Δρ. Ανδρέας Στοϊμενίδης, Πρόεδρος ΟΣΕΤΕΕ:Νέα Βιώσιμη Κοινωνία με Δίκαιη Οικονομία και Ισχυρό Τεχνικό Κλάδο

πηγή: Εργοληπτικόν βήμα Νο_119 της ΠΕΣΕΔΕ

Γράφει ο Δρ. Ανδρέας Στοϊμενίδης, Διπλ. Μηχανολόγος Μηχανικός, MSc, Πρόεδρος ΟΣΕΤΕΕ,Μέλος Διοίκησης ΓΣΕΕ

Η οικονομική κρίση που βυθίστηκε η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια αλλά και η ανησυχία για την επανεκκίνηση της οικονομίας μετά το σοκ του covid-19 μας δείχνουν τα όρια και τις χρόνιες αδυναμίες του μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης της χώρας μας. Οι δομικοί περιορισμοί του μοντέλου αυτού είναι σύνθετοι και πολλαπλοί. Καταγράφονται και περιγράφονται με ακρίβεια στο τελευταίο Δελτίο Ανάλυσης του Ινστιτούτου Εργασίας της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος. Ως τέτοιοι αναφέρονται η τεχνολογικά και κλαδικά ανεπαρκής διάρθρωση του παραγωγικού συστήματος, η χαμηλή παραγωγικότητα και διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα, η μη δημιουργική, παραγωγική επιχειρηματικότητα, η μεγάλη εξάρτηση της εγχώριας παραγωγής από τις εισαγωγές και η χαμηλή και κλαδικά περιορισμένη εξωστρέφειά της και η απουσία εθνικής αναπτυξιακής στρατηγικής.Hπαρούσα υγειονομική κρίση πρέπει να ενεργοποιήσει ταχύτατα, τον αναπτυξιακό μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας. Ο άξονας του μετασχηματισμού είναι γνωστός: η παραγωγική και τεχνολογική αναβάθμιση της οικονομίας, με βασικά χαρακτηριστικά τη μετατόπιση της οικονομικής δραστηριότητας σε κλάδους παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών υψηλής τεχνολογίας και εντάσεως γνώσεων, και ο περιορισμός της εξάρτησης της εγχώριας παραγωγής από τις εισαγωγές για την ενδυνάμωση της αυτάρκειας της οικονομίας. Η κρίση τουcovid-19,έστρεψε το μέλλον της παγκόσμιας πολιτικής οικονομίας στην ποσοτική και ποιοτική αναβάθμιση της εγχώριας αλυσίδας προστιθέμενης αξίας. Δυστυχώς, η κρίση χρέους που αντιμετώπισε η χώρα τα προηγούμενα χρόνια δεν έγινε αφορμή ανάληψης σημαντικών πολιτικών και επιχειρηματικών πρωτοβουλιών για τον παραγωγικό μετασχηματισμό της οικονομίας.

Ο τομέας των υπηρεσιών με αιχμή τον διευρυμένο κλάδο του εμπορίου, της εστίασης, της παροχής καταλύματος, της αποθήκευσης και των μεταφορών εξακολουθεί να είναι ο πρωταρχικός αναπτυξιακός άξονας. Οι ήπιοι ρυθμοί μεγέθυνσης του πραγματικού ΑΕΠ μετά το 2016 συσχετίζονται πρωτίστως με την εξέλιξη της δραστηριότητας του συγκεκριμένου κλάδου. Αυτός είναι ο βασικός λόγος της μεγάλης ανησυχίας για τις συνέπειες στη δυναμική της οικονομίας το επόμενο διάστημα εξαιτίας της αναστολής της δραστηριότητας του κλάδου αυτού στο πλαίσιο της διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης. Το περιορισμένο μέγεθος του πρωτογενούς τομέα, της μεταποίησης και του κατασκευαστικού κλάδου, περιορίζει σημαντικά τις δυνατότητες σταθεροποιητικής επίδρασής τους στο ΑΕΠ, αυξάνοντας την αβεβαιότητα για την υφεσιακή προοπτική της οικονομίας.

Ως συνέπεια, οι προβλέψεις αναφορικά με την εξέλιξη του ποσοστού ανεργίας για τη χώρα μας είναι δυσοίωνες για το 2020. Ωστόσο, υπάρχει αβεβαιότητα για το εάν οι επιπτώσεις της κρίσης στην αγορά εργασίας θα είναι παροδικές ή εάν θα προκαλέσουν μόνιμες επιπτώσεις κατακερματισμού και όξυνσης των ανισοτήτων σε βάρος των πιο ευάλωτων ομάδων. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά για την Ελλάδα ότι το ποσοστό ανεργίας θα ανέλθει στο 19,9% το 2020, ενώ το 2021 θα είναι χαμηλότερο του 2019 κατά μισή ποσοστιαία μονάδα (16,8%). Οι προβλέψεις του ΔΝΤ για τη χώρα μας είναι πιο απαισιόδοξες, καθώς το ποσοστό ανεργίας εκτιμάται ότι θα ανέλθει στο 22% το 2020 για να μειωθεί σε 19% το 2021.

Οι παθογένειες του αναπτυξιακού μοντέλου αποτυπώνονται και εκφράζονται στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας, το διαχρονικό έλλειμμα του οποίου είναι αιτία της σταθερής εκροής εισοδήματος και ρευστότητας προς το εξωτερικό και καθιστούν την ελληνική οικονομία ιδιαίτερα ευάλωτη στο σοκ παγκόσμιας προσφοράς και ζήτησης που προσδιορίζει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της οικονομικής κρίσης του covid-19.

Η δαπάνη των νοικοκυριών ήταν το κύριο μακροοικονομικό μέγεθος που σταθεροποίησε την οικονομία τα τελευταία χρόνια. Αντιθέτως, οι επενδύσεις των επιχειρήσεων κυμάνθηκαν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα καθιστώντας τον μακροοικονομικό ρόλο του συγκεκριμένου τομέα αποσταθεροποιητικό.

Στο υποθετικό σενάριο όπου για το 2019 ο επιχειρηματικός τομέας στο σύνολό του, αξιοποιούσε όλο το πλεόνασμα ρευστότητας του για τη χρηματοδότηση νέων επενδύσεων, το ΑΕΠ θα ήταν υψηλότερο κατά 2,1%, χωρίς να συνυπολογίζεται το αποτέλεσμα των πολλαπλασιαστών της ιδιωτικής επένδυσης.

Μια οικονομία για να έχει θετική μεσοπρόθεσμη προοπτική πρέπει να χαρακτηρίζεται από έλλειμμα στο ισοζύγιο του επιχειρηματικού τομέα, λόγω της επενδυτικής του δραστηριότητας, και πλεόνασμα στο ισοζύγιο των νοικοκυριών, το οποίο αντανακλά την αύξηση της αποταμίευσής τους. Στην περίπτωση της Ελλάδας οι ανωτέρω συνθήκες δεν ισχύουν. Λειτουργούν μάλιστα, αντίστροφα. Η οικονομία εμφανίζει μια ιδιάζουσα συμπεριφορά που καθιστά την οικονομική δυναμική της αβέβαιη και μη διατηρήσιμη. Αυτό συμβαίνει εξαιτίας των διαχρονικών πλεονασμάτων ή, εναλλακτικά, της υψηλής ροπής προς αποταμίευση του επιχειρηματικού τομέα. Ειδικότερα, η καταναλωτική δαπάνη εξαρτάται από το διαθέσιμο εισόδημα. Μια μείωση της απασχόλησης και των αμοιβών και μια αύξηση της υποαπασχόλησης και των επισφαλών μορφών εργασίας θα μειώσουν το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και θα αποδομήσουν τη θετική επίδραση της καταναλωτικής δαπάνης και της εγχώριας ζήτησης στο ΑΕΠ. Το αποτέλεσμα αυτό θα ενισχυθεί και από την ήδη αποφασισμένη χρονική μετάθεση της μεταβολής του κατώτατου μισθού για το 2021, αλλά και από τις αντιεργατικές, αντιαναπτυξιακές ρυθμίσεις των τελευταίων νομοθετημάτων με τις οποίες μειώνεται στην πράξη ο κατώτατος μισθός, καταργούνται οι κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας και ελαστικοποιούνται ακόμη περισσότερο οι εργασιακές σχέσεις. Με βάση τα προαναφερόμενα,οι παρεμβάσεις οικονομικής πολιτικής θα αυξήσουν τις αρνητικές επιπτώσεις στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών με συνέπεια η  μείωση της κατανάλωσης να καθορίσει ύφεση σημαντικού βάθους την τρέχουσα χρονιά, αλλά και δυσκολίες στην ανάκαμψη του ΑΕΠ από το 2021.Η αρνητική ροή των αποταμιεύσεων των νοικοκυριών, επιπλέον θα επιδεινώσει τη χρηματοοικονομική ευθραυστότητα του συγκεκριμένου τομέα και του τραπεζικού συστήματος, τη μείωση των καταθέσεων και την αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Σύμφωνα με τις προτάσεις του Ινστιτούτου μας,η αποτελεσματικότητα της δημοσιονομικής πολιτικής θα εξαρτηθεί από το μέγεθος της υποστήριξης των ροών εισοδημάτων και ρευστότητας που θα βελτιώσουν πρωτίστως το ελλειμματικό ισοζύγιο των νοικοκυριών.Ένα σημαντικό ζήτημα είναι η στόχευση του ισοζυγίου των πιο ευάλωτων κοινωνικών ομάδων και εκείνων που θα πληγούν περισσότερο από τις συνέπειες της ύφεσης, οι οποίες φαίνεται ότι θα παραμείνουν απροστάτευτες.Δυστυχώς τα δείγματα γραφής των τελευταίων ημερών όπως καθορίζονται από τις κυβερνητικές εξαγγελίες είναι εξαιρετικά απαισιόδοξα. Η πραγματική ενίσχυση των επιχειρήσεων που είναι αντιμέτωπες με μεγάλο ρίσκο χρεοκοπίας και αναστολής λειτουργίας θα συμβάλει, επίσης, στη σταθεροποίηση της οικονομίας. Επιπλέον, η στοχευμένη κατανομή των δημοσιονομικών πόρων και κυρίως οι εξελίξεις στην προστασία της αγοράς εργασίας με κυρίαρχη την ανάγκη σύναψης Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και της ενεργοποίησης του σχετικού ευρωπαϊκού θεσμικού πλαισίου θα είναι καθοριστικής σημασίας για την πορεία της ελληνικής οικονομίας.

Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι osetee.jpg
ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΥΛΛΟΓΩΝ  ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ
Χρήστου Λαδά 5-7, Αθήνα, τκ. 10561 t.: 210 8838203 f: 2108226972 e-mail:info@osetee.gr

Ο κατασκευαστικός κλάδος, κλασσικό και αποδοτικό αναπτυξιακό εργαλείο, φάνηκε να εγκαταλείπεταικαι κατά τη διάρκεια του lockdown.  Όπως και οι συντελεστές του. Η υπερδεκαετής μνημονιακή εποπτεία με σταθερή την κυβερνητική συναίνεση κατέστησαν τον κλάδο από αφήγημα με ισχυρή δυνατότητα υπέρβασης της κρίσης σεαδρανές αποτέλεσμά της, συμπυκνώνοντας σε αυτόν το σύνολο των πολιτικών παθογενειών της χώρας.

Ως ενδεικτικά της κατάστασης, αναφέρουμε τα παρακάτω στοιχεία της Eurostat:Στην Ευρώπη ο κατασκευαστικός κλάδος καλύπτει το 20%του ΑΕΠ και έχει ισχυρό πολλαπλασιαστή στη δημιουργία θέσεων εργασίας, ενώ στην Ελλάδαη συνεισφορά του διαμορφώθηκε το 2017 στο11% του ΑΕΠ της χώρας.Η προστιθέμενη αξία του, αντιστοιχούσε το 2017 στο 5,2% του ΑΕΠ έναντι 8,8% στην Ευρωπαϊκή Ένωση.Οι επενδύσεις σε κατοικίες στην Ελλάδα το 2017 κάλυπταν το 0,6% του ΑΕΠ το 2017, ενώ ο μέσος όρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν οκταπλάσιος(!!!) με 4,9% του ΑΕΠ.

Η οικονομική ανάπτυξη της χώρας είναι στρατηγικά συνδεδεμένη με τον τομέα των κατασκευών. Η αύξηση των επενδύσεων σε υποδομές και άλλα τεχνικά έργα αποτελεί προϋπόθεση για την επιτάχυνση του ρυθμού μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας και την αποκλιμάκωση της ανεργίας. Απαιτείται όμως μία νέα Στρατηγική Πορεία στον Κατασκευαστικό Κλάδο απαλλαγμένη από τις δογματικές αντιλήψεις του παρελθόντος και προσαρμοσμένη στα νέα δεδομένα της οικονομίας όπως αυτά προέκυψαν πριν και κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης.Η Βιώσιμη Ανάπτυξη ως κύρια αναπτυξιακή πρόταση της τελευταίας εικοσαετίας με βασικές προτεραιότητες την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, την ισόρροπη και κοινωνικά δίκαιη περιφερειακή ανάπτυξη, την βελτίωση των διασυνοριακών υποδομών, την αναβάθμιση του κτιριακού αποθέματος με σύγχρονες προδιαγραφές, ήρθε κατεπειγόντως να συμπληρωθεί και να επικαιροποιηθεί το τελευταίο τετράμηνο από την άμεση και ισχυρή ανάγκη ενίσχυσης κυρίαρχα των δημόσιων δομών υγείας αλλά και των υποδομών παραγωγής σύγχρονων τεχνολογικών προϊόντων. Ο κλάδοι  της υγείαςκαι της πληροφορικήςείναι αυτοί που στην γενικήβαθιά ύφεση, παρουσίασαν παγκοσμίως εκρηκτική ανάπτυξη από την αρχή της χρονιάς.

Η εικόνα της ΄΄υγειονομικής επάρκειας΄΄ που παρουσιάστηκε για την χώρα μας είναι επίπλαστη. Τα κενά σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας δεν έχουν μεταβληθεί ιδιαίτερα και παραμένουν σημαντικά, ενώ διαχρονική είναι η ανάγκη για νέες Μονάδες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας σε επίπεδο Δήμου, ιδιαίτερα στις αστικές περιοχές, για κτιριακή και τεχνολογική αναβάθμιση των υφιστάμενων Κέντρων Υγείας και Νοσοκομειακών Μονάδων, αλλά και για κατασκευή νέων Παιδιατρικών και Αντικαρκινικών Νοσοκομείων.Αν δεν παραχθούν τώρα κατασκευαστικά όσα προαναφέρθηκαν στον χώρο της Υγείας με βραχυπρόθεσμο σχεδιασμό, είναι αμφίβολο αν θα υλοποιηθούν ποτέ στο μέλλον.

Η χωροθέτηση και κατασκευή στην ελληνική περιφέρεια, μιας Εθνικής Πρότυπης Ζώνης Καινοτομίας που θα συγκεντρώνει τις εγχώριες δραστηριότητες στον κλάδο της πληροφορικής, της ρομποτικής, της ιατρικής έρευνας και των νέων τεχνολογιών μπορεί να δώσει ισχυρή ώθηση σε αυτούς τους τομείς, και να μας τοποθετήσει στον χάρτη της Τρίτης Βιομηχανικής Επανάστασης. Προφανώς η Τέταρτη φαντάζει πολύ μακρινή για την χώρα μας και οι περισσότεροι που αναφέρονται σε αυτήν  την συγχέουν με παραδοσιακές εφαρμογές της πληροφορικής με τις οποίες εξοικειωνόμαστε σήμερα με καθυστέρηση δεκαετιών.  Ειδικά στον κατασκευαστικό κλάδο οι νέες τεχνολογίες μπορούν να συμβάλουν στην ανάπτυξη προηγμένων τεχνολογικών προϊόντων και διεργασιών στο πλαίσιο των έργων για ενεργειακά αποδοτικά κτίρια.Η βιομηχανική προτυποποίηση νέων δομικών υλικών φιλικών στο περιβάλλον,θα υπηρετήσει τον ευρωπαϊκό στόχο των βιώσιμων κατασκευών για κτίρια μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας όταν μάλιστα το κτιριακό μας απόθεμα είναι παλιό και ενεργοβόρο. Επιπλέον οι ψηφιακές τεχνολογίες η μοντελοποίηση των πληροφοριών των κτιρίων θα συμβάλλουν αποτελεσματικά στους στόχους εξοικονόμησης ενέργειας.

Η συμβολή του κατασκευαστικού κλάδου μπορεί να είναι καθοριστική και στους βασικούς τομείς οικονομικής δραστηριότητας της χώρας μας όπως είναι ο τουρισμός και η πρωτογενής παραγωγή. Η βελτίωση των δικτύων υποδομής, των λιμένων, των μαρίνων, των  εγκαταστάσεων ιαματικού τουρισμού είναι μόνο κάποια παραδείγματα συμβολής του τεχνικού κλάδου στην βελτίωση του τουριστικού προϊόντος. Ενώ στην αγροτική παραγωγή οι υποδομές από τους αποθηκευτικούς χώρους γεωργικών προϊόντων, έως τις χιλιάδες απαρχαιωμένες κτηνοτροφικές μονάδες απαιτούν άμεσα ανακατασκευή και βελτίωση παράλληλα με αυτή των αγροτικών δικτύων, αλλά και των καθετοποιημένων μονάδων μεταποίησης και συσκευασίας.

Οι νέες μονάδες διαχείρισης, επαναχρησιμοποίησης, ανάκτησης και ανακύκλωσης των απορριμμάτων,μαζί με τα εκατοντάδες ανά την χώρα έργα πολιτικής προστασίας από τις φυσικές καταστροφές(αντιπλημμυρικά, δασικής και αντισεισμικής προστασίας κ.α), τα έργα ενεργειακών υποδομών, τα έργα βελτίωσης της ποιότητας ζωής στις πόλεις και στην ύπαιθρο και τα παραδοσιακά συγκοινωνιακά έργα μπορούν να αναβαθμίσουν την ζωή του πολίτη και να δώσουν ισχυρή ώθηση στον τεχνικό κλάδο και την Ελληνική Οικονομία.

Το ερώτημα είναι γιατί δεν έχουν υλοποιηθεί τα περισσότερα από αυτά με μεγάλα συγχρηματοδοτούμενα  προγράμματα και ΠΔΕ να έχουν περάσει από την χώρα. Η απάντηση είναι απλή. Οι πολιτικοί δογματισμοί και η αλλαγή προγραμματισμού και στο μικρότερο ακόμη έργο κάθε φορά που επέρχεται κυβερνητική αλλαγή, εκτοξεύουν το κόστος των έργων και απομακρύνουν τον ορίζοντα ολοκλήρωσής τους. Με αυτόν τον τρόπο ο Έλληνας πολίτης πληρώνει πολλαπλάσια ποσά από τα αρχικώς προϋπολογισθέντα για έργα που δεν μπορεί τελικά να χρησιμοποιήσει. Εμβληματικά παραδείγματα αποτελούν το ΜΕΤΡΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, η Ε.Ο. ΠΑΤΡΩΝ- ΠΥΡΓΟΥ και ο Βόρειος Οδικός Άξονας Κρήτης.  Για τον λόγο αυτό, θεωρούμε απολύτως απαραίτητη την ίδρυση Ανεξάρτητης Υπερκομματικής- Διακομματικής Αρχής Μεγάλων Έργων Υποδομής η οποία θα δεσμεύει με τον μακροπρόθεσμο προγραμματισμό της,τις Κυβερνήσεις στην εκτέλεση των Δημοσίων Έργων. Το θεσμικό πλαίσιο,οι διαγωνιστικές διαδικασίες ανάθεσης με πολύ μεγάλες εκπτώσεις, η αδυναμία επιλογής ώριμων μελετών, η πολυετής επιβράδυνση ολοκλήρωσης μεγάλων έργων, η ελλιπής τήρηση των κανόνων υγείας και ασφάλειας στην εργασία,απλά αποτελούν κάποια συμπτώματα των βασικών πολιτικών αγκυλώσεων.

Μεγάλες περίοδοι με σημαντικές πηγές χρηματοδότησης, χάθηκαν. Συνεχίζουν, όμως να υπάρχουν αντίστοιχα εργαλεία και προγράμματα. Οι Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα,  η ένταξη  μελετών και έργων στο νέο ΕΣΠΑ, η αναμόρφωση του υφιστάμενου αντιαναπτυξιακού προϋπολογισμού όπου όπως αναφέρθηκε οι κατασκευές ουσιαστικά απουσιάζουν από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, η σχεδίαση ενός Αναπτυξιακού Νόμου με πραγματικά οικονομικά και θεσμικά κίνητρα απλούστευσης των διαδικασιών, η ένταξη της χώρας μας στο κοινό σχήμα πανευρωπαϊκής χρηματοδότησης για την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της κρίσης  του κορωνοϊού όπως αυτό αποφασίστηκε από τους ηγέτες της Γαλλίας και της Γερμανίας,και σε έναν μεγάλο αριθμό, δεκαοχτώ, νέων ευρωπαϊκών προγραμμάτων που αποφασίστηκαν με την έναρξη της κρίσης στα τέλη του Ιανουαρίου από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημιουργούν πολλές νέες και μεγάλες, τις τελευταίες ίσως ευκαιρίες στον τεχνικό κλάδο και στην χώρα.

Τα τελευταία δέκα χρόνια η απαξίωση του επιστημονικού και τεχνικού δυναμικού του κλάδου οδήγησε εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους υψηλών προσόντων και δεξιοτήτων στο εξωτερικό. Τα υψηλά ποσοστά ανεργίας και οι εξευτελιστικές αμοιβές με την ανυπαρξία Κλαδικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας και την νομοθέτηση του κατώτατου μισθού,απομάκρυναν ένα πολύ σημαντικό ανθρώπινο κεφάλαιο από την πατρίδα μας. Αυτοί στους οποίους θα έπρεπε να βασίσουμε ένα  αναπτυξιακό σοκ συνολικής ανάταξης με Ισχυρό Τεχνικό Κλάδο ο οποίος θα υπηρετεί μία Δίκαιη Οικονομία σε μία Νέα Βιώσιμη Κοινωνία είναι απόντες. Η επιστροφή τους στο πλαίσιο μίας νέας Εθνικής Στρατηγικής στον Κατασκευαστικό Κλάδο, με υλοποιήσιμο προγραμματισμό και σαφείς και δίκαιους όρους αμοιβής και εργασίας δεν είναι μόνο οικονομικό ή κοινωνικό ζήτημα. Είναι εθνικό.

Όλοι, συντελεστές του κλάδου και πολιτικό σύστημα, κρινόμαστε με την στάση μας απέναντι σε αυτό.

Διαβάστε επίσης

Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για λόγους επισκεψιμότητας και στατιστικών. Συνεχίζοντας την περιήγηση, αποδέχεστε τη χρήση αυτών των cookies Αποδοχή Περισσότερα