Share
Ο φοροτεχνικός σύμβουλος της ΠΕΣΕΔΕ, Χρήστος Βέντζιος, παρουσιάζει αναλυτικά στο Εργοληπτικόν Βήμα το δεύτερο και τελευταίο μέρος με τις μεθόδους έμμεσου προσδιορισμού των εισοδημάτων των φορολογούμενων που χρησιμοποιούν οι φορολογικές αρχές.
ΤΕΧΝΙΚΕΣ Α, Δ
Αντικείμενο των τεχνικών ελέγχου των περιπτώσεων α’ και δ’ είναι ο προσδιορισμός της φορολογητέας ύλης, μέσω μεθοδολογίας εξεύρεσης αξιόπιστων αναλογιών ή σχέσεων, προκειμένου να εκδοθεί πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου, σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή κάθε είδους νομική οντότητα που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα.
Ως αξιόπιστη αναλογία ή σχέση, θεωρείται το ποσοστό ή ο δείκτης ή η αναλογική σχέση, που είναι κατάλληλη, βάσει των γενικά παραδεκτών αρχών και τεχνικών της ελεγκτικής, λαμβανομένων υπόψη των δεδομένων και του τρόπου λειτουργίας της επιχείρησης, για τον προσδιορισμό των εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα, του κόστους πωληθέντων, του μικτού και του καθαρού κέρδους.
Τα στοιχεία για τον υπολογισμό των αναλογιών ή σχέσεων λαμβάνονται από τα δεδομένα του ελεγχόμενου προσώπου καθώς και από τρίτες πηγές.
Υπαγόμενοι – πεδίο εφαρμογής
Στον τρόπο και στη διαδικασία ελέγχου αυτή, μπορούν να υπαχθούν οι υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων που ασκούν ή προκύπτει ότι ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 28 του ν. 4172/2013, για φορολογικά έτη που αρχίζουν από 1.1.2014 και μετά.
Εφαρμογή και επιλογή τεχνικής ελέγχου
Για τις ως άνω υποθέσεις δύναται να εφαρμόζονται, σε οποιοδήποτε στάδιο διενέργειας του ελέγχου, οι τεχνικές έλεγχοι που αναφέρθηκαν, οι οποίες επιλέγονται κατόπιν έγκρισης του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ή του Ελεγκτικού Κέντρου.
Ενέργειες της Φορολογικής Διοίκησης
Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να συγκεντρώνει πληροφορίες από τον φορολογούμενο και από τρίτους, ενώ αξιοποιεί στοιχεία και πληροφορίες που διαθέτει για τον φορολογούμενο.
Τα ανωτέρω, καθώς και κάθε άλλη σχετική πληροφορία, που δύναται να συλλεχθεί κατά τον έλεγχο, σε συνδυασμό με τη φύση, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και άλλους συναφείς παράγοντες του εκάστοτε είδους και μορφής της επιχείρησης λαμβάνονται υπόψη για την εφαρμογή των δύο έμμεσων τεχνικών:
Προσδιορισμός εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα/εκροών/φορολογητέων κερδών στην περίπτωση εφαρμογής μεθόδων έμμεσου προσδιορισμού.
Τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα/εκροές/φορολογητέα κέρδη που προσδιορίζονται με τις προαναφερθείσες μεθόδους έμμεσου προσδιορισμού, εφόσον είναι μεγαλύτερα από τα αντίστοιχα δηλωθέντα, συνιστούν τα τελικά έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα/εκροές/φορολογητέα κέρδη.
Εφόσον τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα του ελεγχόμενου προσώπου προσδιορίζονται με τις έμμεσες μεθόδους, τότε ως κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα για κάθε φορολογικό έτος θεωρείται το σύνολο των προσδιορισθέντων με τις έμμεσες μεθόδους της παρούσας εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα μετά την αφαίρεση των επιχειρηματικών δαπανών, των αποσβέσεων και των προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4172/2013.
Έλεγχος λοιπών φορολογικών αντικειμένων στην περίπτωση εφαρμογής μεθόδων έμμεσου προσδιορισμού.
Εφόσον με τις έμμεσες μεθόδους της παρούσας προσδιορίζονται τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα του ελεγχόμενου προσώπου, τα έσοδα αυτά, λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό των φόρων, τελών και εισφορών στις λοιπές φορολογίες (π.χ. ΦΠΑ).
Ο προσδιορισμός των φόρων, τελών και εισφορών στις λοιπές φορολογίες πραγματοποιείται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις για κάθε φορολογία.
συνεχίστε παρακάτω την ανάγνωση…
Η μέθοδος της αρχής των αναλογιών
Με την μέθοδο αυτή προσδιορίζονται τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα, οι εκροές και τα φορολογητέα κέρδη του ελεγχόμενου προσώπου βάσει αναλογιών και ιδίως του περιθωρίου μικτού κέρδους.
Κατόπιν επαλήθευσης του κόστους πωληθέντων/παρεχόμενων υπηρεσιών και ανάλυσης στοιχείων και πληροφοριών από το ελεγχόμενο πρόσωπο ή και από τρίτες πηγές, προσδιορίζεται με αξιόπιστο τρόπο το πραγματικό περιθώριο μικτού κέρδους, το οποίο εφαρμοζόμενο στο κόστος πωληθέντων/παρεχόμενων υπηρεσιών, οδηγεί στον προσδιορισμό των εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα του ελεγχόμενου προσώπου.
Η μέθοδος εφαρμόζεται ιδίως σε επιχειρήσεις των οποίων το απόθεμα είναι ελεγχόμενο ή μπορεί να προσδιοριστεί με αξιόπιστο τρόπο ή οι αγορές μπορούν εύκολα να κατανέμονται σε ομάδες με το ίδιο ή παρόμοιο ποσοστό περιθωρίου κέρδους.
Ο προσδιορισμός των εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα με την χρήση της αρχής των αναλογιών δύναται να γίνει και με την χρήση άλλων αναλογικών σχέσεων, εκτός του περιθωρίου μικτού κέρδους, υπό την προϋπόθεση ότι οι σχετικές αναλογίες προκύπτουν με αξιόπιστο τρόπο.
Οι αριθμοδείκτες (αναλογίες) που ενδεικτικά μπορούν να εφαρμοστούν στη συγκεκριμένη μέθοδο ελέγχου, είναι αυτές του περιθωρίου μικτού κέρδους – πωλήσεων, του περιθωρίου μικτού κέρδους – κόστους, του κόστους πωληθέντων – πωλήσεων, της καθαρής τιμής πώλησης – τιμής κόστους κ.λπ.
Όταν δεν είναι δυνατός ο καθορισμός των αναλογιών, ποσοστά και δείκτες μπορεί να προκύψουν και με βάση δεδομένα ομοειδών επιχειρήσεων.
Περαιτέρω η μέθοδος της αρχής των αναλογιών, εκτός του προσδιορισμού των εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα, δύναται να εφαρμοσθεί και για τον προσδιορισμό των εκροών και των φορολογητέων κερδών των ελεγχόμενων προσώπων, με τη χρήση αξιόπιστων, για τον προσδιορισμό των εκροών και φορολογητέων κερδών αναλογιών.
Η μέθοδος σχέσης της τιμής πώλησης προς το συνολικό όγκο κύκλου εργασιών
Με την μέθοδο αυτή προσδιορίζονται τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα αξιοποιώντας τη σχέση της τιμής πώλησης προς το συνολικό όγκο κύκλου εργασιών. Επί του συνολικού όγκου του κύκλου εργασιών, ο οποίος προσδιορίζεται είτε από τα λογιστικά αρχεία του ελεγχόμενου προσώπου είτε από τρίτες πηγές, εφαρμόζεται η τιμή πώλησης ανά μονάδα προϊόντος/υπηρεσίας προκειμένου να προσδιοριστούν τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα. Ο συνολικός όγκος του κύκλου εργασιών δύναται να προσδιορισθεί κατόπιν εύρεσης σχέσεων μεταξύ των εισροών (προϊόντων και υπηρεσιών) που απαιτούνται ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος/ παρεχόμενης υπηρεσίας του ελεγχόμενου προσώπου.
Η μέθοδος της τιμής πώλησης προς το συνολικό όγκο κύκλου εργασιών εφαρμόζεται ιδίως για τον προσδιορισμό της πραγματικής φορολογικής υποχρέωσης όταν:
α) Δύναται να προσδιορισθούν οι εισροές που αναλώνονται ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος/παρεχόμενης υπηρεσίας και είναι γνωστή η τιμή πώλησης ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος/παρεχόμενης υπηρεσίας,
β) Το ελεγχόμενο πρόσωπο έχει περιορισμένα είδη προϊόντων ή παρεχόμενων υπηρεσιών, με σχετικά σταθερές τιμές πώλησης/αμοιβές σε όλη τη φορολογική περίοδο.
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ
Πώς ορίζεται το ηλεκτρονικό τιμολόγιο για τις Δημόσιες Συμβάσεις
Ηλεκτρονικό τιμολόγιο, στο πλαίσιο εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων, είναι το τιμολόγιο που έχει εκδοθεί, διαβιβαστεί και παραληφθεί σε διαρθρωμένη ηλεκτρονική μορφή, η οποία επιτρέπει την αυτόματη και ηλεκτρονική επεξεργασία του. Το ηλεκτρονικό τιμολόγιο πρέπει να πληροί τις προϋποθέσεις και τους κανόνες που περιγράφονται στην ΚΥΑ για την αρχιτεκτονική και την ΚΥΑ για το μορφότυπο .
Τι δεν αποτελεί ηλεκτρονικό τιμολόγιο στο πλαίσιο δημοσίων συμβάσεων
Για τους σκοπούς της ηλεκτρονικής τιμολόγησης στις δημόσιες συμβάσεις, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελούν ηλεκτρονικό τιμολόγιο τα ακόλουθα:
i)Απλό αρχείο εικόνας.
- ii) Ένα σκαναρισμένο έγχαρτο τιμολόγιο (σε μορφή πχ. pdf), που αποστέλλεται στoν Φορέα μέσω email ή άλλου μέσου.
iii) Τιμολόγια που εκδίδονται μέσω της εφαρμογής “timologio” της ΑΑΔΕ. Η εφαρμογή αυτή δεν αποτελεί εφαρμογή έκδοσης ΗΤ, αλλά παρέχει τη δυνατότητα στους οικονομικούς φορείς μηχανογραφικής έκδοσης και αυτόματης διαβίβασης τιμολογίων στην πλατφόρμα myData της ΑΑΔΕ. Τα εκδιδόμενα αυτά παραστατικά διατίθενται σε μορφή pdf ενώ η ευθύνη αποστολής τους στον λήπτη ανήκει στον εκδότη οικονομικό φορέα.
- iv) Κάθε τιμολόγιο που δεν έχει δρομολογηθεί στο Φορέα μέσω του ΚΕΝΤΡΟΥ ΔΙΑΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑΣ (ΚΕΔ).
συνεχίστε παρακάτω την ανάγνωση…
Υποχρεωτική ηλεκτρονική τιμολόγηση στις Δημόσιες Συμβάσεις
Με την αριθ. 52445ΕΞ2023/4-4-2023 ΚΥΑ (Β’ 2385), ξεκινά η σταδιακή εισαγωγή υποχρέωσης για έκδοση ηλεκτρονικού τιμολογίου κατά την εκτέλεση των δημοσίων συμβάσεων αλλά και για οποιαδήποτε δαπάνη.
Πιο συγκεκριμένα:
Α. Για συμβάσεις που συνάπτονται και εκτελούνται από τα Υπουργεία Υποδομών και Μεταφορών, Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Μετανάστευσης και Ασύλου, τον Δήμο Αθηναίων, την Εθνική Κεντρική Αρχή Προμηθειών Υγείας (Ε.Κ.Α.Π.Υ.), την Εθνική Κεντρική Αρχή Αγορών του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, την Κοινωνία της Πληροφορίας Α.Ε., το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, την «Αττικό Μετρό Α.Ε.», την ΕΥΔΑΠ Α.Ε. και την Εγνατία Οδό ΑΕ, οι διαδικασίες σύναψης των οποίων εκκινούν μετά την 12ηΣεπτεμβρίου2023,
Β. για συμβάσεις που συνάπτονται ή/και εκτελούνται από φορείς Κεντρικής Διοίκησης, οι διαδικασίες σύναψης των οποίων εκκινούν μετά την 1.1.2024,
Γ. για συμβάσεις που συνάπτονται ή/και εκτελούνται από λοιπές πλην Κεντρικής Διοίκησης, αναθέτουσες αρχές/αναθέτοντες φορείς, οι διαδικασίες σύναψης των οποίων εκκινούν μετά την 1 .6.2024,
Δ. για λοιπές δαπάνες της Γενικής Κυβέρνησης που τιμολογούνται από την 1.1.2025.
Εντούτοις επισημαίνεται ό,τι οι προμηθευτές που έχουν ήδη επιλέξει την χρήση Υπηρεσιών Παρόχου Ηλεκτρονικής έκδοσης στοιχείων και έχουν υποβάλλει τη «Δήλωση Αποκλειστικής Έκδοσης Στοιχείων μέσω Παρόχου» στη Φορολογική Διοίκηση, υποχρεούνται να εκδίδουν αποκλειστικά ηλεκτρονικά τιμολόγια τα οποία οι φορείς του δημοσίου υποχρεούνται να παραλαμβάνουν, βάσει του ανωτέρω νόμου.
Για τις διαδικασίες που εκκινούν μετά την πάροδο των ανωτέρω προθεσμιών, οι Αναθέτουσες Αρχές και οι αναθέτοντες φορείς οφείλουν να περιλαμβάνουν ρητή πρόβλεψη στα έγγραφα της σύμβασης αναφορικά με την υποχρέωση των οικονομικών φορέων για έκδοση ηλεκτρονικών τιμολογίων.
Εξαιρούμενες κατηγορίες συμβάσεων και λοιπών δαπανών
Η υποχρέωση υποβολής ηλεκτρονικών τιμολογίων του άρθρου 1 της παρούσας δεν εφαρμόζεται σε:
- Δημόσιες συμβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 148 του ν. 4601/2019, και συνάπτονται δυνάμει των άρθρων 117Α και 327Α του ν. 4412/2016 (ήσσονος αξίας).
- α) Δημόσιες συμβάσεις μεταξύ φορέων του δημοσίου τομέα, που ανατίθενται σύμφωνα με το άρθρο 12 του ν. 4412/2016,
β) συμβάσεις μεταξύ αναθετουσών αρχών, που ανατίθενται σύμφωνα με το άρθρο 247 του ν. 4412/2016 και
γ) συμβάσεις παραχώρησης μεταξύ φορέων του δημοσίου τομέα, που ανατίθενται σύμφωνα με το άρθρο 16 του ν. 4413/2016.
- Λοιπές δαπάνες το ύψος των οποίων είναι έως 2.500 ευρώ.
Χρονική σειρά ενεργειών έκδοσης και αποστολής ΗΤ
Έκδοση παραστατικού από προμηθευτή δημοσίου προς τον πάροχο.
Έλεγχος εγκυρότητας στοιχείων από τον πάροχο μέσω ειδικών διεπαφών με Γ.Γ.Π.Σ.
Αποστολή παραστατικού από τον πάροχο προς την ΑΑΔΕ και λήψη MARK και συμβολοσειράς αυθεντικοποίησης.
Δημιουργία Ηλεκτρονικού Παραστατικού από τον πάροχο και αποστολή στο κέντρο διαλειτουργικότητας της Γ.Γ.Π.Σ μέσω PEPPOL.
Λήψη του παραστατικού από το ΚΕΝΤΡΟ ΔΙΑΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑΣ(ΚΕΔ) και δρομολόγηση προς Αρμόδια Αναθέτουσα Αρχή.
Επιστροφή Αποδεικτικού παραλαβής και επεξεργασίας από το ΚΕΔ προς τον πάροχο.
Ενημέρωση από τον πάροχο προς τον προμηθευτή με την κατάσταση επεξεργασίας του παραστατικού από την αναθέτουσα αρχή μέσω μηνυμάτων.
Ενημερωτικά μηνύματα μετά την αποστολή τιμολογίου
Μετά την αποστολή τιμολογίου ο πωλητής λαμβάνει κατά περίπτωση τα παρακάτω μηνύματα:
Λήψη ή απόρριψη τιμολογίου από το ΚΕΔ,
επιτυχής παραλαβή Ηλεκτρονικού Τιμολογίου από το σύστημα της Αναθέτουσας Αρχής (προσδιορίζει την ημερομηνία παραλαβής του ΗΤ),
απόρριψη από την Αναθέτουσα Αρχή,
αμφισβήτηση από την Αναθέτουσα Αρχή (με πιθανή αίτηση για αποστολή πιστωτικού ή άλλων πρόσθετων δικαιολογητικών),
αποδοχή,
πληρωμή/μερική πληρωμή.
Φορολογικά Κίνητρα Ηλεκτρονικής Τιμολόγησης
- -Μείωση του χρόνου παραγραφής από 5 χρόνια σε 3.
- -Προσαύξηση κατά 100% των αρχικών δαπανών αγοράς εξοπλισμού και λογισμικού.
- –Προσαύξηση κατά 100% της δαπάνης για την αμοιβή του παρόχου κατά το φορολογικό έτος επιλογής της ηλεκτρονικής τιμολόγησης.
- –Μείωση του χρόνου επιστροφής φόρου από 90 μέρες σε 45.
πηγή: Εργοληπτικόν Βήμα Νο_140 της ΠΕΣΕΔΕ
Ακολουθήστε το gobhma.gr στο Google News για να έχετε έγκαιρη & έγκυρη τεχνική ενημέρωση