20η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη Προεδρείων ΠΕΣΕΔΕ
«Υποχρέωση της Πολιτείας να σταματήσει την χειραγώγηση των διαγωνισμών»
Την αναγκαιότητα λήψης μέτρων κατά της χειραγώγησης των διαγωνισμών στα δημόσια έργα και την εισαγωγή εξαιρετικών διατάξεων για έργα κάτω του κοινοτικού ορίου ανέδειξε ως πρώτιστο καθήκον της πολιτείας στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων ο Πρόεδρος της ΠΕΣΕΔΕ κ.Γιώργος Γάγαλης.
Ανοίγοντας τις εργασίες της 20ης Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης των Προεδρείων της ΠΕΣΕΔΕ, ο κ. Γάγαλης αναφέρθηκε στα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί λόγω της μη ολοκλήρωσης του εγχειρήματος με τον Ν 44/12 προσαρμογής του ελληνικού νομικού πλαισίου στις κοινοτικές οδηγίες και εκτίμησε ότι θα χρειαστεί ακόμη τουλάχιστον ένας χρόνος προκειμένου να εξομαλυνθεί η κατάσταση και αυτό διότι εκκρεμούν μια σειρά εγκυκλίων, υπουργικών αποφάσεων και κυρίως το Προεδρικό Διάταγμα για τα Μητρώα.
«Οι οιωνοί δεν είναι καλοί, η κυβέρνηση πρέπει να επιταχύνει να δώσει βάση στα κεντρικά θέματα που ταλανίζουν την διαδικασία ανάθεσης και εκτέλεσης των έργων ώστε να επέλθει το συντομότερο δυνατό η ηρεμία στις επιχειρήσεις και τις αναθέτουσες αρχές» δήλωσε χαρακτηριστικά ο Πρόεδρος της ΠΕΣΕΔΕ και υπογραμμίζοντας την έλλειψη ικανότητας προσαρμογής των αναθετουσών αρχών στα νέα δεδομένα κατήγγειλε επιχείρηση καθοδήγησης των διαγωνισμών προς συγκεκριμένους αναδόχους.
Συγκεκριμένα ο κ. Γάγαλης τόνισε:
«Πρέπει να παραδεχτούμε ότι και εμείς δεν ήμασταν σαν επιχειρήσεις έτοιμοι να προσαρμοστούμε στις νέες οδηγίες, ωστόσο όπως διαπιστώνουμε οι αναθέτουσες αρχές ήταν και είναι παντελώς ανέτοιμες να διαχειριστούν το νέο τρόπο στους δημόσιους διαγωνισμούς. Εκεί εντοπίζονται και τα περισσότερα προβλήματα καθώς ο νόμος δεν έχει ολοκληρωθεί και κάθε παραθυράκι του γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης.
Δυστυχώς οι αναθέτουσες αρχές αντί να περιγράφουν με σαφήνεια τα προσόντα που πρέπει να έχει ο διαγωνιζόμενος κάνουν κατά κόρον προσπάθεια περιγραφής του επιθυμητού αναδόχου. Έχει γίνει πλέον εθνικό σπορ η εισαγωγή τέτοιων προαπαιτούμενων αναφορικά με την εμπειρία, τον τζίρο, τα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και άλλων με την εισαγωγή των οποίων στις διακηρύξεις επιχειρείται, βάναυσα πολλές φορές, να οδηγηθεί ο διαγωνισμός όχι στον ικανό συνάδελφο αλλά στον επιθυμητό της υπηρεσίας.
Είναι προφανές ότι η Πολιτεία πρέπει να βρει λύση και ιδιαίτερα στο κομμάτι που αφορά στα μικρά έργα, δηλαδή αυτά που βρίσκονται κάτω του ορίου, διότι αφενός εκεί δραστηριοποιούνται οι πιο αδύναμες επιχειρήσεις του κλάδου και αφετέρου γιατί εκεί υπάρχει και η νομική ευχέρεια εισαγωγής εξαιρετικών διατάξεων καθώς οι οδηγίες δεν είναι εκεί υποχρεωτικά εφαρμοστέες.
Ο νομοθέτης έκανε την επιλογή να νομοθετήσει για όλο το εύρος των δημόσιων συμβάσεων, ενώ θα μπορούσε κατ επιλογήν να έχει διαχωρίσει τα έργα κάτω του κοινοτικού ορίου. Να δώσω ένα παράδειγμα θα μπορούσε αντί να δίνει εύρος πιθανής απαίτησης σε τζίρο το τριπλάσιο του έργου να δώσει το μισό ή και λιγότερο. Διαπιστώνοντας ότι αυτό έχει γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης από τους ολίγους και αρεστούς πρέπει εμείς οι συνδικαλιστικές οργανώσεις να αναλάβουμε δράση και να δείξουμε με προτάσεις ότι η Ελλάδα δεν είναι Σουηδία». Αναφερόμενος στην ΠΕΣΕΔΕ ο κ. Γάγαλης υπογράμμισε ότι ήταν πάντα παρούσα σε κάθε διάλογο με την πολιτεία που είχε ως στόχο την επίλυση των προβλημάτων που ταλανίζουν τον κλάδο και πρόσθεσε ότι ένα από τα επίσης σημαντικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εργολήπτες δημοσίων έργων είναι αυτό των ασυνήθιστα χαμηλών προσφορών, θέμα που δημιουργεί γενικότερα πρόβλημα και στην ποιότητα του τεχνικού έργου:
«Υπάρχουν και άλλα αγκάθια όπως είναι το θέμα των υπερβολικών εκπτώσεων, ή των ασυνήθιστα χαμηλών προσφορών όπως τις ονομάζει ο νόμος. Και εκεί υπάρχει ολιγωρία της πολιτείας αλλά και μια ανεπάρκεια όλων των Οργανώσεων στο επίπεδο των προτάσεων προς σε αυτήν. Είναι και αυτό θέμα που πρέπει να λυθεί καθώς οι αναθέτουσες αρχές δεν μπορούν να το αντιμετωπίσουν με αποτέλεσμα να καταλήγουν στην εύκολη λύση της κατρακύλας. Προφανώς και η Πολιτεία θα πρέπει να παρέμβει προκειμένου να ρυθμίσει τη σωστή λειτουργία της αγοράς.
Η ΠΕΣΕΔΕ ήταν πάντα παρούσα πριν ακόμη της ζητηθεί να κάνει ουσιαστική συζήτηση και να καταθέσει σοβαρές προτάσεις που μπορούν να αξιοποιηθούν ως βάση από την πολιτεία για την επίλυση των σοβαρών αυτών θεμάτων».
«Η κατάσταση του κατασκευαστικού κλάδου και η ενσωμάτωση των οδηγιών της Ε.Ε. στον τομέα του κατασκευαστικού κλάδου»
Παρουσία των προεδρείων των εργοληπτών από όλη την χώρα και εκπροσώπων πολιτικών κομμάτων και άλλων οργανώσεων από τον χώρο της κατασκευής, η Β’ αντιπρόεδρος της ΠΕΣΕΔΕ κα Μαρία Τσιομπάνου, αφού έδωσε το στίγμα της επικρατούσας κατάστασης, διόλου ενθαρρυντικής για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον χώρο της κατασκευής, στάθηκε στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κλάδου και τις ιδιαιτερότητες της χώρας μας έναντι των Εταίρων.
Συγκεκριμένα η κα Τσιομπάνου στην αναλυτική της μελέτη αναφέρθηκε στην ενσωμάτωση των κοινοτικών οδηγιών, κυρίως στο υφιστάμενο Μητρώο Μ.Ε. Ε. Π. και γενικότερα στον τομέα των διαδικασιών των Δημοσίων Συμβάσεων. Στην παρουσίασή της εστίασε στα κριτήρια επιλογής των συμμετεχόντων στις Δημόσιες Συμβάσεις, στα κριτήρια ανάθεσης συμβάσεων και στην επάρκεια των αναθετουσών αρχών τονίζοντας παράλληλα την ανάγκη ανάπτυξης του κατασκευαστικού κλάδου καθώς αποφέρει σημαντικά οφέλη στην οικονομία μέσω των θέσεων εργασίας που δημιουργεί και της ανάπτυξης και άλλων παραγωγικών κλάδων.
«Με την ψήφιση του Νόμου 4412/2016 Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών, η Πολιτεία τροποποίησε και προσάρμοσε την εθνική της νομοθεσία στις Ευρωπαϊκές Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ. Οι οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις τόσο σε Ευρωπαϊκό Επίπεδο όσο και στη χώρα μας δημιούργησαν την ανάγκη της τροποποίησης των Οδηγιών.
Ο στόχος των νέων οδηγιών είναι:
• Οι «συμβάσεις» του Δημοσίου να διέπονται από κανόνες διαφάνειας, ισονομίας και υγιούς ανταγωνισμού:
« Η ανάθεση δημοσίων συμβάσεων από τις αρχές των κρατών μελών ή εκ μέρους αυτών πρέπει να είναι σύμφωνη με τις αρχές της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΑΕΕ) και ιδίως με την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων,την αρχή της ελευθερίας της εγκατάστασης και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, καθώς και με τις αρχές που απορρέουν από αυτές, όπως είναι η αρχή της ίσης μεταχείρισης, η αρχή της αποφυγής διακρίσεων, η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης, η αρχή της αναλογικότητας και η αρχή της διαφάνειας. Εντούτοις, για δημόσιες συμβάσεις που υπερβαίνουν ορισμένη αξία,είναι σκόπιμο να θεσπιστούν διατάξεις για τον συντονισμό εθνικών διαδικασιών προμήθειας,ούτως ώστε να διασφαλίζεται ότι οι εν λόγω αρχές εφαρμόζονται στην πράξη και ότι οι δημόσιες συμβάσεις είναι ανοικτές στον ανταγωνισμό».
• Να εξελίξουν όλες τις εμπλεκόμενες διαδικασίες ώστε αυτές να γίνουν απλούστερες και αποτελεσματικότερες και τέλος
• Το παραγόμενο «έργο» να επιτευχθεί με την καλύτερη σχέση ποιότητας – τιμής.
Υπό αυτό το πνεύμα ο νέος Νόμος χαρακτηρίζεται από πλήθος αλλαγών και νέων διαδικασιών. Ενδεικτικά αναφέρουμε τα σημαντικότερα:
• Σύγκρουση συμφερόντων – Άρθρο 24.
• Δυνατότητα επιλογής διαδικασιών από τις Αναθέτουσες Αρχές (εφεξής Α.Α.) – ΜΕΡΟΣ Α – ΤΜΗΜΑ Ι – Άρθρα 26 – 32.
• Επέκταση της χρήσης ηλεκτρονικών μέσων στις διαδικασίες ΣΔΣ – ΜΕΡΟΣ Α -ΤΜΗΜΑ ΙΙ- ΕΝΟΤΗΤΑ 1 και 2 Άρθρα 33 – 38 , ΤΜΗΜΑ ΙΙΙ – ΕΝΟΤΗΤΑ 2 – Άρθρα 65 -67.
• Νέες δυνατότητες για συγκεντρωτικές διαδικασίες σύναψης συμβάσεων – ΜΕΡΟΣ Α -ΤΜΗΜΑ ΙΙ – ΕΝΟΤΗΤΑ 3 – Άρθρα 39 -43..
• Τήρηση φακέλου δημόσιας σύμβασης –Προκαταρκτική Διαβούλευση Αγοράς – Δημόσιες συμβάσεις έργων με αξιολόγηση μελέτης κ.λ.π. – ΜΕΡΟΣ Α – ΤΜΗΜΑ ΙΙΙ –ΕΝΟΤΗΤΑ 1 – Άρθρα 44 – 60
• Δίνει τη δυνατότητα στις Α.Α. την χρήση επιπροσθέτων κριτηρίων ποιοτικής επιλογής οικονομικών φορέων – ΜΕΡΟΣ Α -ΤΜΗΜΑ ΙΙΙ – ΕΝΟΤΗΤΑ 4 – Άρθρα 73 – 78.
• Εισάγει κανόνες απόδειξης ποιοτικής επιλογής για συμβάσεις άνω του κοινοτικού ορίου (Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης, e-Certis κλπ) – ΜΕΡΟΣ Α – ΤΜΗΜΑ ΙΙΙ –ΕΝΟΤΗΤΑ 5 – Άρθρα 79 – 83.
• Εισάγει νέα κριτήρια ανάθεσης σύμβασης και την έννοια της κοστολόγησης του κύκλου ζωής – ΜΕΡΟΣ Α – ΤΜΗΜΑ ΙΙΙ – ΕΝΟΤΗΤΑ 7– Άρθρα 86 – 91.
• Τροποποιεί του πρόχειρους διαγωνισμούς, σήμερα συνοπτικός διαγωνισμός, και την απ’ ευθείας ανάθεση ενισχύοντας το πνεύμα της διαφάνειας ΜΕΡΟΣ Α – ΤΜΗΜΑ IV ENOTHTA 3 – Άρθρα 116 – 118.
• Εισάγει Συμβουλευτική Επιτροπή Παρακολούθησης έργου, τη Σύμπραξη του μελετητή στην κατασκευή και Πρόγραμμα Ποιότητας Έργου (Π.Π.Ε.) – ΜΕΡΟΣ Β – ΤΜΗΜΑ ΙΙ -ΕΝΟΤΗΤΑ 1 και 2 – Άρθρα 142,144 και 158.
1.Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ ΣΗΜΕΡΑ ΣΥΝΤΟΜΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
Ο τομέας των κατασκευών ανέκαθεν αποτελούσε έναν από τους κινητήριους μοχλούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, όπως εξάλλου ισχύει και διεθνώς. Εάν δε, συμπεριληφθεί σε αυτόν και οι συναφείς κλάδοι της βιομηχανίας, του εμπορίου και των επαγγελματικών υπηρεσιών, τότε αυξάνεται σημαντικά η συνεισφορά του στην διαμόρφωση του Α.Ε.Π.
Πέρα όμως από την δυναμική του κατασκευαστικού κλάδου στη διαμόρφωση της Οικονομίας μίας χώρας, είναι εξίσου σημαντική η συμβολή του στη γενικότερη ανάπτυξη μίας χώρας και έχει να κάνει με τη συνεισφορά του στην υλοποίηση επενδυτικών έργων σε τομείς όπως ο Τουρισμός, η Βιομηχανία, η Αστική Ανάπτυξη και Ανάπλαση, ο Πολιτισμός κ.ά.
Τα δημόσια έργα ειδικότερα είναι έργα υποδομής μιας χώρας που καλύπτουν βασικές ανάγκες του κοινωνικού συνόλου, συμβάλλουν στην ανάπτυξη των κύριων παραγωγικών δραστηριοτήτων, στην ασφάλεια της χώρας και γενικά αποσκοπούν στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των πολιτών.
Ο κατασκευαστικός τομέας σημείωσε ταχεία ανάπτυξη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 μέχρι το 2007, αποτέλεσμα της οποίας ήταν η δημιουργία σύγχρονων τεχνικών εταιρειών, μελετητικών γραφείων, εξειδικευμένου τεχνικού προσωπικού, τεχνογνωσίας και τεχνικού εξοπλισμού. Η ύφεση στον τομέα των κατασκευών, από το 2007 και μετά είναι βαθιά και κινδυνεύει να πάρει μόνιμα χαρακτηριστικά.
Η περικοπή των δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων, η έλλειψη ρευστότητας και τραπεζικής χρηματοδότησης, oi υψηλότατες προσφερόμενες εκπτώσεις και η δραστική αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης άμεσης και έμμεσης – βλέπε ασφαλιστικές εισφορές έχουν οδηγήσει τον τομέα των κατασκευών σε δεινή θέση.
Οι προσπάθειες της δημοσιονομικής προσαρμογής των τελευταίων ετών είχαν άμεση επίδραση στον κλάδο μας και μάλιστα δυσανάλογη με άλλους κλάδους. Πιο συγκεκριμένα, η σωρευτική μείωση της προστιθέμενης αξίας των Κατασκευών μεταξύ 2008 – 2013 έφτασε το 76%, ενώ της απασχόλησης το 59%, ξεπερνώντας σε μεγάλο βαθμό τη μείωση που καταγράφεται στο σύνολο και στους υπόλοιπους τομείς της ελληνικής οικονομίας (ΠΗΓΗ : ΕΛΣΤΑΤ).
Η δυναμικότητα του τομέα σε ανθρώπινους πόρους, κεφαλαιουχικό εξοπλισμό και τεχνογνωσία, υπό τις υφιστάμενες συνθήκες, σταδιακά απαξιώνεται. Πολλές επιχειρήσεις, και όχι αποκλειστικά εργοληπτικές, είτε οδηγήθηκαν σε παύση της λειτουργίας τους είτε υπολειτουργούν.
Σε αυτό το ασφυκτικό πλαίσιο ο τομέας των κατασκευών αναζητά κατεύθυνση και προοπτική για το μέλλον. Βέβαια, παραμένει ερωτηματικό εάν από τη μεριά της Πολιτείας υφίσταται τελικά κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο ανάπτυξης. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας σε ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο αποτελεί αναγκαία συνθήκη για την έξοδο από την κρίση.
Η γενικότερη σημερινή εικόνα του κλάδου κατασκευής Δημοσίων Έργων μπορεί κάποιος να πει ότι διαμορφώνεται από τα παρακάτω δεδομένα:
• Χρηματοπιστωτική αβεβαιότητα – Κρίση Τραπεζικού Κλάδου.
• Έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού τόσο από πλευρά Πολιτείας όσο και από πλευράς επιχειρήσεων.
• Χρονοβόρες και αναποτελεσματικές διαδικασίες στην εκτέλεση των έργων.
• Συνεχής συρρίκνωση της «αγοράς» που οδηγεί σε άκρατο ανταγωνισμό.
2 ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΟΔΗΓΙΩΝ
2.1 ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ
Είναι γεγονός ότι η Πολιτεία είναι αυτή που καθορίζει τους Κανόνες και τους Στόχους της οικονομικής ανάπτυξης μίας χώρας, με γνώμονα πάντα τη σωστή και ωφέλιμη εκμετάλλευση των συντελεστών παραγωγής. Αυτό ενισχύεται ιδιαίτερα όσο αφορά τη διαχείριση του Δημοσίου Κεφαλαίου. Είναι επίσης γεγονός ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να αγνοήσει τις Οδηγίες των Εταίρων της. Δε παύει όμως κάθε κράτος μέλος της Ε.Ε. να έχει τα ιδιαίτερα του χαρακτηριστικά και γνωρίσματα. Εν ολίγοις, δεν παύει η Ελλάδα να είναι μία χώρα δέκα εκατομμυρίων ανθρώπων και όχι εκατό, δεν παύει να είναι μία χώρα όπου ο κατασκευαστικός κλάδος έχει χτυπηθεί από την οικονομική κρίση όσο κανένας άλλος κλάδος. Αυτό ακριβώς το γεγονός και τη σημασία του την αναγνωρίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση και θέτει συγκεκριμένα οικονομικά όρια κάτω των οποίων κάθε κράτος – μέλος έχει το δικαίωμα της εθνικής νομοθεσίας, διαφυλάττοντας φυσικά τις βασικές αρχές που έχουν ψηφισθεί και αναγνωρισθεί από όλα τα κράτη – μέλη.
Εξάλλου, μία περιεκτική έρευνα στον τρόπο που διαχειρίζονται τα υπόλοιπα κράτη – μέλη τις οδηγίες μας επιβεβαιώνουν την παραπάνω άποψη. Όλα ανεξαιρέτως τα κράτη υιοθετούν «αποκλειστικά» τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες σε έργα, προμήθειες και υπηρεσίες άνω των κοινοτικών οικονομικών κριτηρίων ενώ κάτω των ορίων χρησιμοποιούν την εθνική τους νομοθεσία, προσαρμοσμένη στις δικές τους ανάγκες και στα δικά τους ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Κάποια δε κράτη – μέλη που είναι ομόσπονδα, όπως η Γερμανία, επιτρέπουν στα κρατίδιά τους τη θέσπιση ειδικών διατάξεων – νόμων. Τέλος, υπάρχουν πλήθος αποφάσεων των Οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αναγνωρίζουν, αποδέχονται και σέβονται αυτή τη «νομοθετική ελευθερία» στα κράτη – μέλη τους.
Η ίδια έρευνα μας έδειξε ότι πολλά κράτη –μέλη, όπως η Ισπανία, η Ιταλία, η Γαλλία κ.ά., κάνουν χρήση στη διατύπωση των διακηρύξεων – προσκλήσεων για δημόσιες συμβάσεις των επαγγελματιών τους μητρώων. Δηλαδή, οι εγχώριοι οικονομικοί φορείς καλούνται με βάση τα επαγγελματικά τους μητρώα οι δε εξωχώριοι καλούνται με αντίστοιχα κριτήρια επιλογής. Κατά συνέπεια, η ενσωμάτωση των κριτηρίων επιλογής είναι μία «συνήθης» τακτική για πολλά κράτη – μέλη. Εξάλλου, η οδηγία 2014/24/ΕΕ το προβλέπει ως μέσο απόδειξης της καταλληλότητας άσκησης της επαγγελματικής δραστηριότητας ( Άρ.58 – ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ – παρ.2). Το ερώτημα επομένως που τίθεται είναι με ποιο τρόπο θα ενσωματωθούν οι νέες οδηγίες της Ε.Ε. στο υφιστάμενο Μητρώο – Μ.Ε.Ε.Π., έτσι ώστε να είναι δυνατή η χρήση του στις διαδικασίες ανάθεσης Δημοσίων Συμβάσεων.
Στην οδηγία 2014/24/Ε.Ε., ΤΜΗΜΑ 3, άρθρα 56-64, περιγράφονται με σαφήνεια οι αρχές για την επιλογή των συμμετεχόντων και την ανάθεση των συμβάσεων. Στο δε παράρτημα XII, της ίδιας οδηγίας, δίνεται με μεγαλύτερη λεπτομέρεια οι βασικές κατευθύνσεις για την επιλογή των αποδεικτικών μέσων για τα κριτήρια επιλογής. Σε όλα τα προαναφερόμενα σημεία είναι πρόδηλη η επιθυμία του «συντάκτη» για διαφάνεια, αναλογικότητα και μείωση αποτρεπτικών όρων στη συμμετοχή των οικονομικών φορέων.
Βέβαια, τόσο τα κριτήρια επιλογής όσο και τα αποδεικτικά μέσα προδιαγράφονται χωρίς όμως να προσδιορίζονται επακριβώς, θέλοντας η Οδηγία να δώσει αυτή τη «δυνατότητα» και «ελευθερία» στις Αναθέτουσες Αρχές των κρατών – μελών της Ένωσης.
Για την περίπτωση της Ελλάδας, θεωρούμε υποχρέωσή μας να επισημάνουμε τα παρακάτω:
• Για πρώτη φορά οι Ελληνικές Εργοληπτικές Επιχειρήσεις της 2ης Τάξης και κάτω έχουν να αντιμετωπίσουν χρηματοοικονομικά κριτήρια επιλογής όπως ισολογισμούς, τραπεζικές βεβαιώσεις, ελάχιστο ετήσιο κύκλο εργασιών κλπ. Οι Ελληνικές Εργοληπτικές επιχειρήσεις από 3ης Τάξης και άνω είναι εξοικειωμένες με κάποια από αυτά κυρίως λόγω της διαδικασίας επανάκρισής τους ανά τριετία. Θα πρέπει κατά συνέπεια να δοθεί ένα εύλογο χρονικό διάστημα για την προσαρμογή των Επιχειρήσεων 2ης Τάξης και κάτω στα νέα δεδομένα. Προτείνουμε ως εύλογο και δίκαιο η εισαγωγή των επιχειρήσεων αυτών στο «νέο» Μητρώο να γίνει με βάση τη σημερινή τους κατάταξη και τα νέα κριτήρια κατάταξης να ισχύουν εφεξής.
• Με δεδομένο τη σημαντική μείωση των δημοπρατούμενων έργων, τον εξοντωτικό ανταγωνισμό και των εξαιρετικά υψηλών εκπτώσεων, η δυνατότητα ανάθεσης δημόσια σύμβασης για τη μεγάλη πλειοψηφία των εργοληπτικών επιχειρήσεων πλησιάζει τα όρια του αδύνατου. Επομένως, για τον προσδιορισμό των ελάχιστων απαιτουμένων ως απόδειξη της τεχνική ικανότητας μίας εργοληπτικής επιχείρησης πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπ’ όψιν τα παραπάνω και κυρίως «η ελληνική πραγματικότητα» σύμφωνα με την οποία μια εργοληπτική επιχείρηση για να αποκτήσει ελάχιστους «τζίρους» πιθανότατα να πρέπει να υποστεί ζημίες και όχι ελάχιστα κέρδη. Η ίδια η οδηγία στο Παράρτημα XII , δίνει τη δυνατότητα στις Αναθέτουσες Αρχές : «εάν είναι απαραίτητο για τη διασφάλιση ικανοποιητικού επιπέδου ανταγωνισμού, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να ορίζουν ότι θα λαμβάνονται υπόψη στοιχεία σχετικών εργασιών που εκτελέσθηκαν πριν από την τελευταία πενταετία» και «εάν είναι απαραίτητο για τη διασφάλιση ικανοποιητικού επιπέδου ανταγωνισμού, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να ορίζουν ότι θα λαμβάνονται υπόψη στοιχεία σχετικών αγαθών ή υπηρεσιών που παραδόθηκαν ή εκτελέσθηκαν πριν από την τελευταία τριετία» (ΟΔΗΓΙΑ 2014/24/Ε.Ε. /ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XII/ ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΤΕΧΝΙΚΗ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ)
• Οι Αναθέτουσες Αρχές κατά τον καθορισμό καθαρά οικονομικών κριτηρίων όπως τραπεζικές βεβαιώσεις, ασφαλιστικές καλύψεις (αυτές χρησιμοποιούνται κατά κόρον από τα άλλα κράτη – μέλη αντί τραπεζικής βεβαίωσης) θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικές λόγω των τρεχουσών οικονομικών συγκυρίων και κυρίως λόγω της σημαντικής κρίσης που πλήττει και τον εγχώριο Τραπεζικό Κλάδο. Θα πρέπει όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς να κατανοήσουν την δυσκολία που υπάρχει σε μία ελληνική εργοληπτική επιχείρηση στη συνεργασία της με τους τραπεζικούς φορείς και στη μειονεκτική θέση που βρίσκεται ο Έλληνας επιχειρηματίας, οποιασδήποτε δραστηριότητας, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο Ευρωπαίο συνάδελφο. Εκτός των βαρύτατων ορών συνεργασίας οι Έλληνες επιχειρηματίες καλούνται να πληρώνουν τόκους κεφαλαίων κίνησης σχεδόν τριπλάσιους. Επειδή «αυστηρά» χρηματοοικονομικά κριτήρια θα οδηγήσουν στον αποκλεισμό μεγάλης ομάδας εργοληπτικών επιχειρήσεων και επομένως στη μείωση του ανταγωνισμού, επειδή η πρόσβαση στην τραπεζική χρηματοδότηση είναι πολύ δυσκολότερη και «ακριβότερη» και τέλος επειδή υπάρχει απειρία και έλλειψη εξοικείωσης από μεριάς των Αναθετουσών Αρχών στην εισαγωγή τέτοιων κριτηρίων προτείνουμε για τα έργα κάτω του κοινοτικού οικονομικού ορίου να προσδιορισθούν επακριβώς τα κριτήρια και τα αποδεικτικά μέσα, σε συνεργασία με τις επαγγελματικές οργανώσεις ,και να ισχύουν για όλες ανεξαιρέτως τις διακηρύξεις. Για τα δε έργα προϋπολογισμού άνω του ορίου οι απαιτούμενες τραπεζικές βεβαιώσεις ή ασφαλιστικές καλύψεις να μην ξεπερνούν το 10% του προϋπολογισμού.
• Με αφορμή την πρόσφατη «λανθασμένη» δημοσίευση του Δήμου Περιστερίου στον ηλεκτρονικό ιστότοπο «Διαύγεια», πρέπει όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς και ιδιαίτερα το Υπουργείο και η Ε.Α.Α.ΔΗ.Σ.Υ. να προβληματιστούν και να λάβουν μέτρα ώστε να εξαλείψουν στο μέλλον τέτοιες στρεβλές πρακτικές. Η εν λόγω δημοσίευση φυσικά και δεν αιφνιδίασε τον εργοληπτικό κόσμο, απλώς απέδειξε για ακόμη μία φορά την ανωριμότητα των ελληνικών αναθετουσών αρχών να υλοποιήσουν τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες και να εφαρμόσουν αυτό που όντως πραγματεύονται δηλαδή την ενίσχυση της διαφάνειας και κυρίως της αναλογικότητας. Επιπροσθέτως υπάρχει και η έλλειψη πείρας και εξοικείωσης με αυτές τις νέες διαδικασίες και είναι σίγουρο ότι θα οδηγηθούμε στη σύνταξη πλείστων στρεβλών διακηρύξεων που εκτός του ότι θα περιορίζουν τον «υγιή» ανταγωνισμό, θα καταλήξουν σε δικαστικές διαμάχες και υποβολή ενστάσεων, με όλα τα γνωστά αρνητικά αποτελέσματα για την υλοποίηση των Έργων.
Όλα τα παραπάνω μας αναγκάζουν να επαναφέρουμε επιτακτικά τις προτάσεις μας ώστε να περιοριστούν όλα αυτά τα φαινόμενα (σχ. Επιστολή ΠΕΣΕΔΕ 919/27-11-2017):
1 επαναφορά προτύπων διακήρυξης με αυστηρά προκαθορισμένα κριτήρια «τεχνικής & επαγγελματικής ικανότητας» (όπως οι πρότυπες διακηρύξεις ν3669/2008),
2 απαλοιφή ή/και αυστηρό περιορισμό της δυνατότητας των Αναθετουσών Αρχών για εισαγωγή αυθαίρετων κριτηρίων «τεχνικής & επαγγελματικής ικανότητας» (ήτοι «ελάχιστου κύκλου εργασιών», «ελάχιστης ειδικής εμπειρίας», ISO κλπ),
3 αποδοχή της εγγραφής σε αντίστοιχη του προϋπολογισμού τάξη και κατηγορία του ΜΕΕΠ ως επαρκή απόδειξη επαγγελματικής –οικονομικής ικανότητας και εμπειρίας.
2.2 ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΝΑΘΕΣΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
Οι συνθήκες άκρατου ανταγωνισμού που κυριαρχούν στον κατασκευαστικό κλάδο των Δημοσίων Έργων τα τελευταία έτη αναδεικνύουν το σοβαρότατο έλλειμμα που έχει επιδείξει μέχρι σήμερα η Πολιτεία για την αντιμετώπιση του φαινομένου των «Ασυνήθιστα Χαμηλών Προσφορών». Η ολιγωρία και η αναποφασιστικότητα στη λήψη μέτρων εξωθεί τις κατασκευαστικές επιχειρήσεις στην ανάληψη δημοσίων έργων με «ζημία» και τις αναμενόμενες καταστρεπτικές συνέπειες για το σύνολο του κλάδου αλλά και για το σύνολο του Δημόσιου Έργου. Και σε αυτήν την περίπτωση φαίνεται ξεκάθαρα η «αδυναμία» στη θέσπιση αντικειμενικών κανόνων και κριτηρίων από τη μεριά της Πολιτείας. Παρόλο που οι Ευρωπαϊκές Οδηγίες μας δείχνουν την «κατεύθυνση» με τη διαδικασία της «αιτιολόγησης της οικονομικής προσφοράς», οι αρμόδιοι φορείς αδυνατούν να χαράξουν την «οδό». Ακριβώς η ίδια εικόνα επικρατεί και με το σύστημα «αναδοχής», με τον τρόπο δηλαδή με το οποίο θα επιλέγεται ο «ανάδοχος». Η Οδηγία αναφέρεται κυρίως στην «πλέον συμφέρουσα» οικονομική προσφορά και όχι στη «χαμηλότερη» οικονομική προσφορά διότι αναγνωρίζει το γεγονός ότι η οικονομικότερη προσφορά δεν είναι και η πλέον συμφέρουσα.
Η Ένωσή μας έχει επανειλημμένα αποστείλει επιστολές στους αρμόδιους φορείς με πολύ συγκεκριμένες και ολοκληρωμένες προτάσεις. Συγκεκριμένα για την αντιμετώπιση των «Ασυνήθιστα Χαμηλών Προσφορών» έχει προτείνει:
Να λαμβάνεται ως αντικειμενικό όριο – «Χαμηλότερη Αποδεκτή Προσφορά (ΧΑΠ)», ο ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΤΟΥ ΚΟΣΤΟΥΣ
ΤΩΝ ΕΡΓΩΝ, αντίστοιχης κατηγορίας της εκάστοτε Περιφέρειας ή Περιφερειακής Ενότητας, τα οποία ολοκληρώθηκαν και παραλήφθηκαν χωρίς προβλήματα, ήτοι χωρίς περικοπές, εκπτώσεις εγγυήσεων κλπ και χωρίς υπερβάσεις ή/και Συμπληρωματικές Συμβάσεις.
Το γεγονός ότι τα έργα ως άνω, ολοκληρώθηκαν και παραλήφθηκαν οριστικά χωρίς προβλήματα, αποτελεί ένα λογικό, αντικειμενικό και μη αμφισβητήσιμο όριο για τον χαρακτηρισμό των αντίστοιχων ή/και υψηλότερων προσφορών (δηλ. χαμηλότερης έκπτωσης) ως «κανονικών».
Μάλιστα εις αυστηροποίησή του ως άνω κριτηρίου, προτείνουμε να λαμβάνεται ως βάση –«Χαμηλότερη Αποδεκτή Προσφορά (ΧΑΠ)» το 1,15 του μέσου όρου ως άνω, ώστε να ληφθεί υπ’ όψιν το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια οι προσφερόμενες εκπτώσεις είναι ούτως ή άλλως υπερβολικά υψηλές. Τα στοιχεία για το κόστος των έργων (ή αντίστοιχα των εκπτώσεων) της κάθε Περιφέρειας / Περιφερειακής Ενότητας για κάθε κατηγορία έργων (κύρια κατηγορία), που παραλήφθηκαν οριστικά χωρίς προβλήματα εντός της τελευταίας τριετίας, μπορούν να αντληθούν από τα στοιχεία που τηρούν οι Διαχειριστικές Αρχές της Χώρας.
Εναλλακτικά και προς απλοποίηση των διαδικασιών, προτείνουμε την χρήση «σταθερών ποσοστών ανώτατης κανονικής έκπτωσης», ανά κατηγορία εργασιών, καθοριζόμενων με Εγκύκλιο ΓΓΔΕ. Το ως άνω όριο «Χαμηλότερης Αποδεκτής Προσφοράς (ΧΑΠ)», να συμπεριλαμβάνεται στην διακήρυξη του διαγωνισμού και συνεπώς είναι γνωστό στους συμμετέχοντες. Δηλαδή, η Αναθέτουσα Αρχή γνωστοποιεί στους συμμετέχοντες στον διαγωνισμό, με τα έγγραφα της διακήρυξης:
Α) το όριο «Χαμηλότερης Αποδεκτής Προσφοράς (ΧΑΠ)»,
Β) Πίνακα «Τεύχους Αιτιολόγησης της οικονομικής προσφοράς», προς συμπλήρωση από τους προσφέροντες προσφορές χαμηλότερες του ορίου «Χαμηλότερης Αποδεκτής Προσφοράς (ΧΑΠ)» ως άνω.
Οι προσφέροντες που κρίνουν ότι μπορούν και επιθυμούν να προσφέρουν τίμημα χαμηλότερο του ορίου «Χαμηλότερης Αποδεκτής Προσφοράς (ΧΑΠ)», συνυποβάλλουν με την προσφορά τους συμπληρωμένο τον Πίνακα «Τεύχους Αιτιολόγησης της οικονομικής προσφοράς».
Η Επιτροπή Διαγωνισμού, ζητεί από τον προσφέροντα εξηγήσεις επί του υποβληθέντος πίνακα, εφ’ όσον τα στοιχεία που αναφέρονται στον Πίνακα «Τεύχους Αιτιολόγησης της οικονομικής προσφοράς» είναι ασαφή και χρήζουν περεταίρω εξηγήσεων.
Σε κάθε περίπτωση που η εξήγηση αξιολογείται ότι δεν εξηγεί κατά τρόπο ικανοποιητικό το χαμηλό επίπεδο της τιμής ή του κόστους που προτείνεται, η προσφορά θεωρείται ως μη κανονική σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 26 του ν. 4412/2016 και απορρίπτεται.
Όσο αφορά τον προσδιορισμό του Αναδόχου με βάση την Πλέον Συμφέρουσα Προσφορά, η πρόταση της ΠΕΣΕΔΕ, εν συντομία, είναι η εξής:
Υποβολή από μέρους του συμμετέχοντος, ήδη από την φάση της προσφοράς, εκείνων των στοιχείων που θα επιτρέπουν στην Επιτροπή Διαγωνισμού να αξιολογήσει με αντικειμενικότητα την αξιοπιστία της προσφοράς. Η προσφορά θα πρέπει να είναι δεσμευτική ως προς την ποιότητα των προσφερόμενων υλικών και μηχανημάτων και θα πρέπει να προκύπτει μετά από έλεγχο της συμβατικής μελέτης από τον Προσφέροντα και δέσμευσή του ως προς τις ποσότητες.
Αναλυτικά,
Α) ο Προσφέρων πρέπει να έχει την δυνατότητα ελέγχου της συμβατικής Μελέτης και προτάσεων – υποδείξεων διόρθωσης σφαλμάτων και τυχόν αναγκαίων συμπληρώσεων, κατά το άρθρο 68 του ν4412/16,
Α1) η συμβατική Μελέτη, όπως οριστικοποιείται, συμπεριλαμβάνει πίνακα «κύριων» υλικών και μηχανημάτων, προς συμπλήρωση από τον Προσφέροντα,
Β) μετά την οριστικοποίηση της συμβατικής μελέτης, οι προσφορές μπορούν να είναι δεσμευτικές, τόσο κατά την ποιότητα (προσφερόμενα υλικά και μηχανήματα), όσο και κατά τις ποσότητες των τμημάτων των οποίων η προμέτρηση είναι δυνατή (κατ’αποκοπήν τίμημα). Λοιπά τμήματα του έργου των οποίων η ακριβής προμέτρηση δεν είναι δυνατή, η προσφορά γίνεται αναλυτικά κατά ομάδες ομοειδών εργασιών,
Β1) σχετικά με την προσφερόμενη ποιότητα, συνυποβάλλεται από τον προσφέροντα τεύχος Τεχνικής Προσφοράς που περιλαμβάνει τα κύρια προοσφερόμενα υλικά και μηχανήματα κατά το άρθρο 94 του ν4412/16,
Β2) σχετικά με τις προσφερόμενες ποσότητες των κατ’ αποκοπήν τιμημάτων, συνυποβάλλεται τεύχος ανάλυσης του κατ’ αποκοπήν τιμήματος κατά το άρθρο 95, παρ 2γ του ν4412/16,
Γ) στην περίπτωση που προσφορά «φαίνεται» ασυνήθιστα χαμηλή, η Επιτροπή Διαγωνισμού, ανατρέχει στα Β1 και Β2 συνυποβληθέντα στοιχεία, προκειμένου να ελέγξει την εφαρμοσιμότητα της προσφοράς.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, απαιτείται γενικευμένη εφαρμογή συνδυασμού των παρακάτω άρθρων του ν4412/16 ως εξής,
1.Διαβούλευση επί της συμβατικής μελέτης (ορθότητα, πληρότητα, προμετρήσεις κλπ)- Άρθρο 68
- 2.Οικονομική προσφορά με σύστημα ή με συνδυασμό συστημάτων ως εξής:
- 2.1. Με επιμέρους ποσοστά έκπτωσης για κάθε ομάδα τιμών ομοειδών εργασιών, για αφανείς εργασίες που δεν μπορούν να προμετρηθούν με σαφήνεια, – Άρθρο 95,2α
- 2.2. Με κατ’ αποκοπή για ολόκληρο το έργο ή για τμήματα του έργου, για τις εργασίες που μπορούν να προμετρηθούν με σαφήνεια – Άρθρο 95, 2γ (απαιτείται τροποποίηση ώστε να μπορεί να χρησιμοποιηθεί το άρθρο γενικώς και όχι μόνο για τα έργα της παρ. 1 του άρθρου 50)
3.Συνυποβολή με την οικονομική προσφορά και τεύχους Τεχνικής Προσφοράς που θα περιλαμβάνει κατάλογο και πιστοποιητικά των κύριων προσφερόμενων προς ενσωμάτωση στο έργο υλικών, σύμφωνα με πίνακα που περιλαμβάνεται στα συμβατικά τεύχη του διαγωνισμού. – Άρθρο 94 (απαιτείται τροποποίηση ώστε να μπορεί να χρησιμοποιηθεί το άρθρο γενικώς και όχι μόνο για τα έργα του άρθρου 50).
2.3 ΕΠΑΡΚΕΙΑ ΑΝΑΘΕΤΟΥΣΩΝ ΑΡΧΩΝ
Η διαδικασία της ανάθεσης και της υλοποίησης μίας δημόσιας σύμβασης είτε αφορά έργο, προμήθεια ή υπηρεσία, περιλαμβάνει δύο κυρίως εμπλεκόμενες «μεριές» : την Αναθέτουσα Αρχή που εκπροσωπεί τον Κύριο του Έργου και τον Οικονομικό Φορέα που είναι ο Ανάδοχος της σύμβασης. Παρατηρείται, όπως είναι λογικό, πληθώρα νομοθετικών διατάξεων με τις οποίες προσδιορίζονται επακριβώς οι απαιτούμενες ικανότητες, ευθύνες και υποχρεώσεις για τον Ανάδοχο, ώστε να εξασφαλισθεί ο Κύριος του Έργου απέναντι στον οικονομικό φορέα. Είναι όμως το ίδιο απαραίτητο να προσδιορίζονται και οι απαιτούμενες ικανότητες, ευθύνες και υποχρεώσεις για την Αναθέτουσα Αρχή που θα συμβάλλει και αυτή στην υλοποίηση του «έργου».
Εάν τελικά στόχος της Πολιτείας είναι πράγματι ο εκσυγχρονισμός των διαδικασιών στην ανάθεση δημοσίων συμβάσεων, πρέπει και οι Αναθέτουσες Αρχές να επανακριθούν ως προς την τεχνική τους επάρκεια. Ο νομοθέτης αναγνωρίζει αυτήν ακριβώς την αναγκαιότητα στον ν.4412/άρθρο 44 και το υπουργείο ομοίως έχει συστήσει αντίστοιχη επιτροπή. Παρόλα αυτά δεν έχει γίνει το παραμικρό βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση. Όλη η βαρύτητα και η αυστηρότητα έχει εξαντληθεί στη «μεριά» του οικονομικού φορέα ενώ η Δημόσια Αρχή είναι στο απυρόβλητο. Και φυσικά τα χρόνια προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος συνεχίζουν να υφίστανται:
• Έλλειψη σωστού μηχανισμού επίβλεψης έργων
• Χρονοβόρες και αναποτελεσματικές διαδικασίες στην εκτέλεση των έργων
• Αναθέτουσες Αρχές ελλιπώς στελεχωμένες από τεχνικό προσωπικό
• Έλλειψη Αναλυτικών Τιμολογίων Εργασιών
• Έλλειψη ρευστότητας λόγω καθυστέρησης πληρωμών και προβλήματα χρηματοδότησης πολλών τεχνικών εταιριών.
Ο ρυθμός με τον οποίον επιχειρούνται οι όποιες αλλαγές του θεσμικού πλαισίου είναι εξοντωτικά αργός για τις τεχνικές εταιρείες και είναι έντονα αμφισβητήσιμος η στόχευσή τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις επικεντρώνονται σε αλλαγές που αφορούν τις εργοληπτικές επιχειρήσεις και ελάχιστα ασχολούνται με τις απαιτούμενες αλλαγές της Κρατικής Μηχανής. Για ακόμη μία φορά η Πολιτεία αδυνατεί να αναλάβει το ρόλο που της αντιστοιχεί και μετακυλύει τις όποιες δράσεις, πρωτοβουλίες και ευθύνες στην πλάτη των ιδιωτών.
Όπως, ήδη αναφέρθηκε, η ανάπτυξη του Κατασκευαστικού κλάδου φέρει πολλαπλασιαστικά οφέλη και όχι μόνο οικονομικά και αυτό γιατί :
• Συνδέεται άμεσα με την Εργασία και τη μείωση της ανεργίας μεγάλου εύρους επαγγελμάτων όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης
• Οι επιχειρήσεις του κλάδου έχουν παρουσία σε όλη την περιφέρεια και κατά συνέπεια συμβάλλει στην δημιουργία εισοδήματος ανά την χώρα
• Διευκολύνει την ανάπτυξη και άλλων παραγωγικών κλάδων (Βιομηχανία, Τουρισμός,Εμπόριο κ.α.)
• Η ανάπτυξη της αγοράς ακινήτων συμβάλλει στη δημιουργία «πλούτου των νοικοκυριών» και αυξάνει τις δυνατότητες χρηματοδότησης και των πολιτών
• Συνεισφέρει σημαντικά στην αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των πολιτών υλοποιώντας έργα υποδομής και πολιτισμού.
Με τη υιοθέτηση των Οδηγιών μέσω του ν.4412 έγινε το πρώτο βήμα με στόχο τη βελτίωση των διαδικασιών στο κομμάτι των Δημοσίων Συμβάσεων. Η επίτευξη αυτού του στόχου σε συνδυασμό με έναν ικανό ρυθμό απορρόφησης των Ευρωπαϊκών κονδυλίων θα συμβάλλει στην ανόρθωση του κλάδου των Κατασκευών που έχει πληγεί βαρύτατα τα τελευταία χρόνια από την ελληνική οικονομική κρίση και θα έχει μόνο θετικά αποτελέσματα για την ελληνική οικονομία και για την ελληνική κοινωνία».
ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΓΕΝΙΚΗ ΧΟΡΗΓΙΑ ΤΩΝ ΕΤΑΙΡΙΩΝ: FIBRAN , ECOFER , MK ΣΚΑΛΩΣΙΕΣ, SETPOINT, TRUCK INSURANCE , ΚΑΤΡΑΔΗΣ , ΣΙΑΓΚΡΗΣ , OLEFINI , ΣΗΜΑ