Φώτιος Θεοδ. Κατσίγιαννης,πρόεδρος της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών και πρόεδρος Εφετών Δ.Δ. ε.τ.κ.

πηγή: Εργοληπτικόν βήμα Νο_111 της ΠΕΣΕΔΕ

Σε λιγότερο από 1,5 χρόνο η ΑΕΠΠ έχει να επιδείξει ένα πολύ σημαντικό έργο

Για το έργο αυτό αλλά και για την ανάγκη που απαίτησε τη θεσμοθέτηση της μιλά με συνέντευξη του στο «Εργοληπτικόν Βήμα» ο πρόεδρος της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών και πρόεδρος Εφετών Δ.Δ. ε.τ. κ. Φώτιος Κατσίγιαννης.

Σε χρονικό διάστημα δέκα πέντε (15) μηνών η Ανεξάρτητη Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών εξέδωσε αποφάσεις για πάνω από 1.000 προσφυγές και συγκεκριμένα περί τις 210 οριστικές Αποφάσεις και 140 αποφάσεις προσωρινών μέτρων το έτος 2017 και 690 και 360 αποφάσεις, αντίστοιχα το έτος 2018 μέχρι τώρα. Ο υψηλός αυτός αριθμός αποφάσεων, η ταχύτητα έκδοσης και η εξαιρετική τεκμηρίωση, είναι, κατά την άποψη της ΠΕΣΕΔΕ, ενδεικτικά της αναγκαιότητας θέσπισης της Αρχής. Σε τι ποσοστό οι παραπάνω αποφάσεις είναι υπέρ του προσφεύγοντα και περαιτέρω μήπως κάτι ανάλογο θα πρέπει να εφαρμοσθεί και για το στάδιο της υλοποίησης των συμβάσεων, όπου πλήθος διαφωνιών οδηγούνται στα Τεχνικά Συμβούλια και μετέπειτα στα Δικαστήρια

Με δεδομένο ότι η υπαγωγή των διαφορών στην αρμοδιότητα της ΑΕΠΠ ήταν σταδιακή και ολοκληρώθηκε μόλις στο τέλος του Μαρτίου 2018 πράγματι ο αριθμός των εισαχθεισών προδικαστικών προσφυγών ήταν ικανοποιητικός, όχι όμως ιδιαίτερα μεγάλος. Είναι γεγονός ότι μέχρι τώρα η Αρχή ικανοποίησε πλήρως την απαίτηση του νομοθέτη για επίκαιρη επίλυση των διαφορών του προσυμβατικού σταδίου, αφού οι μεν αποφάσεις των προσωρινών μέτρων εκδίδονται σε μέσο χρόνο επτά (7) ημερών και οι οριστικές αποφάσεις σε μέσο χρόνο 37 ημερών. Στο πρώτο αυτό στάδιο λειτουργίας της ΑΕΠΠ το ποσοστό των δεκτών οριστικών αποφάσεων κυμαίνεται γύρω στο 44%. Είναι όμως πολύ νωρίς να γίνει συνολική εκτίμηση του ποσοστού αυτού. Και βέβαια ανάλογος της ΑΕΠΠ θεσμός στο στάδιο εκτέλεσης της σύμβασης θα έλυνε έγκαιρα πλείστα όσα ζητήματα ανακύπτουν κατά την εκτέλεση της σύμβασης. Κάτι τέτοιο όμως πρώτα από όλα απαιτεί αποτίμηση της παρούσας κατάστασης και εδραίωση του θεσμού σε βάσεις διαδικαστικές–«δικαιοδοτικές», ικανές να αντέξουν στην πολυπλοκότητα του σταδίου αυτού και επιτρεπτές από το δικαιϊκό μας σύστημα.

Έχετε διαπιστώσει να υπάρχουν συγκεκριμένα σημεία αντιπαράθεσης μεταξύ των οικονομικών φορέων και των αναθετουσών αρχών; Εάν ναι αυτό υποδηλώνει στρεβλή ερμηνεία του Νόμου από τις Αναθέτουσες Αρχές και πώς μπορεί να αντιμετωπισθεί από τη σκοπιά της πρόληψης;

Ο ν.4412/2016 είναι ένα εντελώς νέο νομοθέτημα με συνέπεια να μην υπάρχει ακόμη επαρκής γνώση του τρόπου λειτουργίας του από τα όργανα των Αναθετουσών Αρχών. Το ίδιο ισχύει προφανώς και για τα στελέχη των οικονομικών φορέων. Στο πλαίσιο αυτό η ΑΕΠΠ έχει ανταποκριθεί σε αιτήματα θεσμικών φορέων και έχει συμμετάσχει σε ημερίδες με τέτοιο γνωστικό αντικείμενο. Είναι αλήθεια πάντως ότι η αξίωση από μέρους και των δυο παραπάνω πλευρών για απόκτηση περισσοτέρων εφοδίων και σχετικών γνώσεων θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερη.

Η προδικαστική προσφυγή έχει ενδικοφανή χαρακτήρα παρόλο που δεν την αποκαλεί ο νομοθέτης ως ενδικοφανή. Αποτελεί διαδικαστικό προαπαιτούμενο προκειμένου να ασκήσει στη συνέχεια ο ενδιαφερόμενος την αίτηση ακυρώσεως και την αίτηση αναστολής. Δυστυχώς όμως δεν υπάρχει υποχρέωση της αναθέτουσας αρχής για ενημέρωση των ενδιαφερομένων σχετικά με τη δυνατότητα άσκησης προδικαστικής προσφυγής, καθώς υπερισχύει το τεκμήριο γνώσης που υφίσταται για αυτούς που λαμβάνουν μέρος σε μια διαγωνιστική διαδικασία. Δε θα ήταν ορθό να υποχρεωθεί νομοθετικά η διοίκηση να ενημερώνει τους ενδιαφερόμενους;

Πρόκειται για ένα θέμα εξαιρετικά εύκολο στη θεσμοθέτησή του και λυμένο θα έλεγε κανένας νομολογιακά υπέρ της ενημέρωσης των ενδιαφερομένων. Ωστόσο, είναι θέμα στάθμισης στην πράξη, διότι με μια πιο «βαριά» διαδικασία είναι προφανές ότι δεν μπορούν να επιτευχθούν οι προαναφερθέντες χρόνοι. Επομένως, θέλουμε επίκαιρη επίλυση των διαφορών του σταδίου ανάθεσης της σύμβασης ή μια βραδυκίνητη διαδικασία αντίστοιχη εκείνης της ένδικης διαδικασίας ή ακόμη εκείνης της διοικητικής διαδικασίας εκτέλεσης της σύμβασης ιδιαίτερα, όπως είναι γνωστό, χρονοβόρας ;

ΑΕΠΠ: Ένας νέος θεσμός που προάγει τη διαφάνεια στα δημόσια έργα

Προκειμένου να υποβληθεί προσφυγή κατά των όρων της διακήρυξης μίας δημόσιας σύμβασης ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας είναι υποχρεωμένος να προκαταβάλει το προβλεπόμενο στις οικείες διατάξεις ηλεκτρονικό παράβολο για την άσκηση της προδικαστικής προσφυγής. Σε πολλές περιπτώσεις το παράβολο αυτό είναι ιδιαίτερα υψηλό, φτάνει και το ανώτατο όριο των 15.000 ευρώ, αποτελεί ιδιαίτερα αποτρεπτικό παράγοντα για την κατάθεση της προσφυγής. Ταυτόχρονα πολύ συχνά οι Αναθέτουσες Αρχές όταν δέχονται παρατηρήσεις από τους ενδιαφερόμενους για εξόφθαλμα λάθη σε όρους διακήρυξης τους, απαντάνε με πολύ μεγάλη ευκολία και αδιαφορία  στους ενδιαφερόμενους «να ασκήσουν προσφυγή». Κατά την άποψη της ΠΕΣΕΔΕ, πρέπει η προσβολή όρων της διακήρυξης πριν τον διαγωνισμό να γίνεται αδαπάνως, ή έστω με μικρό συμβολικό κόστος. Ποια είναι η γνώμη σας επ’ αυτού και έχει η Αρχή να κάνει κάποια πρόταση στην Πολιτεία ώστε να αντιμετωπισθούν τέτοια φαινόμενα με μία πιο «ανώδυνη» διαδικασία τόσο οικονομικά όσο και χρονικά; Τέλος θέλουμε να επισημάνουμε ότι έχει παρατηρηθεί  το φαινόμενο να μην γίνεται ορθός υπολογισμός του παραβόλου από τους αιτούντες. Δυστυχώς δεν προβλέπεται δυνατότητα συμπλήρωσης του παραβόλου από το ΠΔ39/2017 και από το Ν. 4412/2017 και αυτό οδηγεί στην απόρριψη της προσφυγής. Δε θα ήταν πιο αποτελεσματικό να μπορούσε η Αρχή να καλεί τον αιτούντα να συμπληρώσει το παράβολο;

Κατ΄ αρχάς το παράβολο θεσμοθετείται κατά βάση, όπου προβλέπεται, ως αποτρεπτικός παράγοντας άσκησης προπετών ενδικοφανών προσφυγών ή και ενδίκων βοηθημάτων. Στο πλαίσιο δε της δημόσιας σύμβασης γίνεται και για λόγους διαφάνειας και «καθαρότητας» των ασκούμενων προδικαστικών προσφυγών. Σε κάθε περίπτωση ο εξορθολογισμός του στη θεματική που αναφέρεσθε ή και σε άλλα θέματα θα ήταν χρήσιμος. Ορθή η παρατήρησή σας για συμπλήρωση του ελλιπούς παραβόλου, διότι πράγματι η εξέταση των προδικαστικών προσφυγών θα πρέπει να προβλέπεται να είναι εξέταση στην ουσία και όχι στο τύπο.

Πολύ συχνά εμφανίζονται επικριτικές τοποθετήσεις για το θεσμό των  Ανεξαρτήτων Αρχών με κυριότερη ότι είναι ένα «υπερόργανο κάποιων σοφών, το οποίο δεν υπόκειται σε κανένα νόμο, σε κανένα έλεγχο και χαίρει ασυλίας που δεν διαθέτει ούτε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας». Οι ίδιες αφελείς κατηγορίες επαναλαμβάνονται και τώρα που υπάρχουν Ανεξάρτητες Αρχές, οι οποίες προσπαθούν να βρουν το βηματισμό τους σε ένα υπερσυγκεντρωτικό πολιτικό σύστημα, όπως είναι το ελληνικό. Τα επιχειρήματα είναι σχεδόν πανομοιότυπα: «οι Α.Α. δεν ελέγχονται από πουθενά, είναι υπεράνω του κράτους, των νόμων και των θεσμών».  Η άποψη της ΠΕΣΕΔΕ. είναι ότι η θέσπιση των δύο Αρχών της Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ. και της Α.Ε.Π.Π. είναι ένα πολύ θετικό βήμα για το θεσμό των Δημοσίων Συμβάσεων διότι ασκούν εποπτεία στη Δημόσια Διοίκηση, προστατεύουν και τα δύο συμβαλλόμενα μέρη και διευρύνουν τη Δημοκρατία αφού είναι ένας ακόμη θεσμός ελέγχου του πολιτικού συστήματος. Τι έχετε να απαντήσετε στους επικριτές;

Είναι αλήθεια και γίνεται γενικά δεκτό, ότι ο αριθμός των Ανεξαρτήτων Αρχών είναι μεγάλος. Δεν είναι όμως καθόλου αλήθεια, ότι «χαίρουν ασυλίας». Άλλο είναι το θέμα, αν ως θεσμοί δεν πρέπει να απομακρύνονται από την κοινωνία των πολιτών ή με άλλα λόγια ότι πρέπει να επαναπροσδιορίζονται, ώστε να υπηρετούν κάθε φορά τις τρέχουσες κοινωνικοπολιτικές και οικονομικές ανάγκες. Σε ότι, όμως, αφορά την ΑΕΠΠ, της οποίας έχω την τιμή να είμαι Πρόεδρος, θα ήθελα να τονίσω ότι οι αποφάσεις της υπόκεινται στον έλεγχο, κατά περίπτωση, των διοικητικών Εφετείων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας με την άσκηση των οικείων ενδίκων βοηθημάτων. Επομένως, αποτελεί κομμάτι του δικαιϊκού συστήματος της χώρας μας και ως τέτοιο στηρίζει το βηματισμό της στον τρόπο λειτουργίας του συστήματος αυτού, και μόνον, δικαιούμενη κυρίως μέσα από το έργο της το χαρακτηρισμό της ως ανεξάρτητης Αρχής.

Υπάρχουν πεδία σύγκλισης και σύγκρουσης αρμοδιοτήτων μεταξύ των δύο Αρχών, της Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ. και της Α.Ε.Π.Π. και εάν ναι πως το αντιμετωπίζετε; Υπάρχουν περιπτώσεις όπου έχουν διατυπωθεί διαφορετικές απόψεις για το ίδιο θέμα από τις δύο Αρχές και πώς έχουν αντιμετωπισθεί;

Πρόκειται για δύο Ανεξάρτητες Αρχές με διαφορετικό προσανατολισμό, αντικείμενο και αρμοδιότητες. Η ΑΕΠΠ δεν έχει γνωμοδοτικό – ελεγκτικό ρόλο, όπως κατά βάση έχει η ΕΑΑΔΗΣΥ. Αποκλειστικός σκοπός της είναι η εξέταση των ασκούμενων ενώπιον της προδικαστικών προσφυγών και, επομένως, η επίλυση των διαφορών του σταδίου ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων στο πλαίσιο της αρχής της νομιμότητας. Εν κατακλείδι ασκεί «οιονεί δικαιοδοτικό έργο », που όπως είναι προφανές, δεν αφήνει πεδίο ούτε σύγκλισης αλλά ούτε και σύγκρουσης με εκείνο της ΕΑΑΔΗΣΥ, στην οποία αναφέρεσθε.

Κατά τη γνώμη της ΠΕΣΕΔΕ η λειτουργία της Αρχής εγγυάται και κυρίως υλοποιεί μία στοχευμένη διεκπεραίωση κρίσιμων ζητημάτων καθ’ όλη  τη διάρκεια και σε όλα τα στάδια  ανάθεσης μία Δημόσιας Σύμβασης. Με την μέχρι τώρα εμπειρία σας από τη λειτουργία της Αρχής με τι επιπλέον εφόδια, είτε υλικά είτε ανθρώπινου δυναμικού, πρέπει να εξοπλισθεί η Αρχή κατά τη γνώμη σας ώστε να αυξηθεί η ταχύτητα και η αποτελεσματικότητά της;

Ο εγγυητικός ρόλος της ΑΕΠΠ στο πλαίσιο του σταδίου ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων είναι δεδομένος και εξασφαλίζεται από τη θωράκισή της, τόσο σε επίπεδο Αρχής όσο και σε επίπεδο μελών, με τα εχέγγυα της ανεξαρτησίας και της αμεροληψίας. Υπό τις τρέχουσες συνθήκες η ταχύτητα και η αποτελεσματικότητα της, ενόψει του μικρού αριθμού των αγομένων ενώπιον των δικαστηρίων διαφορών, δεν χρήζουν κάποιας βελτίωσης. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι αποφάσεις της ΑΕΠΠ δεν θα μπορούσαν να είναι ή να γίνουν ακόμη καλύτερες σε δομικό ή νομικό επίπεδο. Αυτό, όμως, θα είναι το διαρκώς ζητούμενο, αρκεί οι αποφάσεις της να απαντούν στο «σήμερα» και να αφομοιώνουν τη νομολογία των δικαστηρίων επίκαιρα και αποτελεσματικά. Η ενίσχυσή της με ανθρώπινο δυναμικό, όταν στο μέλλον χρειασθεί, αφού η τωρινή στελέχωσή της ολοκληρώνεται άμεσα, όπως και ο περαιτέρω εξοπλισμός της, θα ήταν αναγκαίες σε τέτοιο βαθμό που δεν θα είχαν ως ορίζοντα τη δημιουργία άλλης μιας «δημόσιας υπηρεσίας».

Διαβάστε επίσης

Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για λόγους επισκεψιμότητας και στατιστικών. Συνεχίζοντας την περιήγηση, αποδέχεστε τη χρήση αυτών των cookies Αποδοχή Περισσότερα