Share

Εγκρίθηκαν από το Υπουργείο Πολιτισμού οι προμελέτες αποκατάστασης των χαρακτηρισμένων ως μνημείων κτηρίων του βιομηχανικού συγκροτήματος «Κεραμεία Αλλατίνη».

Το ακίνητο βρίσκεται σε επαφή με τις περιοχές Κηφισιάς – Νέας Ελβετίας. Περικλείεται δυτικά από την οδό Αλ. Παπαναστασίου, η οποία αποτελεί και το διοικητικό όριο μεταξύ των Δήμων Θεσσαλονίκης και Πυλαίας – Χορτιάτη. Είναι συνολικής έκτασης 81,2 στρεμ. και το 2021 πέρασε στην ιδιοκτησία της εταιρείας ΣΤΑΝΤΑ.

Εντός του ακινήτου παραμένουν τα 7 κτίσματα που έχουν χαρακτηριστεί ως μνημεία. Το σύνολο της κάλυψης των κτισμάτων είναι 8.800 τ.μ. περίπου και η συνολική δόμηση υπολογίζεται σε 10.500 τ.μ. περίπου. Για το σύνολο των παραπάνω κτισμάτων διατηρείται το κέλυφος τους ως δείγμα βιομηχανικής αρχιτεκτονικής.

Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού έκριναν ότι καταρχήν οι προτάσεις επανάχρησης των διατηρητέων κτιρίων δεν επιφέρουν βλάβη σε αυτά Οι τελικές εγκρίσεις θα δοθούν στο στάδιο των οριστικών μελετών αποκατάστασης των κτηρίων του συγκροτήματος οι οποίες θα υποβληθούν προς έγκριση στα αρμόδια όργανα του Υπουργείου Πολιτισμού προκειμένου  να διερευνηθεί περαιτέρω το μέγεθος, το υλικό και το χρώμα του συστήματος ηλιοπροστασίας, προκειμένου να εναρμονίζεται με τις όψεις του μνημείου.

Ιδιαίτερα το κεντρικό κτήριο θα πρέπει υποχρεωτικά να διατηρηθεί ως μουσείο του εαυτού του και στο υπόλοιπο κτήριο να προβλεφθούν υποχρεωτικά δημόσιες η διοικητικές λειτουργίες πολιτιστικού ενδιαφέροντος.

Πρόθεση της εταιρείας είναι να συγκεντρώσει όλη την επιτρεπόμενη δόμηση (με συντελεστή δόμησης 0,8) σε ένα ψηλό κτίριο (πύργος) σχεδόν 100 μέτρων, συνολικής επιφάνειας 32.000 τ.μ, που θα χρησιμοποιηθούν για εμπορικές χρήσεις, γραφεία, κατοικίες ενώ παράλληλα θα δημιουργηθεί υπόγειος χώρος στάθμευσης.

Η ιστορία

Η οικογένεια Αλλατίνι ίδρυσε το 1848, στην περιοχή της Μπότσαρη την Κεραμοποιεία Αλλατίνη. Τα προϊόντα της «Κεραμεία Αλλατίνη» είναι οξύμαχα πλακίδια και σωλήνες, διακοσμητικοί πλίνθοι και τέσσερις τύποι κεραμιδιών. Ήδη από το 1836, η οικογένεια δραστηριοποιούνταν βιομηχανικά, με τους Μύλους Αλλατίνη. Το 1935 το κεραμείο κάηκε και οι νέες εγκαταστάσεις δημιουργήθηκαν στην περιοχή της Νέας Ελβετίας, το 1939.

Κατά την διάρκεια της Κατοχής, η τεράστια έκταση χρησιμοποιήθηκε ως χώρος στάθμευσης από τους Γερμανούς, παρόλο που το εργοστάσιο δεν είχε προλάβει να ξεκινήσει να λειτουργεί. Η λειτουργία του ξεκινάει μετά και τον Εμφύλιο. Η άργιλος μεταφερόταν με βαγόνια από το ορυχείο, που βρισκόταν στη θέση του σημερινού LIDL. Λειτούργησε μέχρι και το 1997 οπότε και εγκαταλείφθηκε, καθώς η παραγωγή μεταφέρθηκε σε νέες εγκαταστάσεις στο Κιλκίς.

Τον Ιανουάριο του 2020 προκλήθηκε πυρκαγιά στο εσωτερικό του κτιρίου, πιθανόν από αστέγους που κατοικούσαν εντός του και άναψαν φωτιά να ζεσταθούν. Η περίοδος της υποβάθμισης έκλεισε τον Δεκέμβριο του 2021 με την πώληση του συγκροτήματος.

Η διακοπή της λειτουργίας τους τα τελευταία 30 χρόνια και η εγκατάλειψη τους συνέβαλαν στη δημιουργία ενός χώρου επικίνδυνου και υποβαθμισμένου για τις κατοικημένες περιοχές που τον περιβάλλουν. Παρά το ότι χαρακτηρίστηκαν το 2006 με απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού ως «μνημείο», επειδή αποτελούν σημαντικό δείγμα Βιομηχανικής Αρχιτεκτονικής του 20ου αιώνα, δεν έγινε μέχρι σήμερα καμία προσπάθεια για την εξυγίανση και αναβάθμιση τους.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ