23η Συνδιάσκεψη Προεδρείων Συνδέσμων ΠΕΣΕΔΕ: Η λειτουργία των εργοληπτικών επιχειρήσεων σε περίοδο οικονομικής αβεβαιότητας

Τα ζητήματα που ταλανίζουν τον κλάδο των εργοληπτών και επηρεάζουν την υλοποίηση των έργων εν μέσω ενός διαρκώς μεταβαλλόμενου οικονομικού περιβάλλοντος παρουσιάστηκαν το Σάββατο 3 Δεκεμβρίου στην 23η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη Προεδρείων Συνδέσμων Εργοληπτών Δημοσίων Έργων, της ΠΕΣΕΔΕ στην Κομοτηνή.

Με κεντρικό θέμα τη λειτουργία των εργοληπτικών επιχειρήσεων σε περίοδο οικονομικής αβεβαιότητας πραγματοποιήθηκε η 23η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη Προεδρείων Συνδέσμων Εργοληπτών Δημοσίων Έργων, της ΠΕΣΕΔΕ στην Κομοτηνή το Σάββατο 3 Δεκεμβρίου στην Κομοτηνή. Στο πλαίσιο της συνδιάσκεψης συζητήθηκαν τα κεντρικά προβλήματα που επηρεάζουν τους εργολήπτες σήμερα καθώς και οι γενικότερες συνθήκες στην οικονομία που επηρεάζουν σημαντικά την υλοποίηση των έργων όπως ο  πόλεμος στην Ευρώπη, η ενεργειακή κρίση, η οικονομική αστάθεια, οι αυξήσεις τιμών των υλικών και η έλλειψη εργατοτεχνικού προσωπικού.

Μαρία Τσιομπάνου: Άνισος αγώνας επιβίωσης με γνώμονα την έγκαιρη και ποιοτική αποπεράτωση των έργων

Στην ομιλία της η πρόεδρος της ΠΕΣΕΔΕ, κα Μαρία Τσιομπάνου αναφέρθηκε σε μία σειρά από προβλήματα που ταλανίζουν τον κλάδο παρά το γεγονός πως ο όγκος των δημοπρατούμενων έργων άρχισε να κινείται ανοδικά από το 2019. Ανάμεσα σε αυτά είναι η πρωτόγνωρη αύξηση των τιμών που επέφερε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. «Οι υποχρεώσεις μας δε που πηγάζουν από τις υπογραφείσες συμβάσεις έργων, βάσει του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου δημοσίων συμβάσεων, μαζί με τα αντίστοιχα χρονοδιαγράμματα τους που επιβάλετε να ακολουθήσουμε, μας εξωθούν σε καθημερινό άνισο αγώνα επιβίωσης με γνώμονα την έγκαιρη και ποιοτική αποπεράτωση των έργων. Πλην όμως, οι δαπάνες που πραγματοποιούμε είναι πλέον περισσότερες, το κέρδος συρρικνώνεται και εν τέλει οι κατασκευαστικές επιχειρήσεις υπόκεινται σε έναν οικονομικό «στραγγαλισμό», που τις αποτρέπει από την συνέχιση της δραστηριοτήτας τους. Αυτό απεικονίζεται και από την μεγάλη μείωση των ενεργών εργοληπτικών πτυχίων στο κλάδο μας» σημείωσε η κα Τσιομπάνου.

Όπως τόνισε η  αναθεώρηση τιμών των άρθρων τιμολογίων μελέτης που εκκίνησε το Υπουργείο Υποδομών είναι θετικό αλλά ανεπαρκές βήμα ενώ, σημείωσε, πως οι συντελεστές αναθεώρησης εισήχθησαν λανθασμένα επιλεκτικά σε σχετικά μικρό αριθμό άρθρων, μολονότι η υπέρογκη τιμολογιακή αύξηση στα καύσιμα, μετέβαλε ανοδικά όλο το φάσμα υλικών και πάσης φύσεως εργασίας, συνοδευόμενη και από πρόσφατη γενναία αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών του ΕΦΚΑ των εργαζομένων. «Ο προσδιορισμός των συντελεστών πρέπει να τελεστεί -και με αναδρομική ισχύ από το Α’ τρίμηνο του 2021, ίσως και νωρίτερα- ανά ομάδες άρθρων σε κάθε κατηγορία των τιμολογίων, ώστε αυτά να καλυφθούν στο 100% του συνόλου τους και να πάψει η επιλεκτική πολιτική που δυστυχώς και δίκαιη δεν είναι και εξυπηρετεί συγκεκριμένης φύσεως έργα. Να επισημάνω βέβαια ότι σημαντικός παράγοντας για την είσπραξη Αναθεωρήσεων των πιστοποιημένων εργασιών, είναι η άμεση οικονομική κατοχύρωση των ανάλογων κονδυλίων από τις Αναθέτουσες αρχές ώστε να καλυφτούν τα δεδουλευμένα μας, έστω και όντας υπό τις δεδομένες συνθήκες που λαμβάνουν χώρα σήμερα, με την παράλληλη θετική ανταπόκρισή τους για την εφαρμογή των αντίστοιχων υπουργικών αποφάσεων. Τα ανωτέρω όμως, δεν θα ήταν απαραίτητα, αν είχε υλοποιηθεί έως σήμερα το ήδη νομοθετημένο Ενιαίο σύστημα τιμολόγησης και τεχνικών προδιαγραφών έργων και μελετών, βάσει άρθρου 170 του Ν.4782/21, που θα αντιμετώπιζε ορθολογικά και τεκμηριωμένα την άνοδο των τιμών και θα διαμόρφωνε ανάλογα τους συντελεστές αναθεώρησης. Η εφαρμογή του θα δώσει ως επί το πλείστον μια ορθολογικότερη απεικόνιση της αγοράς τιμών και οι εργολήπτες θα μπορούν να πορευτούν βάσει ενός δικαιότερου πλαισίου δημοπρασιών και εκτέλεσης έργων, με ρεαλιστικά δεδομένα» τόνισε.

Παράλληλα, η κα Τσιομπάνου ανέφερε πως έως σήμερα δεν έχει εισπραχθεί από καμία επιχείρηση το λεγόμενο “πριμ” που θεσπίστηκε με τον Ν.4938/22 και θα έδινε την δυνατότητα στους εργολήπτες που είχαν υπογράψει συμβάσεις προ την 06.06.22 να λάβουν άμεσα ένα οικονομικό βοήθημα λόγω της ενεργειακής κρίσης. Ως λόγους για την καθυστέρηση αυτή ανέφερε το γεγονός πως οι αναθέτουσες αρχές είτε δεν ολοκληρώνουν ορθώς τους φακέλους αιτήσεων προς το Υπουργείο, είτε καθυστερούν την αποστολή τους προς τα αρμόδια Τεχνικά συμβούλια, ενώ και το Υπουργείο κωλυσιεργεί στην αποπεράτωση των αιτήσεων, λόγω της μη πληρότητας, της αδυναμίας έγκαιρης επικοινωνίας με τους φορείς, για την επίλυση διαδικαστικών θεμάτων ολοκλήρωσης τους και πιθανόν από την έλλειψη πόρων για την κάλυψη του πριμ. «Σχετικά με το θέμα αυτό, να τονίσω ότι θεωρώ απαραίτητο να καταβληθεί το νομοθετημένο πριμ και στις περιπτώσεις όπου η παράταση ενός έργου απαιτείται λόγω πλήρους υπαιτιότητας του Δημοσίου, συμπληρωματικός όρος που πρέπει να θεσμοθετηθεί άμεσα από το αρμόδιο Υπουργείο» σημείωσε.

Παράλληλα, αναφέρθηκε στο ζήτημα της έλλειψης εργατοτεχνικού προσωπικού τονίζοντας ότι παρά την άνθηση του κλάδου μας τα τελευταία χρόνια με την παράλληλη λήξη των Μνημονίων, η εξαγωγή εκτός συνόρων εργατικού δυναμικού γίνεται με αυξητική τάση επιφέροντας την εύρεση κατάλληλων χεριών εργασίας είτε προς στελέχωση των επιχειρήσεων μας είτε υπό μορφή εξωτερικής συνεργασίας, να είναι δυσχερής. Όπως είπε, σήμερα, είναι αναγκαία η άμεση πλήρωση ζητούμενων θέσεων εργασίας και στην κατεύθυνση αυτή θα πρέπει να αναγνωριστεί ότι η μισθωτή εργασία θα πρέπει να ανταμοίβεται αναλόγως και να υπάρξει περισσότερη στήριξη των εργαζομένων, αφού το κόστος ζωής έχει ανέβει σε υψηλά επίπεδα σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν.  Τέλος, η πρόεδρος της ΠΕΣΕΔΕ τόνισε την ανάγκη ίδρυσης επαγγελματικών τεχνικών σχολών γύρω από τον κλάδο της κατασκευής, ιδιαίτερα στα επαγγέλματα τεχνιτών σκυροδέματος, σιδηρού οπλισμού και επιχρισμάτων.

Αντώνης Αντωνιάδης: Να μετατραπεί το Ελληνικό Κράτος από «κακοπληρωτή» σε  «αξιόπιστο πελάτη»

Ο Πρόεδρος ΣΕΔΕ ΘΡΑΚΗΣ, κ. Αντώνης Αντωνιάδης αναφέρθηκε, επίσης, στις πιέσεις που δέχεται η εργοληπτική κοινότητα από την αδυναμία πρόσβασης των εργοληπτικών επιχειρήσεων σε τραπεζικά κεφάλαια και την αδυναμία της κεντρικής διοίκησης, των δημοτικών και περιφερειακών αρχών στον αποτελεσματικό και με όραμα σχεδιασμό υποδομών και στη συνέχεια στην μελέτη και «ωρίμανση» των έργων, από τους ολοένα και μεγαλύτερους προϋπολογισμούς έργων, την επέκταση των δημόσιων συμβάσεων με ΣΔΙΤ χωρίς καμία διαδικασία αξιολόγησης, την έλλειψη έμπειρου τεχνικού ανθρώπινου δυναμικού, την μη έγκαιρη εξόφληση του εργολαβικού ανταλλάγματος και, τέλος, από τα ανεπίκαιρα τιμολόγια εργασιών. Όπως σημείωσε, οι ανατιμήσεις των υλικών και της εργασίας βρήκαν τις εργοληπτικές επιχειρήσεις και τον κρατικό μηχανισμό εντελώς απροετοίμαστες. Όπως είπε, για να αποφευχθεί η επανάληψη του ίδιου «έργου» στο μέλλον πρέπει η Πολιτεία και οι θεσμικοί φορείς του κατασκευαστικού κλάδου να συνεργάζονται με ειλικρίνεια και κοινό στόχο την ανάπτυξη αλλά και την διαφύλαξη του δημόσιου συμφέροντος. 

Αναφερόμενος στο ζήτημα των ανατιμήσεων των υλικών και της ενέργειας, ο κ. Αντωνιάδης τόνισε ότι όλες οι εργοληπτικές επιχειρήσεις έχουν να αντιμετωπίσουν μία  αιφνίδια και εκρηκτική ανατίμηση των υλικών και της εργασίας, που ήταν αδύνατον  να την προβλέψουν κατά την υποβολή των οικονομικών τους προσφορών, ωστόσο, είναι πολύ διαφορετική η συνθήκη που καλούνται να διαχειριστούν οι πέντε μεγάλοι κατασκευαστικοί όμιλοι που έχουν αναλάβει, μέχρι σήμερα, 13 δισεκατομμύρια ευρώ συμβάσεις έργων με μέση έκπτωση 10%,  από όλες τις υπόλοιπες επιχειρήσεις που οι εκπτώσεις τους φθάνουν σε δυσθεώρητα νούμερα.  

Μιλώντας για την εξόφληση του εργολαβικού ανταλλάγματος, ο κ. Αντωνιάδης σημείωσε πως η κακή χρηματοδότηση των δημόσιων συμβάσεων δεν είναι κάτι καινούριο για τον κλάδο και δημιουργεί σωρεία προβλημάτων στην έγκαιρη υλοποίηση των έργων.  Η λειτουργία της εγχώριας αγοράς, όπως έχει διαμορφωθεί μετά από την πολυετή οικονομική κρίση,  αυξάνει το βαθμό δυσκολίας για τις εργοληπτικές επιχειρήσεις, οι οποίες είναι σχεδόν αδύνατον να ανταποκριθούν στις συμβατικές τους υποχρεώσεις εάν δεν αποζημιώνονται για τις εργασίες τους στον σωστό χρόνο. «Εάν προσθέσουμε, δε,  την δύσκολη και «ακριβή» πρόσβαση που έχουν οι εργοληπτικές επιχειρήσεις στην τραπεζική χρηματοδότηση αντιλαμβάνεστε πόσο σημαντική για την επιβίωση τους αποτελεί η σωστή χρηματοδότηση των έργων. Γίνεται πολύ συχνά κουβέντα για τις μεγάλες καθυστερήσεις στην εκτέλεση των έργων αλλά πολύ σπάνια γίνεται αναφορά στην κυριότερη αιτία που δεν είναι άλλη από την μεγάλη καθυστέρηση της πληρωμής του εργολαβικού ανταλλάγματος. Το Κράτος οφείλει πρώτο αυτό το ίδιο να τηρεί τις συμβατικές οικονομικές υποχρεώσεις του απέναντι στις εργοληπτικές επιχειρήσεις,  που παραδοσιακά στηρίζουν την εθνική μας οικονομία και που πολύ πρόσφατα στήριξαν έμπρακτα την χώρα κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης λειτουργώντας τα εργοτάξια κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες. Εάν θέλουμε να μιλάμε για ένα σύγχρονο επιτελικό κράτος και εάν έχουμε την απαίτηση τα δημόσια έργα να εκτελούνται έγκαιρα πρέπει επιτέλους   το Ελληνικό Κράτος να μετατραπεί από έναν «κακοπληρωτή πελάτη» σε έναν αξιόπιστο πελάτη» κατέληξε.

Μιλώντας για την αύξηση των συμβάσεων με ΣΔΙΤ, υπενθύμισε την  σύσταση της Ευρωπαϊκής Ένωση να μην ενθαρρύνεται  η ευρύτερη χρήση των ΣΔΙΤ, μέχρι να επιλυθούν τα προβλήματα που έχουν εντοπισθεί και να σχεδιασθούν νέες  διαδικασίες ώστε να βελτιωθεί το θεσμικό πλαίσιο για να επιτευχθεί  σωστή επιλογή και υλοποίηση έργων με ΣΔΙΤ. Όπως σημείωσε, αυτό που πρέπει να προσέξουν οι αρμόδιοι και αυτό που πρέπει να γνωρίζουν οι πολίτες είναι το πολύ υψηλό τελικό κόστος κατασκευής μία δημόσιας σύμβασης με ΣΔΙΤ. Όπως είναι λογικό, στην περίπτωση συμβάσεων πολύ υψηλής αξίας, όπως συνήθως είναι οι συμβάσεις ΣΔΙΤ, μόνον ένας πολύ μικρός αριθμός οικονομικών φορέων, συχνά δε μόνον ένας, είναι σε θέση να προσφέρει όλα τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που προβλέπονται. Κανείς επομένως δεν είναι σε θέση να εγγυηθεί ότι θα υπάρχει μεγάλη συμμετοχή είτε από κατασκευαστικές εταιρείες είτε από τραπεζικούς ομίλους και θα επιτευχθεί μία συμφωνία που θα είναι εις όφελος του δημοσίου συμφέροντος.  

Επιπρόσθετα, αναφέρθηκε στην σταδιακή απαξίωση μεγάλου τμήματος του φυσικού και ανθρώπινου κεφαλαίου των ελληνικών κατασκευαστικών επιχειρήσεων που οδηγεί στην καθυστέρηση της απορρόφησης των κονδυλίων και της ολοκλήρωσης των έργων, ενώ σημείωσε, επίσης, την πρόκληση που δημιουργεί η αφαίρεση της δυνατότητας χρήσης δάνειας εμπειρίας από τους όρους αξιολόγησης των εργοληπτικών επιχειρήσεων με την τροποποίηση του ΠΔ71/2019 που προωθεί το Υπουργείο. Η Δάνεια Εμπειρία μεταξύ των εργοληπτικών επιχειρήσεων αποτελεί Οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχει ως στόχο την διευκόλυνση της πρόσβασης των μικρών και μεσαίων κατασκευαστικών επιχειρήσεων στην δημόσια σύμβαση. «Εμείς, για ακόμη μία φορά, προκειμένου να «εξασφαλίσουμε» τους λίγους πολύ μεγάλους του χώρου την αφαιρούμε. Ακριβώς με την ίδια λογική, προκειμένου δηλαδή να περιοριστεί ο ανταγωνισμός για τις εταιρείες της 7ης τάξης, έχουμε εφεύρει ως όρο την ΕΠΙΣΗΜΗ ΥΠΕΡΓΟΛΑΒΙΑ και αφαιρούμαι από τις μικρές και μεσαίες εργοληπτικές επιχειρήσεις την τεχνική εμπειρία που δικαιούνται από τις υπεργολαβικές συμβάσεις που εκτελούν για λογαριασμό των μεγάλων κατασκευαστικών ομίλων» σημείωσε. Παράλληλα, τόνισε ότι απαιτείται σε εθνικό επίπεδο μία συντονισμένη και κοινή πολιτική, αξιοκρατία και διαφάνεια απέναντι στον κλάδο των κατασκευών αλλά με δίκαιους όρους, ενώ, τέλος, θα πρέπει να «τρέξουν» όλες οι απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις που θα εκσυγχρονίσουν περαιτέρω το σύστημα παραγωγής δημόσιων έργων.

πηγή: Εργοληπτικόν Βήμα Νο_132 της ΠΕΣΕΔΕ

Αυτά και άλλα πολλά άκρως ενδιαφέροντα στο περιοδικό της ΠΕΣΕΔΕ που κυκλοφορεί – ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ! Καλή ανάγνωση!
Διαβάστε επίσης

Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για λόγους επισκεψιμότητας και στατιστικών. Συνεχίζοντας την περιήγηση, αποδέχεστε τη χρήση αυτών των cookies Αποδοχή Περισσότερα