Συλλογικές Διαπραγματεύσεις & Κοινωνικός Διάλογος. Η Τελευταία Ευκαιρία μας στον Τεχνικό Κλάδο:Δρ. Ανδρέας Στοϊμενίδης, Πρόεδρος ΟΣΕΤΕΕ/ΣΤΥΕ
πηγή: Εργοληπτικόν βήμα Νο_112 της ΠΕΣΕΔΕ
Τα τελευταία χρόνια, με τις ασκούμενες μνημονιακές κυβερνητικές πολιτικές, η υποβάθμιση των εργασιακών σχέσεων, η προσπάθεια μείωσης του κύρους των κοινωνικών εταίρων, συνδικάτων και εργοδοτικών οργανώσεων, η αποδόμηση του κοινωνικού διαλόγου, βασίστηκαν στην πλήρη αποδυνάμωση των ελεύθερων διαπραγματεύσεων και στη ουσιαστική πλήρη μείωση της δυνατότητας σύναψης των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
Στον τεχνικό κλάδο η κατάσταση δεν ξέφυγε από το γενικό κακό. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι λόγω και του ελλείμματος κεντρικής αναπτυξιακής στρατηγικής ο κλάδος δέχτηκε μεγάλες πιέσεις και οι συντελεστές του βρέθηκαν σε δύσκολη κατάσταση.
Αυτό βέβαια δεν δικαιολογεί εκείνους τους επιχειρηματίες που μέσα από την ευκαιρία της κρίσης επέβαλαν δωδεκάωρα στους εργαζόμενούς τους, αύξησαν την ανασφάλιστη εργασία, πήγαν την μισθοδοσία το λιγότερο ΄΄δύο μήνες πίσω΄΄, μετέτρεψαν συμβάσεις από συμφωνίες εργασίας σε ΄΄δελτία εργασιακής καταπίεσης και μείωσης της αξιοπρέπειας΄΄.
Περπατάς στο Κολωνάκι στις ένδεκα, Παρασκευή βράδι και βλέπεις μηχανικούς μέσα στις τζαμαρίες να εργάζονται. Φυσικά αυτοί οι άνθρωποι δεν ξεκίνησαν την εργασία τους στις τρεις το απόγεμα. Ξεκίνησαν στις εννέα το πρωί, δουλεύουν για 1000 μεικτά και δεν πληρώνονται υπερωρίες. Αμείβονται δε με τρίμηνη καθυστέρηση.Πολλά ανάλογα παραδείγματα υπάρχουν και στα εργοτάξια και σε εταιρείες παροχής υπηρεσιών.
Και βέβαια το τελευταίο που πρέπει να κάνουμε αν θεωρούμαστε έγκυροι, υπεύθυνοι και σοβαροί φορείς εκπροσώπησης του τεχνικού κλάδου, είναι να επιτρέπουμε ή να διευκολύνουμε δια της αδράνειας ανάλογες αντισυναδελφικές, αντιεργατικές, αντικοινωνικές, απάνθρωπες συμπεριφορές.
Ας δούμε πως φτάσαμε έως εδώ.
Οι εργαζόμενοι βρέθηκαν απολύτως απροστάτευτοι με την πλήρη διάλυση του προστατευτικού μανδύα στις απολύσεις και στην τερατώδη ενίσχυση της εργασιακής ευελιξίας που περιλάμβανε μεγάλη μείωση της αμοιβής της υπερωριακής εργασίας, αύξηση της ανώτατης διάρκειας της προσωρινής απασχόλησης και των διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου πέραν των 2 ετών, στους 36 μήνες, αύξηση της ανώτατης διάρκειας ενοικίασης των εργαζομένων στους 36 μήνες (από 12) και επέκταση της ετήσιας διάρκεια της εκ περιτροπής εργασίας στους 9 μήνες, με δυνατότητα διαδοχής 2 ετήσιων περιόδων μέχρι του 18μηνου.
Η πλήρης αποδυνάμωση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας, της μετενέργειας και της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης, μαζί με την νομοθέτηση του κατώτατου μισθού στο 500αρικο, οδήγησε σε κατάρρευση των κλαδικών συμβάσεων εργασίας και σε αύξηση των εικονικών επιχειρησιακών (μέσω ομάδων εργαζομένων και όχι Σωματείων).
Παράλληλα, υπήρξε μεγάλη μείωση του αριθμού των συμβάσεων πλήρους απασχόλησης και συνακόλουθα αύξηση του αριθμού των συμβάσεων μερικής απασχόλησης και εκ περιτροπής εργασίας, αλλά και αύξηση της ανασφάλιστης εργασίας. Όλα αυτά, με την πραγματική ανεργία να είναι στο 30% και την κεντρική αναπτυξιακή στρατηγική του κράτους σήμερα να διατηρείται στο επίπεδο της μονίμως προεκλογικής επιδοματικής πολιτικής.
Oμισθωτός στον ιδιωτικό τομέα υποφέρει και λαμβάνει πολλές φορές λιγότερα από το άθροισμα των επιδομάτων του άνεργου. Ο ελεύθερος επαγγελματίας με τη δραστηριότητά του χρηματοδοτεί την επιδοματική πολιτική του κράτους.
Τα τελευταία χρόνια οι ελληνικές κυβερνήσεις επιφυλάσσουν έναν όλο και πιο υποβαθμισμένο ρόλο για τους κοινωνικούς εταίρους. Η κατάργηση των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων και του καθορισμού του κατώτατου μισθού αποτέλεσε την αρχή. Τίποτα θετικό, όπως έχει περιγραφεί παραπάνω, δεν έχει προκύψει από την δυσμενή μεταβολή που συντελέστηκε τον Φεβρουάριο του 2012.
Σταθερή θέση των κοινωνικών εταίρων αποτελεί ότι πρέπει να αποκατασταθούν οι ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις, μέσα από τις οποίες θα καθοριστεί και το ύψος του κατώτατου μισθού σε κεντρικό επίπεδο. Αυτοί γνωρίζουν και βιώνουν καθημερινά την κατάσταση στην πραγματική οικονομία και αυτοί θα κληθούν να εφαρμόσουν την οποιαδήποτε μεταβολή.
Οι ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις είναι αναπόσπαστο κομμάτι του κοινωνικού διαλόγου και του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου. Σε αυτό το πλαίσιο διαμορφώνονται οι εργασιακές σχέσεις και διασφαλίζεται η κοινωνική και εργασιακή ειρήνη.
Κοινωνικός διάλογος είναι οι θεσμοθετημένες διαδικασίες μέσα από τις οποίες οι κοινωνικοί εταίροι, οι πλέον δηλαδή αντιπροσωπευτικές οργανώσεις εργοδοτών και εργαζόμενων, εκφράζουν τα συμφέροντα και τα προβλήματα τους και προσπαθούν να τα επιλύσουν. Να καταλήξουν στον κοινό τόπο όπου επιχειρήσεις και εργαζόμενοι θα έχουν τις μεγαλύτερες δυνατές ωφέλειες λαμβάνοντας υπόψη ένα δεδομένο κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον.
Το τελευταίο διάστημα με πρωτοβουλία της Ομοσπονδίας Συλλόγων Εργαζομένων Τεχνικών Επιχειρήσεων Ελλάδος και του Συλλόγου Τεχνικών Υπαλλήλων Ελλάδος έχει επανενεργοποιηθεί η διαδικασία των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τη σύναψη Εθνικής Κλαδικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας. Οι διαφορές είναι μεγάλες, αλλά όχι αγεφύρωτες. Υπάρχει διάθεση να αντιμετωπιστούν από κοινού στρεβλώσεις και παρωχημένες διαδικασίες (μεγάλες εκπτώσεις, αναμόρφωση τιμών υλικών, θέματα υγείας και ασφάλειας στην εργασία) του κλάδου. Πρέπει όμως να προχωρήσουμε σε ένα νέο κοινωνικό, τεχνικό συμβόλαιο για τον κλάδο.
Είναι πατριωτικό, πολιτικό, κοινωνικό και συναδελφικό μας καθήκον.
Δεν αποτελεί τιμή για τον κλάδο ότι από τους 400.000 συμπατριώτες μας που μετανάστευσαν τα τελευταία οχτώ χρόνια οι περισσότεροι είναι νέοι άνθρωποι του κλάδου μας. Οι οποίοι δεν άντεχαν με τις παρούσες συνθήκες εργασίας να παραμείνουν στην πατρίδα τους για εργασία.
Η ιστορική διαδρομή, η υπεύθυνη προσέγγιση των μεγάλων θεμάτων, το κύρος των φορέων του κλάδου μας και η ανάγκη για μία θετική υπέρβαση που θα μας ωθήσει στην επόμενη φάση, είμαστε πεπεισμένοι ότι θα οδηγήσει στο επόμενο διάστημα στην υπογραφή της Κλαδικής Σύμβασης
Η ιστορία θα ξεχωρίσει αυτούς που μάχονται για τον κλάδο, την κοινωνία και την οικονομία από αυτούς που εξυπηρετούν μονομερώς συμφέροντα μικρών ομάδων.
Αισιοδοξούμε ότι όλοι θα ανήκουμε στην ίδια, πρώτη πλευρά.