που έκανε από τις χώρες αυτές.  Το μεγαλύτερο μέρος των αναγκών μας καλύπτεται από εισαγωγές από τη Βουλγαρία, αλλά και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ρουμανία, η Γερμανία, η Γαλλία αλλά και χώρες εκτός ΕΕ, όπως ο Καναδάς. Παράλληλα δίνουμε κίνητρα στους αγρότες να αυξήσουν την παραγωγή σε μαλακό σιτάρι, καλαμπόκι και ηλιέλαιο, ώστε να μειωθεί η εξάρτηση της Ελλάδας από τις εισαγωγές. Το μαλακό σιτάρι και το καλαμπόκι εντάσσονται στις συνδεδεμένες καλλιέργειες ενώ αναμένεται αύξηση παραγωγής στον ηλίανθο. Επίσης πετύχαμε οι αγρότες που έχουν εντάξει εκτάσεις τους στο πρόγραμμα αγρανάπαυσης, να μπορούν να καλλιεργήσουν αυτές τις εκτάσεις χωρίς να χάσουν τα προνόμια που προσφέρει το πρόγραμμα. Με μέτρα που έχουμε λάβει, όπως η ανά πενθήμερο καταγραφή των αποθεμάτων, έχουμε επιτύχει την κανονική λειτουργία της εφοδιαστικής αλυσίδας.

Πράσινη μετάβαση, επενδύσεις σε ΑΠΕ, εξοικονόμηση ενέργειας, ανακύκλωση, ψηφιακός μετασχηματισμός, καινοτομία και έρευνα και εξωστρέφεια, είναι ορισμένες από τις τάσεις που μπαίνουν όλο και πιο δυναμικά στον αγροδιατροφικό τομέα. Ποια είναι η σημερινή ελληνική πραγματικότητα στον αγροτικό τομέα σε σχέση με τις τάσεις αυτές και ποιες οι σχετικές πρωτοβουλίες της Πολιτείας;

Η εισαγωγή νέων τεχνολογιών στην αγροτική παραγωγή, αποτελεί παράγοντα που διασφαλίζει την ανάπτυξη του κλάδου και ενισχύει τη συμβολή του στην οικονομική πορεία της χώρας για ένα καλύτερο αύριο. Μέσα από τα προγράμματα του ΠΑΑ οι αγρότες μας μπορούν να ενισχυθούν και να προχωρήσουν σε μια ομαλή μετάβαση στη νέα ψηφιακή εποχή. Μέσα από αυτή τη μετάβαση θα μπορέσουν να διασφαλίσουν όχι μόνο την ποσότητα αλλά και την οργάνωση και την ποιότητα της παραγωγής τους καθιστώντας τα παραγόμενα προϊόντα μας πιο ανταγωνιστικά στις παγκόσμιες αγορές. Η κλιματική και ενεργειακή κρίση αλλά και η γεωπολιτική κρίση, καθιστούν τον ψηφιακό μετασχηματισμό του πρωτογενούς τομέα πιο επιτακτικό και την ανάγκη εφαρμογής του ταχύτερη. Προς την κατεύθυνση αυτή κινούμαστε υιοθετώντας τις νέες τεχνολογίες και στο επίπεδο των υπηρεσιών και των Οργανισμών του ΥπΑΑΤ, έχοντας ήδη κάνει σημαντικά μεταρρυθμιστικά βήματα τόσο στον ΟΠΕΚΕΠΕ όσο και στον ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ. Μέσα από το ΠΑΑ (2014-2022), ενεργοποιούνται δράσεις ψηφιοποίησης σε προγράμματα ύψους 1,5 δις ευρώ, τα οποία μπορούν να αξιοποιήσουν οι Έλληνες παραγωγοί.

Οι δράσεις αφορούν πέντε προγράμματα που τρέχουν από το ΠΑΑ (Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης) και συγκεκριμένα:

  1. Τα σχέδια βελτίωσης για επενδύσεις στην ευφυή γεωργία
  2. Την κατάρτιση και τις γεωργικές συμβουλές για την εξοικείωση των παραγωγών με τις νέες ψηφιακές τεχνολογίες.
  3. Την ευρυζωνικότητα για την κάλυψη με υπηρεσίες διαδικτύου των αγροτικών περιοχών
  4. Τη συνεργασία και την προώθηση της καινοτομίας
  5. Τα τοπικά αναπτυξιακά προγράμματα Leader.

Κάθε κίνησή μας έχει έναν διττό στόχο: Την στήριξη του Έλληνα παραγωγού και τη διασφάλιση της ποιότητας των προϊόντων του ώστε να γίνουν ακόμα πιο ανταγωνιστικά.

Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της EY στη χώρα μας ο αγροτικός κλάδος χαρακτηρίζεται από χαμηλή παραγωγικότητα συγκριτικά με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, η οποία αποδίδεται στο χαμηλό επίπεδο γεωργικής εκπαίδευσης των αγροτών στη χώρα – από τα χαμηλότερα που καταγράφονται στην Ε.Ε., φαινόμενο που συνδέεται και με τη μεγάλη ηλικία των αγροτών – στο μικρό μέγεθος των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και το χαμηλό επίπεδο συνεργασίας και, τέλος, στο χαμηλό επίπεδο υιοθέτησης τεχνολογικής καινοτομίας. Με ποιους τρόπους θα μπορούσε να αντιστραφεί αυτή η κατάσταση με ποιες είναι οι πολιτικές του Υπουργείου για την αύξηση της παραγωγικότητας;

Η έλλειψη εξειδικευμένης εκπαίδευσης στον αγροτικό τομέα είναι ένα γεγονός που δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε. Όταν στην Ελλάδα οι αγρότες έχουν εκπαίδευση σε ποσοστό 8% στην ΕΕ το ανάλογο ποσοστό είναι γύρω στο 50% ενώ υπάρχουν χώρες, πρότυπα στην αγροτική παραγωγή, όπως η Ολλανδία, που το ποσοστό στην αγροτική εκπαίδευση φθάνει στο 80% επί των απασχολουμένων στον κλάδο. Στην Ελλάδα υπάρχει μια υστέρηση την οποία προσπαθούμε να καλύψουμε με την ίδρυση Δημοσίων ΙΕΚ, με προγράμματα κατάρτισης αλλά και μέσω των προγραμμάτων Νέων Αγροτών. Στην προσπάθειά μας αυτή έχουμε σύμμαχο τις νέες τεχνολογίες, καθώς βοηθούν σημαντικά στα προγράμματα κατάρτισης. Μέσα από την εκπαίδευση και κατάρτιση των αγροτών μας προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε και άλλα προβλήματα, όπως το να διαμορφωθεί αντίληψη συνεργατικότητας, μιας και τα συνεργατικά σχήματα (Συνεταιρισμοί και Ομάδες Παραγωγών), είναι τα μόνα μέσα που μπορεί να διαθέτει μια χώρα σαν τη δική μας για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του μικρού κλήρου. Όσον αφορά το πρόβλημα της γήρανσης του αγροτικού πληθυσμού, το αντιμετωπίζουμε με τα προγράμματα Νέων Αγροτών, αλλά, κυρίως, εφαρμόζοντας πολιτικές που διακατέχονται από την αντίληψη για μετάβαση από το μοντέλο της οικογενειακής εκμετάλλευσης σε αυτό της αγροτικής επιχείρησης και ταυτόχρονα της ενδυνάμωσης των συνεταιριστικών, αγροτικών συλλογικών σχημάτων. Πρόκειται για πολιτικές επιλογές της Κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη που φιλοδοξούν να αλλάξουν την αντίληψη του συνόλου της κοινωνίας για την αντιμετώπιση της πρωτογενούς παραγωγής.

Το Ταμείο Ανάκαμψης σε συνδυασμό με άλλα χρηματοδοτικά εργαλεία, που είναι διαθέσιμα ταυτόχρονα, συνθέτουν μία ιστορική ευκαιρία για τη χώρα προκειμένου να επενδύσει στην αναβάθμιση των υποδομών της. Ποια είναι τα έργα που προγραμματίζονται και σε ποιο στάδιο βρίσκεται η υλοποίησή τους; Πως μπορεί να εξασφαλιστεί ότι το όφελος από την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης και των υπολοίπων κοινοτικών προγραμμάτων θα διαχυθεί με ισορροπημένο τρόπο σε όλες τις επιχειρήσεις και ειδικά στις μικρότερες, που είναι και πολλές αλλά και σημαντικές για τις τοπικές κοινωνίες;

Μέσα στη δύσκολη συγκυρία που βιώνουμε, έχουμε το πλεονέκτημα να μπορούμε να αντλήσουμε πόρους από τρία μεγάλα χρηματοδοτικά εργαλεία για να αναβαθμίσουμε τις υποδομές στον πρωτογενή τομέα: Ταμείο Ανάκαμψης, ΚΑΠ (Κοινή Αγροτική Πολιτική) και Πρόγραμμα Αλιείας και Θαλασσών, που συνολικά φθάνουν στα 22 δις  ευρώ. Ταυτόχρονα, αξιοποιούμε νέα χρηματοδοτικά εργαλεία, σε συνεργασία με θεσμικούς φορείς και το χρηματοπιστωτικό σύστημα (Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα, τραπεζικά ιδρύματα, κλπ.) στοχεύοντας στη μόχλευση των πόρων και το μέγιστο δυνατό πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα των παρεμβάσεων που σχεδιάζουμε και υλοποιούμε.

Oι δημόσιες παρεμβάσεις στις υποδομές του πρωτογενούς τομέα, συνιστούν στρατηγική προτεραιότητα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, στη βάση ενός ολοκληρωμένου επιχειρησιακού σχεδιασμού που έχουμε εκπονήσει και ο οποίος υποστηρίζεται από τους συγχρηματοδοτούμενους από την Ε.Ε. πόρους που σας ανέφερα. Διαχέονται παντού. Σε όλη την επικράτεια και από την υλοποίησή τους θα έχουν όφελος οι Έλληνες αγρότες, στο σύνολό της  η ελληνική περιφέρεια, αλλά και ο κατασκευαστικός κλάδος σε όλα τα επίπεδα γιατί πρόκειται για έργα που αφορούν σε πολλές κατηγορίες στον τομέα των υποδομών.

Μεγάλο ενδιαφέρον υπάρχει για το πρόγραμμα «Ύδωρ 2.0»  που εμπεριέχει μία σειρά από αρδευτικά έργα μέσω ΣΔΙΤ που ο πρωθυπουργός χαρακτήρισε ως το μεγαλύτερο συνεκτικό σχέδιο αρδευτικών έργων από τη δεκαετία του ’60. Ποιος είναι ο προγραμματισμός για την υλοποίηση των έργων αυτών και ποια είναι τα οφέλη που θα προκύψουν;

Μέσα από το πρόγραμμα «Ύδωρ 2.0» προγραμματίζουμε να αλλάξουμε τον αρδευτικό χάρτη στον πρωτογενή τομέα. Στόχος μας η ενίσχυση της παραγωγής μέσω της αύξησης των αρδευομένων εκτάσεων. Από το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης 2014-2022 υλοποιούμε 31 μεγάλα εγγειοβελτιωτικά και αρδευτικά έργα σε ολόκληρη την Επικράτεια, διαθέτοντας για το σκοπό αυτό πάνω από 450 εκατ. ευρώ από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο. Ταυτόχρονα μέσα από το Ταμείο Ανάκαμψης χρηματοδοτούμε για αντίστοιχες υποδομές το εμβληματικό πρόγραμμα «ΥΔΩΡ 2.0» ύψους άνω των 4 δις ευρώ αξιοποιώντας σύγχρονες μεθόδους σχεδιασμού και κατασκευής τους, όπως των συμπράξεων δημοσίου ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ), διαμορφώνοντας ακόμη πιο ευέλικτους και ρεαλιστικούς όρους υλοποίησής τους.

Περσινή έρευνα της διαΝΕΟσις αναδεικνύει την κακή κατάσταση στην οποία βρίσκονται πολλές υποδομές που διαχειρίζονται οι Τοπικοί και Γενικοί Οργανισμοί Εγγείων Βελτιώσεων (ΤΟΕΒ και ΓΟΕΒ). Οργανισμοί που λειτουργούν και διαχειρίζονται μεγάλο μέρος των συλλογικών έργων άρδευσης που είναι απαραίτητα για να καλυφθούν οι ανάγκες άρδευσης εκατομμυρίων στρεμμάτων αγροτικής γης επηρεάζοντας την αποτελεσματικότητα της κατανάλωσης του νερού συνολικά στη χώρα και όχι μόνο στον κλάδο της γεωργίας. Πώς αντιμετωπίζετε αυτό το φαινόμενο;

Έχω μελετήσει την έρευνα της διαΝΕΟσις και τις διαπιστώσεις της. Πράγματι στον συγκεκριμένο τομέα υπάρχει πρόβλημα. Τα έργα τα οποία διαχειρίζονται σήμερα οι περίπου 450  ΤΟΕΒ και ΓΟΕΒ, της χώρας, εξυπηρετούν περίπου 6.000.000 στρέμματα, δηλαδή το 45% του συνόλου της αγροτικής γης. Άρα, σχετίζονται με ένα πολύ σημαντικό, όμως δύσκολο να προσδιοριστεί ακριβώς, μέρος της συνολικής κατανάλωσης νερού στην Ελλάδα. Υπολογίστε δε, ότι περίπου το 80% των υδάτων που καταναλώνουμε, αφορούν στην άρδευση. Τελικά, παρόλο που το ευρύ κοινό δεν γνωρίζει τη σημασία τους για τη γεωργία, οι Οργανισμοί Εγγείων Βελτιώσεων, οι οποίοι  λειτουργούν από το 1958, αφορούν τη συνολική διαχείριση πολύτιμων φυσικών πόρων, όπως είναι το νερό και το έδαφος, αλλά και την προστασία του περιβάλλοντος εν μέσω της κλιματικής κρίσης και των επιπτώσεων που έχει αυτή στη ζωή μας. Πολλοί από αυτούς τους οργανισμούς κακοδιοικούνται, με αποτέλεσμα να πνίγονται από τα χρέη. Άλλοι διοικούνται σωστά και αναλαμβάνουν τη λειτουργία υπό κατασκευή φραγμάτων, όπως αυτό του Ταυροπού, από τον ομώνυμο ΤΟΕΒ. Πρόθεσή μας είναι να εκσυγχρονίσουμε το καθεστώς λειτουργίας  και εξυγίανσης των ΤΟΕΒ σε όλη τη χώρα. Η ορθολογική διαχείριση των υδάτων είναι εξαιρετικά σημαντική προϋπόθεση για την ομαλή εξέλιξη της πρωτογενούς παραγωγής και, βεβαίως, για την επίτευξη του εθνικού στόχου για αύξηση της παραγωγής.

Τόσο ο αγροδιατροφικός όσο και ο κατασκευαστικός κλάδος αποτελούν δύο κομβικούς τομείς για τη χώρα που καλύπτουν τεράστιο κομμάτι της οικονομίας και της απασχόλησης. Στο σημερινό τοπίο, πώς μπορεί ο ένας κλάδος να είναι υποστηρικτικός στον άλλον; Ποια είναι τα έργα που η κατασκευαστική κοινότητα μπορεί να αναμένει στον αγροδιατροφικό κλάδο;

Βασικοί άξονες της πολιτικής μας για τις υποδομές στον πρωτογενή τομέα αποτελούν:

  • οι επενδύσεις σε μεγάλα εγγειοβελτιωτικά και αρδευτικά έργα, σε συνδυασμό με
  • ευρύτερες δημόσιες παρεμβάσεις στις αγροτικές περιοχές, οι οποίες αφορούν

α) στη βελτίωση της προσβασιμότητας κυρίως σε ορεινές, μειονεκτικές και νησιωτικές περιοχές μέσω έργων αγροτικής οδοποιίας,

β) στην επέκταση των ευρυζωνικών δικτύων σε απομακρυσμένες και δυσπρόσιτες αγροτικές περιοχές για την παροχή δυνατότητας πρόσβασης σε υπηρεσίες διαδικτύου στους κατοίκους τους,

γ) στην προστασία, πρόληψη και αποκατάσταση ζημιών από πυρκαγιές στα δάση, καθώς και

δ) στην ανάπλαση αγροτικών οικισμών μέσω έργων υποδομής αναβάθμισης και ανάδειξης της φυσικής και πολιτιστικής τους κληρονομιάς, ώστε να καταστούν περισσότερο ελκυστικοί για περαιτέρω τουριστική, περιβαλλοντική ή/και άλλη αξιοποίησή τους.

Σχετικά με τις λοιπές δημόσιες επενδύσεις, μέσα από το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης χρηματοδοτούμε:

  • έργα αγροτικής οδοποιίας με 160 εκατ. ευρώ,
  • ευρυζωνικά δίκτυα με 35 εκατ. ευρώ,
  • έργα πρόληψης και αποκατάστασης ζημιών σε δάση με 80 εκατ. ευρώ καθώς και
  • δημόσια έργα ανάπλασης αγροτικών οικισμών με περίπου 200 εκ. ευρώ μέσω των 50 τοπικών αναπτυξιακών προγραμμάτων LEADER.

Μέσα από τον συγκεκριμένο σχεδιασμό για τις υποδομές στον πρωτογενή τομέα και τις αγροτικές μας περιοχές επιδιώκουμε να αλλάξουμε μεσοπρόθεσμα τον χάρτη των αγροτικών υποδομών της Χώρας, ανταποκρινόμενοι στις σύγχρονες προκλήσεις της βιώσιμης, πράσινης και ψηφιακής ανάπτυξης. Προκλήσεις που υπαγορεύονται από τις αλλεπάλληλες κρίσεις, οικονομικές και επιδημιολογικές, που σε συνδυασμό με την κλιματική αλλαγή και τις επιπτώσεις του πρόσφατου πολέμου στην Ουκρανία, έχουν διαμορφώσει νέα δεδομένα στο επιχειρηματικό περιβάλλον, δημιουργώντας νέες δυνατότητες και προοπτικές στον τομέα των υποδομών και των κατασκευών.  

Εργαζόμαστε καθημερινά για τον μετασχηματισμό του αγροδιατροφικού τομέα στη χώρα μας.

πηγή: Εργοληπτικόν Βήμα Νο_130 της ΠΕΣΕΔΕ

Διαβάστε επίσης

Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για λόγους επισκεψιμότητας και στατιστικών. Συνεχίζοντας την περιήγηση, αποδέχεστε τη χρήση αυτών των cookies Αποδοχή Περισσότερα